γράφει η Κωνσταντίνα Μαρούδα, διαιτολόγος – διατροφολόγος
www.nutrimed.gr
Φαίνεται λοιπόν, ότι τα τελευταία 3 χρόνια τα άτομα ηλικίας κάτω των 25 ετών με ΣΔ2 έχουν αυξηθεί κατά 40%. Οι συνέπειες αυτής της αύξησης θα γίνουν αντιληπτές, όταν αυτά τα άτομα αντιμετωπίσουν μετέπειτα στη ζωή τους όλες τις επιπλοκές του διαβήτη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε στην Αγγλία, δεν πρέπει να επικεντρωνόμαστε μόνο στα παχύσαρκα παιδιά, αλλά και σε αυτά που είναι φυσιολογικά στην παιδική ηλικία (κατηγοριοποίηση με βάση τον ΔΜΣ) και μετέπειτα αυξάνουν το βάρος τους μέχρι την εφηβεία. Ο συγκεκριμένος παράγοντας λοιπόν, δηλαδή ο ρυθμός αύξησης του βάρους από την παιδική έως την εφηβική ηλικία, αξίζει να μελετηθεί ως επιπλέον παράγοντας κινδύνου εμφάνισης ΣΔ2.
Οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα από 372.000 άτομα και ανακάλυψαν ότι όσα είχαν φυσιολογικό Δ.Μ.Σ. στην ηλικία των 10 ετών και έπειτα έβαζαν βάρος ως την εφηβική ηλικία, είχαν 53% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ΣΔ2, σε σύγκριση με όσα άτομα ήταν παχύσαρκα από την παιδική έως και την εφηβική ηλικία.
Ο αυξημένος ΔΜΣ
Αξίζει λοιπόν, να ερευνηθεί περαιτέρω αν τα άτομα με αυξημένο ΔΜΣ καθ’όλη τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, προσαρμόζονται κατά κάποιο τρόπο σε αυτόν τον παράγοντα κινδύνου με αποτέλεσμα να έχουν μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη στην ενήλικη ζωή σε σχέση με άτομα με φυσιολογικό ΔΜΣ και μεταγενέστερη αύξηση του βάρους. Ακόμα, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη ότι το βάρος δεν αποτελεί το μοναδικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση ΣΔ2. Τα γονίδια, η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, το άγχος και η κατανομή του σωματικού λίπους ανήκουν επίσης στους παράγοντες κινδύνου.
Φυσικά, είναι πολύ σημαντικό να ενισχυθούν και να αυξηθούν οι συστηματικές προσπάθειες που γίνονται σε πολλές χώρες για τη μείωση του ρυθμού αύξησης της παιδικής παχυσαρκίας, μέσω της διατροφικής διαπαιδαγώγησης και της αύξησης της σωματικής άσκησης.