Η διαλειμματική νηστεία – το διατροφικό μοτίβο που προτείνει εναλλαγές νηστείας και ελεύθερης διατροφής – μπορεί να είναι προτιμότερη από τις δίαιτες λίγων θερμίδων για την προστασία από τον διαβήτη τύπου 2, αναφέρουν επιστήμονες από την Αυστραλία.
Σε μελέτη που πραγματοποίησαν διαπίστωσαν πως η διαλειμματική νηστεία προσφέρει καλύτερο έλεγχο του σακχάρου, απ’ ό,τι οι ολιγοθερμιδικές δίαιτες.
Η διαλειμματική νηστεία είναι ένα διατροφικό μοτίβο που δεν καθορίζει το είδος της τροφής που πρέπει να καταναλώνεται κατά τις περιόδους ελεύθερης διατροφής. Είναι, όμως, πολύ αυστηρή όσον αφορά το πότε θα τρώει κάποιος.
Στην παρούσα μελέτη οι εθελοντές έμεναν νηστικοί επί 20 ώρες την ημέρα. Τροφή επιτρεπόταν να καταναλώνουν μόνο μεταξύ 8 το πρωί και 12 το μεσημέρι. Το πρόγραμμα αυτό, όμως, τηρούσαν μόνο τρεις ημέρες την εβδομάδα. Τις υπόλοιπες μπορούσαν να τρώνε φυσιολογικά.
Το πιο ενδιαφέρον εύρημα ήταν ότι με το πρόγραμμα αυτό οι συμμετέχοντες έχασαν το ίδιο βάρος με όσους ακολουθούσαν ολιγοθερμιδική διατροφή.
Η διαλειμματική νηστεία, αν και δεν αποτελεί πανάκεια, έχει σχετισθεί με αρκετά οφέλη στην υγεία. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται:
- Βελτιωμένη σκέψη και μνήμη
- Καλύτερη καρδιολογική υγεία (βελτιώνει την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό παλμό σε κατάσταση ηρεμίας)
- Απώλεια σωματικού λίπους και διατήρηση της μυϊκής μάζας
- Πρόληψη και αντιμετώπιση της παχυσαρκίας
Η νέα μελέτη
Η νέα μελέτη δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση Nature Medicine. Όπως εξηγούν οι ερευνητές ενέταξαν σε αυτήν 209 εθελοντές, ηλικίας 48 έως 68 ετών. Όλοι τους έπασχαν από παχυσαρκία (είχαν δείκτη μάζας σώματος άνω των 30 kg/m2).
Οι εθελοντές ήταν υψηλού κινδύνου για να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2. Οι ερευνητές τους χώρισαν σε τρεις ομάδες. Η πρώτη ακολούθησε την τριήμερη διαλειμματική νηστεία που προαναφέρθηκε (οι τρεις ημέρες της νηστείας δεν ήταν συνεχόμενες).
Η δεύτερη ομάδα ακολούθησε μία ολιγοθερμιδική δίαιτα (παρείχε το 70% των αναγκαίων ημερήσιων θερμίδων). Η τρίτη ομάδα δέχθηκε απλώς ένα βιβλιαράκι με συμβουλές για αδυνάτισμα (ομάδα ελέγχου).
Οι συμμετέχοντες ακολούθησαν τη δίαιτά τους για 6 μήνες. Οι ερευνητές παρακολούθησαν την πορεία της υγείας τους για άλλους 12 μήνες. Στο μεσοδιάστημα οι εθελοντές μπορούσαν να συνεχίσουν την δίαιτα ή να αλλάξουν σε ένα πρόγραμμα συντήρησης.
Τα ευρήματα
Οι ερευνητές εξέτασαν τη διακύμανση της μεταγευματικής γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα τους. Όταν το σάκχαρο στις 2 ώρες μετά το φαγητό είναι αυξημένο, υποδηλώνει αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2. Αυτός ο τύπος διαβήτη σχετίζεται με την παχυσαρκία. Σημειώνεται ότι στους διαβητικούς ασθενείς, η αυξημένη μεταγευματική γλυκόζη σημαίνει ελλιπή έλεγχο του σακχάρου τους.
Η μελέτη έδειξε ότι με τη διαλειμματική νηστεία η μεταγευματική γλυκόζη των εθελοντών μειώθηκε περισσότερο απ’ ό,τι με την ολιγοθερμιδική δίαιτα. Ωστόσο ήταν περισσότεροι οι εθελοντές που αποφάσισαν να συνεχίσουν την ολιγοθερμιδική δίαιτα μετά τους 6 μήνες.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι ο αυστηρός προγραμματισμός των γευμάτων μπορεί να προστατεύσει από τον διαβήτη τύπου 2. Η διαλειμματική νηστεία, όμως, δεν είναι κατάλληλη για όλους, έσπευσε να επισημάνει η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Xiao Tong Teong, από το Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας.
Όπως εξήγησε, το εν λόγω διατροφικό μοτίβο δεν συνιστάται μεταξύ άλλων:
- Στις εγκύους
- Στους πάσχοντες από διαταραχές στην πρόσληψη τροφής
- Στους ασθενείς με διαβήτη ή όσους λαμβάνουν αντιδιαβητική αγωγή
Δεν συνιστάται επίσης στους πάσχοντες από οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας απαιτεί ειδική διατροφή. Γενικότερα, όποιος θέλει να ακολουθήσει την διαλειμματική νηστεία, πρέπει να συμβουλευτεί πρώτα τον γιατρό του, διότι είναι ένα απαιτητικό διατροφικό πρόγραμμα.
Η νηστεία αυτή έχει διάφορες μορφές. Η πιο δημοφιλής μορφή της είναι να καταναλώνει κανείς όλα τα γεύματα της ημέρας μεταξύ 12 το μεσημέρι και 8 το βράδυ.
Φωτογραφία: iStock