Οι άνθρωποι που τρώνε φαγητό αργά τη νύχτα διατρέχουν κίνδυνο να συσσωρεύσουν κιλά στο πέρασμα του χρόνου, τα οποία θα είναι δύσκολο να χάσουν στη συνέχεια. Και αυτό διότι συμβαίνουν μία σειρά από μεταβολικές αλλαγές στον οργανισμό τους οι οποίες ευνοούν την παχυσαρκία.
Αν και το φαγητό αργά τη νύχτα έχει συσχετιστεί εδώ και χρόνια με την παχυσαρκία, ο επιστήμονες δεν ήταν σίγουροι ως τώρα τι προκαλούσε την αύξηση του βάρους.
Η μελέτης έδειξε πως όταν το δείπνο καθυστερεί κατά 4 ώρες και γίνεται τα μεσάνυχτα, ο οργανισμός:
- Καίει λιγότερες θερμίδες
- Αυξάνει τη λαχτάρα για τροφή
- Αναπτύσσει αλλαγές στον λιπώδη ιστό οι οποίες ευνοούν την αύξηση του βάρους
Μάλιστα αυτές οι αλλαγές συμβαίνουν ακόμα και όταν ένα άτομο δεν αλλάξει τίποτε στη διατροφή του, κατά τον επικεφαλής ερευνητή Dr. Frank Scheer, καθηγητή Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Η νέα μελέτη
Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Cell Metabolism. Οι ερευνητές ενέταξαν στη μελέτη τους 16 υπέρβαρους ή παχύσαρκους εθελοντές. Η μέση ηλικία τους ήταν τα 37 έτη και οι πέντε ήταν γυναίκες.
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε διάφορες μετρήσεις που έγιναν δύο φορές στο εργαστήριο. Πριν από κάθε μία, ακολουθούσαν επί 2-3 εβδομάδες συγκεκριμένα προγράμματα ύπνου στο σπίτι. Ακολούθησαν επίσης την ίδια διατροφή και έτρωγαν το φαγητό τους σε συγκεκριμένες ώρες. Ανάμεσα σε όσα προγράμματα διατροφής εξετάστηκαν ήταν και το φαγητό αργά τη νύχτα.
Οι εθελοντές ανέφεραν πόση πείνα ένιωθαν και πόση όρεξη για φαγητό είχαν. Υποβλήθηκαν σε εξετάσεις αίματος και σε μέτρηση της σωματικής θερμοκρασίας και των καύσεων. Οι ερευνητές έλαβαν επίσης δείγματα λιπώδους ιστού.
Το φαγητό αργά τη νύχτα σχετίσθηκε με αυξημένο αίσθημα πείνας, το οποίο προκαλούσαν οι επιπτώσεις του σε δύο ορμόνες που ρυθμίζουν την πείνα:
- Την γκρελίνη
- Την λεπτίνη
Η γκρελίνη είναι η ορμόνη που διεγείρει το αίσθημα της πείνας και η λεπτίνη η ορμόνη που το διακόπτει. Η μελέτη έδειξε πως το φαγητό αργά τη νύχτα σχετίζεται με μείωση κατά 16% στα επίπεδα της λεπτίνης.
Οι ερευνητές συνεχίζουν την έρευνά τους για να εξακριβώσουν αν τα ευρήματά τους ισχύουν και στην αληθινή ζωή, όπου οι συνθήκες διαβίωσης είναι λιγότερο ελεγχόμενες απ’ όσο στο πλαίσιο μιας επιστημονικής μελέτης.
Φωτογραφία: iStock