Οι βασικοί στόχοι μιας πολιτικής φαρμάκου η οποία θα διασφαλίζει τη γρήγορη πρόσβαση των ασθενών στη θεραπευτική καινοτομία και θα θέτει τις βάσεις ενός βιώσιμου επιχειρηματικού περιβάλλοντος για τη φαρμακευτική βιομηχανία, συζητήθηκαν στο διήμερο συνέδριο το οποίο έγινε σε μεγάλο ξενοδοχείο της Αθήνας.
Στην ομιλία της, η Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη, πρόεδρος της Επιτροπής Φαρμακευτικών Εταιριών, του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, πρόεδρος του PhRMA Innovation Forum Greece (PIF), επικεντρώθηκε στην χάραξη φαρμακευτικής πολιτικής και όπως είπε, για να πετύχει πρέπει να γνωρίζουμε που βρισκόμαστε.
«Τώρα είμαστε σε κατάσταση επιβίωσης, γιατί δεν βρίσκουμε στο σύστημα ακόμα τις αρχές της προβλεψιμότητας, της βιωσιμότητας και της δικαιοσύνης».
Το σύνολο επιστροφών καθιστούν τα 7 στα 10 καινοτόμα φάρμακα τα χορηγεί η φαρμακοβιομηχανία στο σύστημα.»Καλούμαστε να κάνουμε πλάνα για το 2024 και δεν έχουμε ακόμα τα νούμερα του 2022 κλεισμένα. Αυτό δεν βοηθάει την προβλεψιμότητα», σημείωσε.
Πρόσθεσε επίσης, πως δεν υπάρχει ένας τρόπος συμφωνίας για την πραγματική ζήτηση στο σύστημα, ώστε να καθοριστεί η επαρκής χρηματοδότηση.
«Γνωρίζουμε με βάση υπολογισμούς δικούς μας ότι θα έρθουν πάνω από 90 καινοτόμες θεραπευτικές λύσεις για ομάδες ασθενών. Πώς μπορούμε να αποτυπώσουμε με βάση επαρκή στοιχεία ότι υπάρχει ζήτηση και αρκετή χρηματοδότηση για να καλύψει αυτή τη δαπάνη;», αναρωτήθηκε η κ. Μπαρμπετάκη.
Επίσης, αναφέρθηκε στις επιστροφές που δίνει η φαρμακοβιομηχανία, λέγοντας ότι μόνο το 2021 δόθηκαν 1,3 δισ. σε συνολικές επιστροφές, δηλαδή το 55% clawback ήρθε από την καινοτόμο βιομηχανία. Η καινοτόμος βιομηχανία προσφέρει 4.100 απευθείας θέσεις εργασίας εξειδικευμένες. Τα προγράμματα καλύπτουν πάνω από 90.000 ασθενείς στην Ελλάδα, πάνω από 1.400 κλινικές μελέτες.
Πρέπει να δούμε, συνέχισε, πώς θα κάνουμε την καινοτομία επενδυτική, αλλά και προτεραιότητα υγείας και πολιτική προτεραιότητα. Μίλησε για συνεργασία, όχι μόνο με το υπουργείο Υγείας, αλλά και άλλα υπουργεία.
Οι συνολικές επιστροφές απασχολούν έντονα τον κλάδο, όπως επίσης και η χρηματοδότηση που να μην επιβαρύνει την καινοτομία και τα κίνητρα επενδύσεων, ανέφερε η κ. Μπαρμπετάκη και μίλησε για δομικές μεταρρυθμίσεις που θα καλύπτουν την αξιολόγηση, την αποτύπωση της ζήτησης αλλά και συνεργασία όλων των επιτροπών του φαρμάκου.
Ολύμπιος Παπαδημητρίου – ΣΦΕΕ: «Το 2023 η φαρμακοβιομηχανία θα δίνει περισσότερα χρήματα για τη φαρμακευτική δαπάνη από το ίδιο το Δημόσιο»
Το οικονομικό περιβάλλον είναι σχετικά καλύτερο από τα προηγούμενα χρόνια, ανέφερε, ξεκινώντας την τοποθέτησή του, ο Ολύμπιος Παπαδημητρίου, πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ). Δυστυχώς όμως η χρηματοδότηση στο σύστημα υγείας είναι ελλιπής και τον τελευταίο καιρό βλέπουμε να υπάρχει επιδείνωση στον ρυθμό εισόδων νέων φαρμάκων στην Ελλάδα, σημείωσε.
Αναφέρθηκε στην μελέτη της Deloitte το 2019 για λογαριασμό του ΣΦΕΕ, σχετικά με μια βιώσιμη πολιτική υγείας στη χώρα και τόνισε ότι προκαλεί «αλγεινή εντύπωση» η πρόβλεψη ότι αν δεν συμβούν μεταρρυθμίσεις, το 2023 η συνεισφορά της φαρμακοβιομηχανίας στην φαρμακευτική δαπάνη θα υπερβεί τη συνεισφορά του Δημοσίου.
«Εμείς είμαστε εξαιρετικά λυπημένοι, καθώς η χώρα αυτό το πέτυχε το 2022. Ένα χρόνο νωρίτερα κατάφερε να μην κάνει πρακτικά τίποτα ουσιώδες, έτσι ώστε η συνεισφορά της φαρμακοβιομηχανίας στην φαρμακευτική δαπάνη να υπερβεί την αντίστοιχη του κράτους».
Η μελέτη ανέδειξε την τριπλή διάσταση του κινδύνου που δημιουργείται από την μηχανισμό υποχρεωτικών επιστροφών. Το πρόβλημα αναγνωρίζεται ευρύτατα, στην πράξη όμως πολύ λίγα έως τίποτα έχουν γίνει, είπε.
Τόνισε ότι χρειάζεται αναθεώρηση του φαρμακευτικού προϋπολογισμού, καλύτερη και ελεγχόμενη πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες, αύξηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος και αξιοποίηση των ψηφιακών δυνατοτήτων, κίνητρα για επενδύσεις σε όλο το εύρος των φαρμακευτικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα.
Τέλος, αναφέρθηκε στις ελλείψεις φαρμάκων, επαναλαμβάνοντας τη θέση του ΣΦΕΕ για αύξηση της διαφάνειας σε όλο το μήκος και πλάτος της εφοδιαστικής αλυσίδας και έλεγχοι από την πλευρά του κράτους.
Άρης Αγγελής: Διαφάνεια – προβλεψιμότητα – δικαιοσύνη
Ο γενικός γραμματέας Στρατηγικού Σχεδιασμού του υπουργείου Υγείας, Άρης Αγγελής, εξήγησε τι είναι εθνική φαρμακευτική πολιτική, τονίζοντας ότι πάνω σε τρεις θεμελιώδεις αρχές, που είναι η πλήρης διαφάνεια, η προβλεψιμότητα και η δικαιοσύνη, πρέπει να χτίσουμε και να προσδιορίσουμε τους στόχους.
Όπως είπε, όταν μιλάμε για εθνική φαρμακευτική πολιτική μιλάμε για την εύρεση μιας χρυσής τομής μεταξύ πολιτικής της υγείας και βιομηχανικής πολιτικής. Άμεση και ισότιμη πρόσβαση στην καινοτομία, αποδοτικότητα, βιωσιμότητα και από την άλλη τόνωση της καινοτομίας, της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας, των δεξιοτήτων.
Βασικά θέματα θέσπισης εθνικής φαρμακευτικής πολιτικής έχουν να κάνουν με κίνητρα για επενδύσεις, αδειοδότηση καινούργιων θεραπειών βάσει της κλινικής αποτελεσματικότητας τους, αξιολόγηση τεχνολογίας, μηχανισμούς και διαδικασίες τιμολόγησης, αποζημίωσης, προμηθειών, με ελέγχους δαπανών, ελέγχους της εφοδιαστικής αλυσίδας και την ορθολογική χρήση των φαρμάκων, είπε ο κ. Αγγελής.
Β. Πενταφράγκας: «Δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα ορθολογικό σύστημα»
Ο Βασίλης Πενταφράγκας, εντεταλμένος σύμβουλος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), έδωσε έμφαση στην «ελλειμματική αξιοποίηση των δεδομένων» αλλά, όπως είπε, οι συντελεστές στον χώρο του φαρμάκου δεν έχουν εικόνα του παζλ. Επίσης, η υποστελέχωση κρίσιμων υπηρεσιών είναι βασικό πρόβλημα, σημείωσε.
Επισήμανε ότι διαχρονικά δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα ορθολογικό σύστημα ρυθμίσεων και κανόνων που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πλαίσιο φαρμακευτικής πολιτικής, ιδιαίτερα προς το σκέλος της προοπτικής, της βιωσιμότητας και της ανάπτυξης. Ουσιαστική εξαίρεση στο αναπτυξιακό σκέλος η από του 2019 ρύθμιση της κυβέρνησης για την δυνατότητα συμψηφισμού του clawback με επενδύσεις. Αυτό χρειάζεται να αξιοποιηθεί περαιτέρω, είπε.
Στάθηκε ιδιαίτερα στο θέμα των κλινικών μελετών, που αποτελούν κομβικό ζήτημα για την προοπτική του κλάδου, την οικονομία της χώρας, αλλά και τους ασθενείς, σε ό,τι αφορά την πρόσβασή τους σε προηγμένες θεραπείες.
Το ζητούμενο είναι ένα σταθερό και συνεκτικό πλαίσιο βιώσιμης και αναπτυξιακής φαρμακευτικής πολιτικής. Οι προκλήσεις είναι τα δημογραφικά δεδομένα, είπε. Ο εξορθολογισμός και η αλλαγή προτύπων και η συνέπεια στην υλοποίηση των μέτρων σε συνδυασμό με την αξιολόγηση και την ψηφιακή ολοκλήρωση είναι κομβικά σημεία για μια εθνική φαρμακευτική πολιτική που όλοι πρέπει να βοηθήσουμε για να υλοποιηθεί, κατέληξε.