Ανδρέας Ξανθός: Ανασφάλιστοι και Πρωτοβάθμια Φροντίδα οι πρώτες προτεραιότητες της ηγεσίας του ΥΥΚΑ
Όπως είπε στη συνέντευξή του ο κ. Ξανθός, «η μεγάλη τομή στην πολιτική υγείας αυτά τα χρόνια ήταν η κάλυψη των ανασφάλιστων ανθρώπων. Η ισότιμη πρόσβαση των πολιτών, ανεξάρτητα από εργασία, ασφάλιση και εισόδημα, στο δημόσιο σύστημα υγείας, σε μια αξιοπρεπή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αυτό είναι μεγάλη αλλαγή. Είναι πραγματικά τομή και στην πολιτική υγείας και στην κοινωνική πολιτική.
Απλώς, ενδεικτικά σας λέω ότι για φέτος, το πρώτο οκτάμηνο του 2018, 718.000 ανασφάλιστοι πολίτες με μοναδικό ΑΜΚΑ –κάποιοι από αυτούς, δηλαδή, έχουν συνταγογραφηθεί περισσότερες φορές από μία- έχουν αξιοποιήσει αυτή τη δυνατότητα του νόμου. Και έχουν συνταγογραφηθεί για φάρμακα αξίας 144 εκατομμυρίων ευρώ και για εξετάσεις, εργαστηριακές, αξίας 46 εκατομμυρίων.
Και έχουν, φυσικά, κάποιοι από αυτούς, νοσηλευτεί δωρεάν στα νοσοκομεία, χωρίς ούτε να υπάρχουν εμπόδια και φίλτρα και προσπάθεια αποτροπής τους. Ούτε φυσικά να τους χρεώνονται νοσήλια, όπως γινόταν στο παρελθόν, τα οποία χρέη μεταφέρονταν στην εφορία».
Και ξέρετε πολύ καλά ότι έχουμε περάσει ρύθμιση και διαγράφουμε αυτήν την περίοδο αυτά τα συσσωρευμένα χρέη για νοσηλείες που έγιναν στο παρελθόν για ανασφάλιστους πολίτες. Αυτό, λοιπόν, είναι μια μεγάλη, ανακουφιστική τομή».
Η νέα ΠΦΥ
Αναφερόμενος στο όντως φιλόδοξο εγχείρημα της Πρωτοβάθμαις φροντίδας Υγείας, ο υπουργός Υγείας επισήμανε ότι «κατά την άποψή μου, είναι η πιο καίρια μεταρρύθμιση, που εκκρεμούσε από ιδρύσεως του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Εκεί πάντα υπήρχε ένα κενό, ιδιαίτερα στη φροντίδα στα αστικά κέντρα. Στην ύπαιθρο υπήρχαν τα Κέντρα Υγείας αγροτικού τύπου, τα οποία νομίζω ότι προσέφεραν υπηρεσίες. Και εξακολουθούν να προσφέρουν, φυσικά. Τώρα έχουν και μια καλύτερη στελέχωση με γενικούς γιατρούς, με ειδικευμένους γιατρούς, δηλαδή. Νομίζω ότι το μεγάλο στοίχημα είναι να προχωρήσουμε στην αναδιοργάνωση όλου του συστήματος υγείας, όχι πια με επίκεντρο το νοσοκομείο, όπως μέχρι τώρα, αλλά με επίκεντρο την πρωτοβάθμια φροντίδα. Και με έμφαση στην πρόληψη, στην αγωγή υγείας, στην φροντίδα σε επίπεδο κοινότητας. Αυτό είναι το στοίχημα διεθνώς. Ο θεσμός αυτός είναι πραγματικά ένας θεσμός δοκιμασμένος σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Είναι ένα μοντέλο, το οποίο έχουν υιοθετήσει όλα τα αναπτυγμένα κράτη. Προς τα εκεί πρέπει να προχωρήσουμε. Προφανώς, παίρνοντας υπόψιν τις ιδιαιτερότητες της χώρας μας, τις ανάγκες και λοιπά. Είναι, όμως, μια κατεύθυνση, κατά την άποψή μου, που δεν έχει επιστροφή.
Βεβαίως, υπάρχουν προβλήματα και δυσκολίες. Το κυριότερο πρόβλημα είναι ότι αυτήν την περίοδο έχει μειωθεί, δραματικά θα έλεγα, η δεξαμενή των διαθέσιμων γιατρών στη χώρα. Λόγω του brain drain έχουν φύγει από την Ελλάδα περίπου 18.000 –η εικόνα που έχουμε τα χρόνια της κρίσης- γιατροί, έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό. Αυτό έχει μειώσει, λοιπόν, τη δυνατότητα να βρούμε γιατρούς για τις θέσεις που προκηρύσσουμε, είτε στις τοπικές μονάδες υγείας, τις ΤΟΜΥ, που αναπτύσσουμε αυτήν την περίοδο, είτε για να κάνουμε συμβάσεις ελευθεροεπαγγελματιών οικογενειακών γιατρών με τον ΕΟΠΥΥ. Πολλές φορές, ακόμα και για να βρούμε ανταπόκριση σε προκηρύξεις που κάνουμε για μόνιμες θέσεις στο σύστημα υγείας, αλλά σε κάπως πιο απομονωμένες περιοχές, στα νησιά σε άγονα μέρη, σε δυσπρόσιτες περιοχές και λοιπά».
Και λίγο αργότερα στην παρέμβασή του στο «ΚΟΚΚΙΝΟ» προσθέτει ο κ. Ξανθός:
«Θέλουμε να πείσουμε τον πολίτη ότι, αν αξιοποιήσει αυτό το δίκτυο, θα έχει καλύτερη φροντίδα. Θα μπορεί να κλείσει νωρίτερα ραντεβού, για παράδειγμα, στο νοσοκομείο αν τον παραπέμψει ο οικογενειακός του γιατρός, από το αν επιλέξει να πάει μόνος του. Δε θα τον εμποδίσουμε να πάει μόνος του, τουλάχιστον σε μια αρχική φάση. Θέλουμε, δηλαδή, αυτό το σύστημα παραπομπών και λειτουργίας του θεσμού του οικογενειακού γιατρού να προχωρήσει σταδιακά, να εμπεδωθεί, να εδραιωθεί.
Το επόμενο διάστημα, με την νέα προκήρυξη που έχουμε κάνει για τις τοπικές μονάδες υγείας, θα έχουμε μια μεγαλύτερη δυνατότητα, με περισσότερους οικογενειακούς γιατρούς, να στελεχώσουμε τις δομές και να ενισχύσουμε αυτές που ήδη λειτουργούν. Και να ανοίξουμε επιπλέον.
Εκεί υπάρχει και ένα πρόβλημα με τα διαθέσιμα κτήρια, που δυστυχώς θα ξέρετε και λόγω Airbnb, τουρισμού και λοιπά έχουμε μια δυσκολία αυτήν την περίοδο να βρούμε διαθέσιμα κτήρια και κρατικά, για τα οποία δεν είναι πάντα ευχερής η ανακαίνισή τους και η παραχώρησή τους και λοιπά.
Αλλά και ιδιωτικά κτήρια. Πολλές φορές, δηλαδή, κάνουμε προσκλήσεις ενδιαφέροντος και δεν έχουμε ανταπόκριση. Αυτό είναι μεγάλο στοίχημα και νομίζω ότι στη μεταμνημονιακή φάση πραγματικά θα έχουμε μια μεγαλύτερη δυνατότητα, ευχέρεια να στηρίξουμε αυτό το νέο μοντέλο που πιστεύω ότι προοπτικά θα αναδιοργανώσει συνολικά το σύστημα υγείας.
Και επιτρέψτε μου να πω είναι η πιο σοβαρή ευρωπαϊκή πολιτική στον τομέα της υγείας που δρομολογείται τα τελευταία χρόνια».