της Μαρίας Τσιλιμιγκάκη
Στην απάντηση της διοίκησης του Οργανισμού αναφέρεται μεταξύ αλλων ότι «η αρχική υπουργική απόφαση Γ3γ/οικ.96176 () περιελάμβανε στο μαθηματικό τύπο υπολογισμού του προϋπολογισμού έτους 2014 κάθε κλινικής επτά συνολικά παράγοντες, μεταξύ των οποίων και οι ακόλουθοι δύο: α) τον δείκτη μεριδίου κλινικής και β) τον δείκτη αξιοπιστίας-φερεγγυότητας οι οποίοι για να εξαχθούν έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος από τις ελεγκτικές εταιρίες, καθώς και η τελική εκκαθάριση των δαπανών έτους 2013.
Όμως όπως είναι σε όλους γνωστό η διαδικασία ελέγχου των δαπανών έτους 2013 μέσω των ιδιωτικών ελεγκτικών εταιρειών έχει καθυστερήσει λόγω της εκδίκασης προσφυγών που έχουν κατατεθεί στο ΣτΕ από κάποιες ιδιωτικές κλινικές και είναι άγνωστο το πότε θα ολοκληρωθεί. Επιπρόσθετα, αρκετές ιδιωτικές κλινικές έχουν αμφισβητήσει τα αρχικά πορίσματα του ελέγχου και έχουν προσφύγει στη διαδικασία της διαιτησίας, η οποία δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί».
Και συνεχίζει εξηγώντας ότι ο ΕΟΠΥΥ είναι υποχρεωμένος να υπολογίσει άμεσα το rebate και το clawback του 2014 και να εισπράξει λογιστικά τις επιστροφές των ποσών, τόσο επειδή περιγράφεται στις προαπαιτούμενες δράσεις της νέας συμφωνίας με τους θεσμούς με χρονοδιάγραμμα υλοποίησης τον Οκτώβριο του 2015, όσο και επειδή η λογιστική είσπραξη των ποσών θα μειώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Οργανισμού.
«Υπό αυτό το πρίσμα κρίθηκε αναγκαία η αποδέσμευση του μαθηματικού τύπου προσδιορισμού του προϋπολογισμού κάθε κλινικής από τη διαδικασία της εκκαθάρισης και έτσι: α) άλλαξε ο δείκτης μεριδίου κλινικής και πλέον υπολογίζεται με βάση τις υποβαλλόμενες δαπάνες έτους 2014 και όχι τις εκκαθαρισμένες δαπάνες έτους 2013 και β) αφαιρέθηκε εντελώς ο δείκτης που συναρτάται με την τελική εκκαθάριση του 2013. Η απόφαση για την εξαίρεση του ανωτέρω δείκτη τέθηκε στη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς και συμφωνήθηκε στις αρχές Αυγούστου του 2015. Παρέμειναν όμως στο μαθηματικό τύπο οι πέντε άλλοι δείκτες ποιότητας και στην τροποποιητική απόφαση».
Και η ανακοίνωση καταλήγει:
«Σε κάθε περίπτωση, ο ΕΟΠΥΥ δεν έχει καταβάλει αναίτια ποσά σε παρόχους, δεδομένου ότι το εκτιμώμενο ποσό μη αποδεκτών δαπανών προς τον ΕΟΠΥΥ, που αναφέρει το δημοσίευμα, είναι της τάξεως των 40 – 50 εκ. ευρώ και είναι σημαντικά μικρότερο από την υπέρβαση του κλειστού προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ έτους 2014, το οποίο είναι περίπου 180 εκ. ευρώ και φυσικά δεν έχει καταβληθεί.
Τέλος να επισημάνουμε, όπως έχει πολλές φορές τονιστεί κατά το παρελθόν, ότι μετά το πέρας της επίπονης διαδικασίας της εκκαθάρισης, όλες οι περιπτώσεις που έχουν ενδείξεις παραβατικότητας και όχι απλώς το χαρακτήρα των μη αποδεκτών δαπανών, παραπέμπονται στα ελεγκτικά όργανα της πολιτείας (ΥΠΕΔΥΦΚΑ) αλλά και στη δικαιοσύνη για την επιβολή των ανάλογων ποινών».