Δικαίωση για τα άτομα με σοβαρή και βαριά νοητική υστέρηση: Σε ΦΕΚ σχετικό προνοιακό επίδομα για 1.100 άτομα
Σε ΦΕΚ δημοσιεύθηκε η υπουργική απόφαση για την «Τροποποίηση του Προγράμματος Οικονομικής Ενίσχυσης Σοβαρής και Βαριάς Νοητικής Υστέρησης», γεγονός που ανακοινώνει με ικανοποίηση, η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑμεΑ), η οποία προβλέπει ότι οι δικαιούχοι του Προγράμματος Οικονομικής Ενίσχυσης ατόμων με Σοβαρή και Βαριά Νοητική Υστέρηση που λαμβάνουν ορφανική σύνταξη λόγω θανάτου γονέα, δικαιούνται το εν λόγω προνοιακό επίδομα ανεξάρτητα από το ποσό της σύνταξης ή της οικονομικής ενίσχυσης που λαμβάνουν.
«Ο αγώνας που έδωσε το αναπηρικό κίνημα επί μήνες βρήκε τη δικαίωσή του και συνεχίζεται ώστε αν έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα και για τα άτομα που λαμβάνουν το επίδομα της οικονομικής ενίσχυσης των ατόμων με βαριά αναπηρία κλπ.», τονίζει σε σχετική ανακοίνωσή της η ΕΣΑμεΑ.
Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε πως η απόφαση αυτή έρχεται να αποκαταστήσει μια χρόνια αδικία στα άτομα με βαριά αναπηρία:
«Η απόφαση αυτή –που έρχεται σε συνέχεια της αύξησης 8% σε 13 αναπηρικά επιδόματα συμπεριλαμβανομένου και του επιδόματος βαριάς νοητικής υστέρησης- ήταν επιβεβλημένη, καθώς αποκαθιστά μια αδικία χρόνων σε βάρος μιας ομάδας ιδιαίτερα ευάλωτων συνανθρώπων μας. Συνεχίζουμε να στηρίζουμε τους συμπολίτες μας με αναπηρία, όχι στα λόγια, αλλά με πράξεις».
Τι προβλέπει η απόφαση
Συγκεκριμένα, με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστή Χατζηδάκη, του αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Θεόδωρου Σκυλακάκη και της υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Δόμνας Μιχαηλίδου προβλέπεται ότι οι δικαιούχοι του Προγράμματος με ορφανική σύνταξη μετά τον θάνατο γονέα δικαιούνται το εν λόγω προνοιακό επίδομα (που χορηγείται από τον ΟΠΕΚΑ), παράλληλα με την σύνταξη ή οικονομική ενίσχυση που λαμβάνουν.
Σημειώνεται ότι δικαιούχοι του επιδόματος –που χορηγείται από τον ΟΠΕΚΑ και διαμορφώνεται σε 569 ευρώ μετά την αύξηση 8% που θα ισχύει από την 1η Μαΐου– είναι τα άτομα που κρίνονται από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή ΚΕΠΑ ότι έχουν είτε σοβαρή ή βαριά νοητική υστέρηση με ποσοστό αναπηρίας άνω του 80% και δείκτη νοημοσύνης κάτω από 34.
Επίσης, εάν πάσχουν από σύνδρομο Down ή άλλα γενετικά σύνδρομα του χρωμοσώματος, με συνοδό σοβαρή ή βαριά νοητική υστέρηση και με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω, είτε εμφανίζουν διαταραχή αυτιστικού φάσματος ή διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή ή αυτισμό ή σύνδρομο Asperger, με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω.
Μέχρι τώρα, τα εν λόγω άτομα έχαναν το προνοιακό επίδομα εάν η ορφανική σύνταξη ήταν υψηλότερη από την κατώτατη σύνταξη του ΟΓΑ (360 ευρώ).
«Δεν θα σταματήσουμε να τονίζουμε ότι είναι απαράδεκτο ότι ακόμη και για μία μηδαμινή διαφορά της τάξης του ενός ευρώ, άτομα με βαριά αναπηρία και πλήρη ανικανότητα βιοπορισμού και χωρίς άλλα εισοδήματα καταδικάζονται σε πλήρη οικονομική ένδεια, τη στιγμή μάλιστα που χάνουν τους γονείς – προστάτες τους», σημειώνει ο πρόεδρος της ΕΣΑμεΑ, Ιωάννης Βαρδακαστάνης και εξηγεί:
«Η διακοπή του εν λόγω επιδόματος, το οποίο δίνεται για την κάλυψη του πρόσθετου κόστους των αναγκών που προκύπτουν από την αναπηρία, δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα στην αξιοπρεπή διαβίωση των ατόμων με αναπηρία και των οικογενειών τους, εάν ληφθεί υπόψη η διαχρονική έλλειψη κρατικών υποστηρικτικών δομών και προγραμμάτων στήριξής τους εντός της κοινότητας».
Η Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Δόμνα Μιχαηλίδου, δηλώνει πως η ουσία της πολιτικής είναι να διορθώνει τα λάθη της:
«Διορθώνουμε μία αδικία δεκαετιών που αφορά στα άτομα με βαριά νοητική υστέρηση. Πρόκειται για τα άτομα με τη μεγαλύτερη ευαλωτότητα, με νοητική υστέρηση 80%, με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης ή σύνδρομο down ή αυτισμό, που μέχρι σήμερα στερούνταν το επίδομα βαριάς νοητικής υστέρησης, εάν λάμβαναν μηνιαία σύνταξη ανώτερη των 360 ευρώ. Δηλαδή στο χρονικό σημείο στο οποίο ακριβώς γίνονταν ακόμα πιο ευάλωτοι, όταν οι γονείς τους δεν ήταν πια στη ζωή, στερούνταν το αναπηρικό τους επίδομα. Περισσότερα από 1.100 άτομα, θα λαμβάνουν στο εξής ανεξαρτήτως του ποσού της σύνταξης. Έχουμε όμως πολλά ακόμα να κάνουμε. Συνεχίζουμε. Δεν αφήνουμε κανέναν πίσω».