H πρωτότυπη επιστημονική μέθοδος που ανέπτυξαν επιστήμονες του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) αναμένεται να αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο στα χέρια του ΕΟΔΥ, κατά την επόμενη φάση της πανδημίας.
Μέσω της ανάλυσης των αστικών λυμάτων της Ψυττάλειας (σε αρχική φάση), οι επιστήμονες από το Εργαστήριο Αναλυτικής Χημείας και από την Εργαστηριακή Μονάδα Μοριακής Ανάλυσης του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ θα μπορούν να ανιχνεύουν έγκαιρα στο χημικό περιβάλλον των λυμάτων την παρουσία του ιού SARS-CoV-2. Η αύξηση της ποσότητας του ιού στα λύματα, θα είναι το “καμπανάκι”, ότι η νόσος πιθανώς διασπείρεται αθόρυβα στον πληθυσμό.
Μιλώντας στο iatropedia.gr o καθηγητής Αναλυτικής Χημείας του ΕΚΠΑ, Νικόλαος Σ. Θωμαΐδης, εξηγεί:
“Στο ΕΚΠΑ εκπονούμε αυτό το πρόγραμμα σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ, ο οποίος θα το εφαρμόσει στη δεύτερη φάση της πανδημίας για να δούμε εάν μπορούμε να έχουμε ένα early warning system, δηλαδή ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης. Δηλαδή, εκεί που θα έχουμε ένα σταθερό baseline του ιού στα λύματα και δεν περιμένουμε να έχουμε εξάρσεις, εάν δούμε κάποια στιγμή να αυξάνουν αυτές οι συγκεντρώσεις, θα καταλάβουμε ότι έχουμε μεγαλύτερη διάδοση, διότι οι συνθήκες θα το ευνοούν αυτό. Οι συνθήκες της θερμοκρασίας και της υγρασίας και των καιρικών συνθηκών. Οπότε πριν αρχίσουν να αυξάνονται τα κρούσματα και οι αναλύσεις στα εργαστήρια αναφοράς, θα φθάνει έγκαιρα αυτή η πληροφορία ο ΕΟΔΥ, ώστε να ειδοποιήσει την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για να ληφθούν έγκαιρα κάποια μέτρα”
Συγκέντρωση δειγμάτων από τον Μάρτιο
Η επιστημονική ομάδα συγκεντρώνει τα δείγματα λυμάτων από τον περασμένο Μάρτιο, οπότε και εμφανίστηκαν τα πρώτα κρούσματα του κορωνοϊού στη χώρα. Οι δειγματοληψίες συνεχίζονται σε καθημερινή βάση μέχρι σήμερα, ενώ τα δείγματα φυλάσσονται στους -80 βαθμούς, με σκοπό να δημιουργηθεί μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βάση δεδομένων, όταν τα δείγματα αυτά θα εξεταστούν.
“Θα δούμε πώς πήγε η διάδοση του ιού μέσα στο Μάρτιο και τον Απρίλιο και πως εξελίσσεται μέσα στον Μάιο. Εγώ παίρνω δείγματα συνέχεια. Οπότε όταν θα είμαστε έτοιμοι θα καταφέρουμε να πούμε, εάν μέσα από αυτή τη διαδικασία θα μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε τη διάδοση της νόσου μέσα από τα λύματα. Εμείς είμαστε αισιόδοξοι ότι αυτό όντως μπορεί να γίνει. Για να μπορεί ο ΕΟΔΥ να έχει ένα εργαλείο στα χέρια του, ώστε άμεσα να παίρνει αποφάσεις και να προφυλάσσει τον πληθυσμό από την εξάπλωση της νόσου, από δυσάρεστες επιπτώσεις στο σύστημα υγείας, από άσχημη κατάληξη των συνανθρώπων μας”, αναφέρει ο καθηγητής κ. Θωμαϊδης.
Η μέθοδος που δημιουργούν οι επιστήμονες -με τη συνεργασία του Καθηγητή Κλινικής Βιοχημείας ΕΚΠΑ, Ανδρέα Σκορίλα – θα – είναι επικυρωμένη και πιστοποιημένη σε πολλά διαφορετικά δείγματα, όπως αυτά των αστικών λυμάτων, των λυμάτων νοσοκομείων, αλλά και ειδικών λυμάτων από κλειστές δομές. Αρχικά η μέθοδος θα στηριχθεί σε δειγματοληψίες από την Ψυτάλλεια αποκλειστικά, με δείγματα που θα αφορούν τα περίπου 4 εκατομμύρια κατοίκων του λεκανοπεδίου. Εάν όλα εξελιχθούν, όπως αναμένουν οι ειδικοί, επόμενος στόχος θα είναι η επέκταση του προγράμματος σε όλες τις μονάδες επεξεργασίας λυμάτων της Ελλάδας, ώστε να υπάρχουν πληροφορίες για τον πληθυσμό σε πανελλαδική κλίμακα.
Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Θωμαϊδη, με τη συστηματική παρακολούθηση των λυμάτων για τη διασπορά της νόσου COVID-19, μπορεί να προσδιοριστεί ο κύκλος ζωής του ιού στις κοινωνίες, δηλαδή η πιθανή επανεμφάνισή του κατά τους φθινοπωρινούς μήνες -μετά από την περίοδο ύφεσης, η οποία εκτιμάται ότι θα παρατηρηθεί κατά τους καλοκαιρινούς μήνες- και να ληφθούν έγκαιρα μέτρα πριν γίνει μεγαλύτερη διάδοση.
Δεν μεταδίδεται ο ιός μέσα από τα λύματα που καταλήγουν στη θάλασσα
Σε ότι αφορά το θέμα της πιθανότητας μετάδοσης του ιού SARS-CoV-2, μέσω των λυμάτων που καταλήγουν στη θάλασσα, ο καθηγητής Χημείας, κ. Νικόλαος Θωμαϊδης, είναι κατηγορηματικός:
“Είναι εντελώς απίθανο αυτόν τον ιό να τον δούμε στη θάλασσα και από τα λύματα να μολυνθούμε. Ο συγκεκριμένος ιός ως δομή, το ιικό υλικό του δηλαδή, διασπάται πάρα πολύ εύκολα και ήδη μέσα στο αποχετευτικό σύστημα είναι κατά βάση ανενεργός μέσα στα λύματα. Έχει διασπαστεί το περίβλημά του και το RNA του έχει κομματιαστεί κατά 90%. Άλλοι μικροοργανισμοί που υπάρχουν λύματα είναι μολυσματικοί. Αυτός ο ιός είναι απίθανο να έχει επιβιώσει. Πολύ περισσότερο αφού προηγουμένως περάσει από το σύστημα επεξεργασίας του ΚΕΛ Ψυτάλλεια”.
Ακόμη πιο ασφαλές είναι το πόσιμο νερό των δικτύων ύδρευσης της ΕΥΔΑΠ, σύμφωνα με τον καθηγητή, κ. Θωμαϊδη, καθώς το νερό περνά από φίλτρα και περιέχει χλώριο: “Όλα τα μεγάλα συστήματα ύδρευσης έχουν μονάδες απολύμανσης και δεν υπάρχει περίπτωση να επιβιώσει ο ιός αυτός. Ειδικά το χλώριο τον διαλύει. Το ίδιο ισχύει και για τις πισίνες, αρκεί να υπάρχει πρόνοια να καθαρίζονται, να απολυμαίνονται, να ελέγχονται τακτικά τα συστήματα λειτουργίας και να τηρούνται οι νόμοι”, καταλήγει.