Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), στην Ελλάδα έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μία δόση μόλις το 63,1% των πολιτών άνω των 80 ετών και το 64,2% άνω των 70 ετών. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πάνω από 74%, ενώ σε πολλές χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Δανία, η Φινλανδία και η Μάλτα ξεπερνά το 90%.
Η Ένωση Ασθενών Ελλάδας, αναγνωρίζοντας «τα σημαντικά επιτεύγματα της εθνικής προσπάθειας για την ταχεία επίτευξη συλλογικής ανοσίας», όπως αναφέρει, επισημαίνει ταυτόχρονα το σοβαρό «κενό» που θα προκύψει στην εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού, η οποία θα υποσκάψει μακροπρόθεσμα τους στόχους μας με την επανέναρξη των οικονομικών δραστηριοτήτων, αλλά και το άνοιγμα του τουρισμού.
Μία επιπρόσθετη ανησυχητική ένδειξη, όπως αναφέρουν τα μέλη της Ένωσης, είναι ότι το ποσοστό των ατόμων άνω των 80 ετών στην Ελλάδα που έχει λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου, αυξήθηκε μόλις κατά τέσσερις μονάδες τον τελευταίο μήνα (από το 59,2% στις αρχές Απριλίου στο 63,1% στις αρχές Μαΐου).
Ενώ την ίδια στιγμή, το χαμηλό ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης σε μεγαλύτερες ηλικίες αποτυπώνεται και στα δεδομένα των θανάτων από COVID-19.
«Τις τελευταίες εβδομάδες καταγράφονται κατά μέσο όρο ημερησίως 7 θάνατοι ανά εκατομμύριο κατοίκους στην Ελλάδα. Κατά την ίδια περίοδο, ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση φθίνει συνεχώς κάτω των 6 και έχει πλέον αγγίξει τους 3,7», σημειώνουν οι ασθενείς.
Τι πρέπει να κάνει η Πολιτεία
Σύμφωνα με το μεγαλύτερο φορέα των ασθενών στη χώρα μας, η Πολιτεία οφείλει να επικεντρωθεί πιο στοχευμένα στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, όπου τα ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν κατά πολύ χαμηλότερα σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η Ένωση Ασθενών Ελλάδας καλεί την Κυβέρνηση να αναλάβει πρωτοβουλία και σε συνεργασία πάντοτε με την επιστημονική κοινότητα και την κοινωνία των πολιτών, όπως λέει, «να αναζητήσουμε συστηματικά και από κοινού τις ενδεδειγμένες πολιτικές για την αύξηση του ποσοστού ανοσίας στις πλέον ευπαθείς ηλικιακές ομάδες σε επίπεδα τουλάχιστον άνω του 80%».
Στην κατεύθυνση αυτή οι ασθενείς προτείνουν μια στρατηγική η οποία θα βασιστεί σε δύο κύριους πυλώνες:
- Επιμονή στη συστηματική ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν, για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων αξιοποιώντας τα ΜΜΕ, το υγειονομικό σύστημα, την τοπική αυτοδιοίκηση, τους ιατρικούς συλλόγους, τις επιστημονικές εταιρείες και ασφαλώς τους συλλόγους ασθενών και εν γένει την κοινωνία των πολιτών.
Όπως αναφέρουν τα μέλη της ΕΑΕ: «Ο ίδιος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας στις κατευθυντήριες οδηγίες του για την αντιμετώπιση της πανδημίας προτάσσει την εμπλοκή της κοινότητας στη διαμόρφωση και εφαρμογή των πολιτικών αναχαίτισης της μετάδοσης της νόσου. Η στρατηγική θα πρέπει να αναπτυχθεί με όρους ταχύτητας αλλά και επιστημονικής τεκμηρίωσης, διαμέσου του προσδιορισμού και της ανάλυσης των χαρακτηριστικών και των αντιλήψεων των ατόμων που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν, προκειμένου οι όποιες ενέργειες να είναι στοχευμένες».
- Δευτερευόντως, οι ασθενείς προτείνουν τη θέσπιση ηπιότερων κοινωνικών περιορισμών για άτομα που έχουν αναπτύξει ανοσία, ως ένα κίνητρο προς τους πολίτες για να εμβολιαστούν.
«Μία σειρά από κράτη έχουν ήδη εφαρμόσει σχετικές ρυθμίσεις, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη Γερμάνια όπου η Βουλή ενέκρινε την άρση των περιορισμένων συνάθροισης, επίσκεψης σε χώρους αναψυχής και στην αγορά για όσους πολίτες είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Η σχετική συζήτηση θα πρέπει να γίνει και στην Ελλάδα, με όρους επιστημονικής τεκμηρίωσης και ασφαλώς χωρίς να παράγει δυσανάλογες ανισότητες», σημειώνουν οι ασθενείς – μέλη της ΕΑΕ.
Τέλος, σημειώνουν πως με το άνοιγμα του τουρισμού και την πλήρη επαναφορά των οικονομικών δραστηριοτήτων, η συλλογική ανοσία καθίσταται πλέον όχι μόνο μία αναγκαία συνθήκη για τη διασφάλιση της υγείας των ευπαθών ομάδων και ολόκληρου του πληθυσμού, αλλά επιπλέον ένα κρίσιμο εργαλείο για την ανάκαμψη της οικονομίας και ανάδειξης της χώρας ως ένα ασφαλή προορισμό.
«Στην κατεύθυνση αυτή, η Ένωση Ασθενών Ελλάδας δηλώνει έτοιμη να συμμετέχει εποικοδομητικά στο σχετικό διάλογο και στην επικοινωνία και εφαρμογή των μέτρων που θα συμφωνηθούν», καταλήγουν τα μέλη της.