Ήταν ένα μυστήριο παλαιό όσο τα εμβόλια. Γιατί πρέπει να κάνουμε το εμβόλιο της γρίπης κάθε χρόνο, ενώ εκείνα της παιδικής ηλικίας (π.χ. της παρωτίτιδας ή της ιλαράς) διαρκούν για μια ζωή;
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι βρήκαν την απάντηση και εκτιμούν ότι με μια απλή εξέταση αίματος θα μπορούσε να ελέγχεται η διάρκειά τους.
Όπως αναφέρουν, το κλειδί είναι ορισμένα μόρια που αναπτύσσονται μέσα σε λίγες ημέρες από τον εμβολιασμό, αλλά όχι από τα κύτταρα του ανοσοποιητικού, όπως θα περίμενε κανείς.
Η παραγωγή αυτών των μορίων είναι μοναδική για κάθε έναν από εμάς, λένε. Και προσθέτουν πως είναι εύκολο να αναπτυχθεί μια εξέταση αίματος, που θα δείχνει ποιοι θα χρειάζονται αναμνηστική δόση ενός εμβολίου νωρίτερα από άλλους.
«Το γιατί ορισμένα εμβόλια ωθούν τον οργανισμό να παράγει αντισώματα για δεκαετίες, ενώ άλλα διαρκούν μετά βίας λίγους μήνες ήταν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της Ιατρικής», δήλωσε ο επιβλέπων ερευνητής Dr. Bali Pulendran, καθηγητής Μικροβιολογίας & Ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο Stanford. «Η έρευνά μας αποκάλυψε ότι η παρεχόμενη ανοσία σχετίζεται με τα μεγακαρυοκύτταρα – ένα είδος κυττάρων που τυπικά εμπλέκονται στην πήξη του αίματος».
Η μελέτη
Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Nature Immunology. Όπως εξηγούν οι ερευνητές, μελέτησαν 50 εθελοντές στους οποίους δοκίμαζαν ένα πειραματικό εμβόλιο για τον ιό Η5Ν1 που προκαλεί γρίπη των πτηνών.
Οι εθελοντές χωρίστηκαν τυχαία σε ομάδες. Η μία έκανε μόνο το εμβόλιο, ενώ η δεύτερη έκανε μαζί και ένα ανοσοενισχυτικό. Τα ανοσοενισχυτικά είναι χημικές ενώσεις που αυξάνουν την αντίδραση του ανοσοποιητικού στα εμβόλια.
Στη διάρκεια των πρώτων 100 ημερών από τον εμβολιασμό, οι ερευνητές πήραν αίμα αρκετές φορές από τους εθελοντές τους. Στόχος τους ήταν να καταγράψουν κάθε γονίδιο, πρωτεΐνη και αντίσωμα που εμπλεκόταν στην ανοσολογική αντίδραση καθενός εξ αυτών.
Οι αναλύσεις αποκάλυψαν ένα μοριακό μοτίβο στα δείγματα αίματος, που σχετιζόταν άμεσα με την ισχύ της ανοσολογικής αντίδρασης τους μήνες μετά τον εμβολιασμό.
Το μοτίβο αυτό παρατηρήθηκε την 7η ημέρα από τον εμβολιασμό. Σχετιζόταν με τα γονίδια που περιέχουν τα αιμοπετάλια. Αυτά είναι τα κύτταρα του αίματος που δημιουργούν θρόμβους (π.χ. για να σταματάει το αίμα μετά από έναν τραυματισμό).
Τα αιμοπετάλια δημιουργούνται από τα μεγακαρυοκύτταρα που υπάρχουν στο μυελό των οστών. Στη συνέχεια αποσπώνται από αυτά και εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος. Με αυτό τον τρόπο φέρουν μαζί τους μερικές από τις γενετικές πληροφορίες των μεγακαρυοκυττάρων.
«Αυτό που ανακαλύψαμε είναι ότι τα αιμοπετάλια αποτελούν «δείκτη» όσων συμβαίνουν στα μεγακαρυοκύτταρα και πως αυτά σχετίζονται άμεσα με την ανοσολογική αντίδραση στα εμβόλια», είπε ο Dr. Pulendran.
Η επαλήθευση
Για να επαληθεύσουν ότι τα μεγακαρυοκύτταρα εμπλέκονται στη διάρκεια των εμβολίων, οι ερευνητές έκαναν το εμβόλιο για τη γρίπη των πτηνών σε ποντίκια. Μαζί τους χορήγησαν ένα φάρμακο (θρομβοποιητίνη) που διεγείρει τον αριθμό των ενεργών μεγακαρυοκυττάρων στον μυελό των οστών.
Η θρομβοποιητίνη οδήγησε σε εξαπλασιασμό των αντισωμάτων στο εμβόλιο μέσα σε δύο μήνες από τη χορήγησή του.
Περαιτέρω αναλύσεις έδειξαν ότι τα μεγακαρυοκύτταρα παράγουν βιοχημικές ουσίες οι οποίες αυξάνουν τη διάρκεια ζωής των κυττάρων στον μυελό των οστών που είναι υπεύθυνα για την παραγωγή των αντισωμάτων.
Με άλλα λόγια «τα μεγακαρυοκύτταρα παρέχουν το κατάλληλο περιβάλλον για την επιβίωση των ανοσοποιητικών κυττάρων», εξήγησε ο Dr. Pulendran.
Για να εξακριβώσουν εάν αυτό ισχύει για όλα τα εμβόλια, οι ερευνητές εξέτασαν δείγματα αίματος από 250 άλλους εθελοντές. Οι εθελοντές αυτοί είχαν κάνει επτά άλλα εμβόλια, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν εκείνα για:
- Την εποχιακή γρίπη
- Τον κίτρινο πυρετό
- Την ελονοσία
- Την COVID-19
Σε όλες τις περιπτώσεις παρατήρησαν ότι το ίδιο μοριακό μοτίβο της ενεργοποίησης των μεγακαρυοκυττάρων σχετιζόταν με τη διάρκεια της ανοσίας.
Οι ερευνητές λένε πως με βάση τα ευρήματά τους μπορεί εύκολα να αναπτυχθεί μια μοριακή ανάλυση (PCR). Αυτή θα μετρά την γονιδιακή έκφραση λίγες μέρες μετά τα εμβόλια και θα προβλέπει τη διάρκεια της ανοσίας. «Με αυτό τον τρόπο θα ξέρουμε ποιος χρειάζεται αναμνηστική δόση και πότε», κατέληξε ο καθηγητής.
Φωτογραφία: iStock