της Μαρίας Τσιλιμιγκάκη
Το ζήτημα της διενέργειας εμβολιασμών σε παιδιά απασχόλησε την Επιτροπή, με αφορμή το κίνημα γονέων που αμφισβητεί την ασφάλεια των εμβολίων… Για την Επιτροπή, ο προβληματισμός αυτός έχει ηθικές διαστάσεις που πρέπει να επισημανθούν.
Η πρώτη είναι αρχή της συναίνεσης
Όπως κάθε ιατρική πράξη, η διενέργεια εμβολιασμού προϋποθέτει τη συναίνεση του προσώπου. Αναγκαστική υποβολή σε εμβολιασμό δεν νοείται, δεν μπορεί δηλαδή να παρακαμφθεί η βούληση των γονέων.
Η δεύτερη αφορά την σπουδαιότητα της πληροφόρησης
Οι γονείς βασίζονται στην πληροφόρηση που έχουν από τον γιατρό. Η ποιότητα της πληροφόρησης αποτελεί εγγύηση ορθότητας της απόφασης για τον εμβολιασμό του παιδιού. Ελάχιστο κριτήριο αυτής της ποιότητας είναι, για την Επιτροπή, οι κανόνες της βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής, κάτι που σημαίνει ότι:
– Ο γιατρός οφείλει να πληροφορεί τους γονείς για τα πρωτόκολλα και τις κατευθυντήριες οδηγίες διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημονικών φορέων και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, που σχετίζονται με τον συγκεκριμένο εμβολιασμό, ιδίως όταν οι γονείς αμφιβάλλουν για την αξία του.
– Ο γιατρός διατηρεί την ελευθερία της επιστημονικής του γνώμης και μπορεί να εκφράζει τη διαφωνία του για τον εμβολιασμό. Από δεοντολογική άποψη, η χωρίς τεκμηρίωση διαφωνία του, ισοδυναμεί με παραπλανητική πληροφόρηση.
Η προστασία της υγείας των άλλων
Η απόφαση των γονέων να μην εμβολιασθεί το παιδί, δεν μπορεί να οδηγεί σε δυσμενείς συνέπειες αποκλεισμού του από την κοινωνική ζωή, εφ όσον δεν τίθεται σοβαρό ζήτημα για την προστασία της δημόσιας υγείας. Σε διαφορετική περίπτωση, ο εμβολιασμός θα απέβαινε αναγκαστικός, κατά παράβαση της αρχής της συναίνεσης.