Iatropedia

Εμβολιασμός και έφηβοι: Τα οφέλη και οι κίνδυνοι – Γιατί χρειάζεται συγκατάθεση γονέα

Τις λεπτομέρειες της εμβολιαστικής εκστρατείας στους εφήβους που ξεκινά στη χώρα μας από την ερχόμενη εβδομάδα, θα προσδιορίσουν σήμερα στη συνεδρίασή τους τα μέλη της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών. Ποια είναι τα στοιχεία υπέρ και κατά του εμβολιασμού στις ηλικίες 15 έως 17 ετών και γιατί απαιτείται γονική συναίνεση.

Μετά από σοβαρή σκέψη και προσεκτική εξέταση των πραγματικών δεδομένων η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έδωσε το “πράσινο φως” για τον εμβολιασμό και στη χώρα μας των εφήβων από 15 έως 17 ετών. Ήταν μια απόφαση που δεν ελήφθη εσπευσμένα, καθώς οι επιστήμονες εξετάζουν τα στοιχεία εδώ και πολύ καιρό.

Ο εμβολιασμός των εφήβων κάτω των 18 ετών έχει μεν ενδείξεις, όμως, εγείρει και φόβους. Για τον λόγο αυτό, πριν από τη λήψη του εμβολίου θα απαιτηθεί έγγραφη συγκατάθεση του γονέα, κάτι που συμβαίνει στις περισσότερες χώρες που εμβολιάζουν παιδιά σε μικρότερες ηλικίες.

Έτσι, η “θετική γνώμη” που διατύπωσε η Επιτροπή προϋποθέτει και την υποχρέωση από την πλευρά του γονέα να αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη πριν από τον εμβολιασμό του παιδιού του, καθώς μιλάμε για ανήλικους.

Ο εμβολιασμός σ’ αυτήν την ηλικιακή ομάδα είναι μεν ένα “ασφαλές βήμα προς την κανονικότητα της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ζωής”, όπως τόνισε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Μαρία Θεοδωρίδου, ωστόσο πάντα κρύβει τον πολύ σπάνιο αλλά υπαρκτό κίνδυνο των ανεπιθύμητων ενεργειών, όπως όλα τα εμβόλια.

Και ενδέχεται ο φόβος αυτός να αποτρέψει αρκετούς γονείς να βάλουν την υπογραφή τους για τον εμβολιασμό του παιδιού τους.

“Προτάσσουμε το καλό των παιδιών και όχι το τείχος ανοσίας”

Οι επιστήμονες της Επιτροπής από την πρώτη στιγμή ξεκαθάρισαν ότι ο εμβολιασμός παιδιών και εφήβων δεν θα έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα και ούτε θα προταθεί με σκοπό να “χρησιμοποιηθούν” τα παιδιά για να οικοδομήσει η χώρα μας τείχος ανοσίας απέναντι στον ιό SARS-CoV-2.

Η Καθηγήτρια Παιδιατρικής και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Βάνα Παπαευαγγέλου, σε πρόσφατες δηλώσεις της ήταν κάθετη:

“Εμείς στην Επιτροπή είμαστε πολλοί παιδίατροι και θα προτάξουμε το καλό των παιδιών. Δεν θα χρησιμοποιήσουμε τα παιδιά για να προστατεύσουμε μία κοινωνία όπου κάποιοι ενήλικες αρνούνται να εμβολιαστούν. Αυτό δεν είναι το σκεπτικό μας. Το τείχος ανοσίας το θέλουμε, αλλά τι να το κάνεις να έχεις εμβολιασμένους εφήβους όταν θα έχεις παιδιά του Δημοτικού που θα γυρίσουν και θα κολλήσουν τον 70χρονο παππού, ο οποίος θα νοσήσει και θα πεθάνει. Άρα προτεραιότητα έχει να εμβολιαστούν όλοι άνω των 50 και πρώτοι απ’ όλους. Αυτό πρέπει να είναι το μήνυμα. Τα παιδιά θα εμβολιαστούν για τους δικούς τους λόγους”, ανάφερε χαρακτηριστικά.

Γιατί εμβολιάζουμε τους εφήβους;

Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου Λοιμώξεων (CDC), οι έφηβοι έχουν κατά το 1/6 μικρότερη πιθανότητα νοσηλείας και κατά το 1/10 μικρότερο κινδύνου θανάτου από το COVID-19 σε σύγκριση με τους νεαρούς ενήλικες 18 έως 29 ετών. Ωστόσο, ο χαμηλός κίνδυνος δεν αποτελεί μη κίνδυνο.

Οι έφηβοι παρουσιάζουν πιο συχνά το σοβαρό πολυσυστηματικό φλεγμονώδες σύνδρομο, γνωστό και στη χώρα μας ως σύνδρομο MIS-C. Πρόκειται για μια σπάνια αλλά σοβαρή επιπλοκή του COVID-19 που προκαλεί φλεγμονή στα εσωτερικά όργανα και που μπορεί να επιφέρει μακροχρόνιες επιπτώσεις στη λειτουργία της καρδιάς.

Μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στις ΗΠΑ, επίσης, απέδειξε ότι οι νοσηλείες εξαιτίας της νόσου Covid-19 σε εφήβους μεταξύ 12 έως 17 ετών από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο, ήταν κατά τρεις φορές περισσότερες από αυτές της γρίπης. Και μάλιστα τη στιγμή που τα παιδιά φέτος φορούσαν μάσκα και πολλά σχολεία ήταν κλειστά.

Όπως φάνηκε στην συγκεκριμένη μελέτη, το 70,6% από τα παιδιά που νοσηλεύθηκαν είχε υποκείμενο νόσημα (παχυσαρκία, χρόνια πνευμονοπάθεια, νευρομυϊκά και νευρολογικά νοσήματα), το 31,4% εισήχθη σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και ένα 5% χρειάστηκε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Ωστόσο, δεν σημειώθηκε κανένας θάνατος.

Τα στοιχεία αυτά υποστηρίζουν πλέον την άποψη, πως ίσως οι επιστήμονες να είχαν υποεκτιμήσει τη συχνότητα των σοβαρών επιπτώσεων της νόσου Covid-19 στους εφήβους και πως ο εμβολιασμός θα μπορούσε να προσφέρει, ιδιαίτερα στα παιδιά με υποκείμενο νόσημα, ένα σημαντικό ποσοστό προστασίας της υγείας τους.

Άλλα επιχειρήματα υπέρ του εμβολιασμού των εφήβων μαθητών του Λυκείου περιλαμβάνουν τα εξής:

Οι επιδημιολογικές μελέτες έχουν αποδείξει πως οι έφηβοι μεταδίδουν τον ιό ευκολότερα από ότι τα παιδιά μικρότερης ηλικίας. “Γι’ αυτό και έχουν παρατηρηθεί επιδημικές εξάρσεις που συνδέονται με τις εξωσχολικές δραστηριότητες των εφήβων”, όπως ανέφερε η Καθηγήτρια κα. Θεοδωρίδου.

Τα παιδιά μεταξύ 15-17 ετών είναι πιο κοντά στο προφίλ νόσησης των ενηλίκων που εμφανίζουν συμπτώματα, παρά των πολύ μικρών παιδιών, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι εντελώς ασυμπτωματικά.

Έχουν περισσότερη κοινωνική ζωή από τα μικρότερα παιδιά.

Ο εμβολιασμός των εφήβων θα συμβάλλει στην επαναφορά τους στην κανονικότητα, την εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και την κοινωνική δραστηριότητα. Επίσης, βρίσκονται στην τελική ευθεία για τις πανελλήνιες εξετάσεις.

“Είναι γνωστό ότι η περίοδος εγκλεισμού των εφήβων είχε σημαντικές επιπτώσεις και στον τομέα της ψυχικής υγείας”, ανέφερε συγκεκριμένα η κα. Θεοδωρίδου.

Ποιοι είναι οι κίνδυνοι

Για τον εμβολιασμό των εφήβων -όπως συμβαίνει για τις περισσότερες ιατρικές παρεμβάσεις σε άτομα κάτω των 18 ετών- είναι ηθικά και νομικά απαραίτητο να υπάρξει συγκατάθεση από τον γονέα ή τον νόμιμο κηδεμόνα.

Τα εμβόλια τα οποία θα χρησιμοποιηθούν είναι τα εμβόλια mRNA. Συγκεκριμένα το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech, το οποίο έχει λάβει άδεια χορήγησης σε εφήβους ηλικίας από 12 έως 17 ετών, αλλά και το εμβόλιο της Moderna, το οποίο αναμένεται να λάβει έγκριση πολύ σύντομα.

Σύμφωνα με μελέτες τα εμβόλια mRNA είναι και πιο αποτελεσματικά στα παιδιά και εφήβους από ότι είναι στους ενήλικες, σε ποσοστό που αγγίζει και το 100%.

Το θέμα της ασφάλειας, ωστόσο, είναι αυτό το οποίο που προτάσσουν οι γονείς. Ανάμεσα σε 8 εκατομμύρια δόσεις και 6 εκατομμύρια παιδιά που ολοκλήρωσαν τον εμβολιασμό τους έως τις 21/6 εντοπίστηκαν 250 περίπου περιπτώσεις ήπιας αυτοϊώμενης περιμυοκαρδίτιδας που αντιπροσωπεύουν το 1%-4% περιπτώσεις ανά 100.000.

H μυοκαρδίτιδα ή περικαρδίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή, ακόμη και απειλητική για τη ζωή κατάσταση. Αυτός ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα μεγάλος εάν, για παράδειγμα, δρομείς δεν αντιληφθούν μια λοίμωξη ή δεν την πάρουν στα σοβαρά και συνεχίζουν να ασκούνται, παρόλο που θα χρειαζόταν μια περίοδο ανάπαυσης, όπως για παράδειγμα αν είχαν πυρετό.

Τα περιστατικά εμφανίστηκαν συνήθως μέσα σε λίγες ημέρες από τον δεύτερο εμβολιασμό. Σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές «οι περισσότεροι από τους ασθενείς που πήραν κάποια αγωγή ανταποκρίθηκαν καλά στη θεραπεία και μετά από ανάπαυση στο κρεβάτι ανάρρωσαν γρήγορα».

“Απαιτείται, επομένως, συνεχής επιτήρηση των ανεπιθύμητων ενεργειών, αλλά οι σπάνιες ήπιες καταστάσεις, όπως αυτή που αναφέρθηκε, δεν αναιρούν το όφελος των εμβολίων, όπως συμπεραίνουν και οι ερευνητές που δημοσίευσαν την προαναφερθείσα μελέτη”, κατέληξε η Καθηγήτρια, Μαρία Θεοδωρίδου.