Συγκεκριμένα, Αμερικανοί ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από τα μητρώα ασθενών με καρκίνο από 547 επαρχίες της χώρας και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι εξετάσεις προσυμπτωματικού ελέγχου (μαστογραφία) δεν λειτουργούν όπως αναμενόταν. Αντί για την πρόληψη των θανάτων με την έγκαιρη αποκάλυψη του καρκινικού όγκου στον μαστό, όταν και είναι σε ιάσιμη φάση, οι μαστογραφίες αποδείχτηκε ότι αποκαλύπτουν ως επί το πλείστον μικρούς όγκους, που θα ήταν ακίνδυνοι, αν δεν γινόταν καμία απολύτως επέμβαση.
Στις 547 επαρχίες των ΗΠΑ βρέθηκε ότι η μέθοδος τς μαστογραφίας είχε εξαπλωθεί σε ποσοστό από 39% έως 78%. Ιδεατά, οι περιοχές με τα μεγαλύτερα ποσοστά γυναικών που έκαναν μαστογραφίες θα είχαν και χαμηλότερα ποσοστά θανάτων από καρκίνο του μαστού.
Αντ' αυτού, οι ερευνητές δεν βρήκαν “καμία εμφανή συσχέτιση μεταξύ της έκτασης της μαστογραφίας και της θνησιμότητας από τον καρκίνο του μαστού”, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά στην σχετική τους έκθεση.
Για κάθε αύξηση 10 ποσοστιαίων μονάδων στα ποσοστά προσυμπτωματικού ελέγχου, η συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού αυξήθηκε κατά 16%, σύμφωνα με την μελέτη. Αυτό σημαίνει ότι υπήρχαν “επιπλέον” 35 με 49 περιπτώσεις καρκίνου του μαστού ανά 100.000 γυναίκες.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους όγκους ήταν μικροί, δηλαδή λιγότερο από 2 εκατοστά σε διάμετρο. Αλλά δεν υπήρχε αντίστοιχη μείωση στους μεγαλύτερους όγκους, κάτι που θα συνέβαινε αν οι μαστογραφίες εντόπιζαν τους καρκινικούς όγκους πριν μεγαλώσουν σε μέγεθος.
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι αυτό οφείλεται σε “υπερβολική διάγνωση καρκίνων”, η οποία αυξάνει τον εντοπισμό μικρών όγκων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτοί οι όγκοι θα εξελίσσονταν σε καρκινικούς. Συνολικά γίνεται 1,8 φορές μεγαλύτερη διάγνωση σε “μικρούς καρκίνους”, αλλά το τελικό ποσοστό θανάτων από καρκίνο του μαστού παραμένει το ίδιο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ