Σε μια εντυπωσιακή ανακάλυψη οδηγήθηκαν επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ και της Σχολής Τροπικής Ιατρικής του Λίβερπουλ: ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο αντιπηκτικό για το αίμα, η ηπαρίνη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως φθηνό αντίδοτο για το δηλητήριο της κόμπρας.
Οι κόμπρες σκοτώνουν κάθε χρόνο χιλιάδες ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, ενώ άλλοι εκατό χιλιάδες άνθρωποι βλέπουν ιστούς και κύτταρα να νεκρώνονται λόγω του δηλητηρίου, με κίνδυνο να οδηγηθούν σε ακρωτηριασμό.
Η θεραπεία που υπάρχει μέχρι στιγμής για το δηλητήριο της κόμπρας είναι ακριβή και δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τη νέκρωση.
«Η ανακάλυψή μας θα μπορούσε να μειώσει δραστικά τους τρομερούς τραυματισμούς από νέκρωση που προκαλούνται από δάγκωμα κόμπρας και θα μπορούσε επίσης να επιβραδύνει το δηλητήριο, βελτιώνοντας ενδεχομένως τα ποσοστά επιβίωσης», δήλωσε ο καθηγητής Greg Neely από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.
Χρησιμοποιώντας την τεχνολογία γονιδιακής επεξεργασίας CRISPR για τον εντοπισμό τρόπων αποκλεισμού του δηλητηρίου της κόμπρας, η ομάδα, η οποία αποτελούνταν από επιστήμονες με έδρα την Αυστραλία, τον Καναδά, την Κόστα Ρίκα και το Ηνωμένο Βασίλειο, χρησιμοποίησε με επιτυχία την ηπαρίνη (ένα κοινό αντιπηκτικό) και σχετικά φάρμακα και έδειξε ότι μπορούν να σταματήσουν τη νέκρωση που προκαλεί το δάγκωμα της κόμπρας.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο Science Translational Medicine.
«Η ηπαρίνη είναι φθηνή, πανταχού παρούσα και αποτελεί βασικό φάρμακο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Μετά από επιτυχείς δοκιμές σε ανθρώπους, θα μπορούσε να κυκλοφορήσει σχετικά γρήγορα για να γίνει ένα φθηνό, ασφαλές και αποτελεσματικό φάρμακο για τη θεραπεία μετά από δάγκωμα κόμπρας», ανέφερε ο διδακτορικός φοιτητής και επικεφαλής συγγραφέας Tian Du, επίσης από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.
Η ομάδα χρησιμοποίησε το CRISPR για να βρει τα ανθρώπινα γονίδια που χρειάζεται το δηλητήριο της κόμπρας για να προκαλέσει νέκρωση. Το δηλητήριο «στοχεύει», μεταξύ άλλων, στα ένζυμα που απαιτούνται για την παραγωγή των μορίων ηπαράνη και ηπαρίνη, που παράγουν πολλά ανθρώπινα και ζωικά κύτταρα. Η ηπαράνη βρίσκεται στην επιφάνεια των κυττάρων και η ηπαρίνη απελευθερώνεται κατά τη διάρκεια μιας ανοσολογικής απόκρισης. Η παρόμοια δομή τους σημαίνει ότι το δηλητήριο μπορεί να συνδεθεί και στα δύο. Η ομάδα χρησιμοποίησε αυτή τη γνώση για να φτιάξει ένα αντίδοτο που μπορεί να σταματήσει τη νέκρωση σε ανθρώπινα κύτταρα και ποντίκια.
Σε αντίθεση με τα σημερινά αντίδοτα για τα τσιμπήματα κόμπρας, τα οποία είναι τεχνολογίες του 19ου αιώνα, τα ηπαρινοειδή φάρμακα λειτουργούν ως αντίδοτο «δόλωμα». Πλημμυρίζοντας το σημείο του δαγκώματος με «δόλωμα» τη θειική ηπαρίνη ή σχετικά ηπαρινοειδή μόρια, το αντίδοτο μπορεί να συνδεθεί και να εξουδετερώσει τις τοξίνες μέσα στο δηλητήριο που προκαλούν βλάβη στους ιστούς.
Σημειώνεται ότι από δάγκωμα φιδιού πεθαίνουν έως και 138.000 ανθρώπους τον χρόνο, ενώ 400.000 άτομα επιπλέον αντιμετωπίζουν μακροπρόθεσμες συνέπειες από το δάγκωμα. Μάλιστα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει προσδιορίσει το δάγκωμα φιδιού ως προτεραιότητα στο πρόγραμμά του για την αντιμετώπιση των παραμελημένων τροπικών ασθενειών.
Φωτογραφία: iStock
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τι να προσέχετε αν κολυμπάτε σε ανοιχτά νερά, λίμνες, ποτάμια
Παγωτό: Τα απρόσμενα οφέλη της απόλυτης καλοκαιρινής απόλαυσης
Τι να κάνετε αν πατήσετε αχινό στη θάλασσα και πως βγάζουμε τα αγκάθια από το δέρμα