Η κλειστοφοβία, ή ο φόβος των κλειστών χώρων, μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Κάποιος με κλειστοφοβία μπορεί να έχει κάθε καλή πρόθεση να μπει σε έναν μικρό χώρο, όπως έναν θάλαμο μαγνητικής τομογραφίας για παράδειγμα, αλλά θα πάθει μια κρίση πανικού πριν ή κατά τη διάρκεια της εμπειρίας. Ο φόβος του εστιάζεται στον μικρό χώρο.
Ο φόβος του εγκλωβισμού, ωστόσο, ενεργοποιείται από τον πραγματικό εγκλωβισμό και όχι στην ιδέα αυτού. Οι άνθρωποι με αυτήν τη φοβία είναι απολύτως άνετοι να εισέλθουν σε πολύ περιορισμένους χώρους, από όπου μπορούν να φύγουν κατά βούληση. Ο δικός τους φόβος εστιάζει στην περίπτωση που παγιδευτούν στ' αλήθεια και δεν μπορούν να κινηθούν ή να βγουν έξω. Τότε και μόνον τότε τους πιάνει μια κρίση πανικού και όχι πριν.
Η διαφορά μεταξύ των δύο καταστάσεων είναι λεπτή αλλά σημαντική. Ωστόσο, μπορεί να είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει διάκριση μεταξύ τους. Η cleithrophobia μπορεί να αντανακλάται ως κλειστοφοβία, εάν το άτομο πιστέψει ότι υπάρχει έστω και μια μικρή πιθανότητα να εγκλωβιστεί αν εισέλθει σε έναν περιορισμένο χώρο. Ομοίως, η κλειστοφοβία αντικατοπτρίζει συχνά την cleithrophobia στο ότι πολλοί άνθρωποι με κλειστοφοβία μπορεί να αισθάνονται παγιδευμένοι ή εγκλωβισμένοι, ακόμη και αν είναι πραγματικά ελεύθεροι να φύγουν.
Οι δύο φοβίες μπορεί ακόμη και να συνυπάρχουν. Για τους λόγους αυτούς, είναι σημαντικό να γίνει ακριβής διάγνωση από κάποιον εκπαιδευμένο επαγγελματία ψυχικής υγείας και να μην βγάζει ο καθένας μας αυθαίρετα συμπεράσματα, αλλά ούτε και να τα “βαφτίζουμε” όλα ως “κλειστοφοβία”.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ