Η μετάλλαξη αυτή επιδρά αρνητικά στη λήψη των αποφάσεων και στον αυτοέλεγχο, ιδίως σε περίπτωση κατανάλωσης αλκοόλ, αλλά όχι μόνο. Οι φορείς της μετάλλαξης (που υπολογίζονται σε 2,2% στον φιλανδικό πληθυσμό) είναι εν γένει πιο επιρρεπείς σε απερισκεψίες, όπως να οδηγούν μεθυσμένοι, να είναι πιο βίαιοι και να μπλέκονται σε καυγάδες με το παραμικρό.
Η ανακάλυψη πιθανώς εξηγεί γιατί ορισμένοι άνθρωποι επηρεάζονται τόσο πολύ, όταν πίνουν, χάνοντας τους φραγμούς τους, ακόμη και με σχετικά μικρές ποσότητες αλκοόλ. «Οι άνθρωποι αυτοί, λόγω της μετάλλαξης, είναι πιο παρορμητικοί από τη φύση τους, ακόμη και όταν δεν έχουν πιεί, και δυσκολεύονται να αυτοελεγχθούν», δήλωσε ο Τίκανεν.
Προς το παρόν πάντως, δεν έχουν γίνει ανάλογες γενετικές μελέτες σε άλλες χώρες πέραν της Φινλανδίας, για να διαπιστωθεί σε ποιό βαθμό είναι διαδεδομένη διεθνώς η εν λόγω μετάλλαξη. Επιπλέον, η φινλανδική μελέτη έγινε σε μικρό δείγμα ανθρώπων.
Χάρη στη νέα ανακάλυψη, εφόσον επιβεβαιωθεί από μεγαλύτερες μελέτες, στο μέλλον μπορεί να αναπτυχθούν φάρμακα ή γενετικά τεστ, που να βοηθάνε στον έλεγχο της συμπεριφοράς όσους έχουν την μετάλλαξη στο γονιδίωμά τους.