Γιατροί χωρίς Σύνορα: Δραματική επιδείνωση των συνθηκών για αιτούντες άσυλο στη Λέσβο
Από τις ιατρικές συνεδρίες που πραγματοποίησαν οι ομάδες της οργάνωσης από τον Ιανουάριο έως τα μέσα Ιουνίου του 2017 προκύπτει ότι:
Από τους 154 ασθενείς ψυχικής υγείας, που αξιολόγησαν οι ομάδες των ΓχΣ, 80% πληρούσαν τα κριτήρια σοβαρότητας, ώστε να παραπεμφθεί για περίθαλψη στην οργάνωσή, ωστόσο μόνο 14% αυτών των ανθρώπων είχαν προηγουμένως αναγνωριστεί ως ευάλωτες περιπτώσεις.
Τα δύο τρίτα των ασθενών ψυχικής υγείας ανέφεραν ότι υπήρξαν θύματα βίας πριν την άφιξή τους στην Ελλάδα και το ένα πέμπτο δήλωσαν ότι έχει υποστεί βασανιστήρια.
Ομοίως, μόνο 28% από τους 54 ασθενείς-θύματα βασανιστηρίων, που περιέθαλψαν οι ομάδες της οργάνωσης, είχαν επίσημα αναγνωριστεί ως ευάλωτα άτομα και από τους 22 που παραπέμφθηκαν στην Αθήνα, μόνο 6 έφτασαν και ήταν σε θέση να εισαχθούν στην εξειδικευμένη κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα για θεραπεία και αποκατάσταση.
Σε παρόμοιες διαπιστώσεις κατέληξε και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μιλώντας για «κρίση που συντελείται εις βάρος των ψυχικά ασθενών» στα ελληνικά νησιά, ιδιαίτερα στη Λέσβο. Επιπλέον, αναφέρει το Παρατηρητήριο, ότι η άσχημες συνθήκες διαβίωσης, ο εγκλωβισμός και η ελλιπής φροντίδα επιδεινώνουν τα ψυχικά τραύματα που «κουβαλάει» ο κόσμος από τις εμπόλεμες ζώνες, δημιουργώντας, συχνά, και νέα.
Περίπου οι μισές γυναίκες από τις 245, που προσήλθαν στην κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα για γυναικολογική εξέταση, είχαν υπάρξει θύματα σεξουαλικής βίας. Οι περισσότερες εξήγησαν, ότι δεν είχαν αποκαλύψει την εμπειρία σεξουαλικής βίας που αντιμετώπισαν. Το γεγονός τούτο αποκαλύπτει, ότι οι τρέχουσες μέθοδοι αξιολόγησης για την ευαλωτότητα δεν είναι προσαρμοσμένες, ώστε να εντοπίζουν περιπτώσεις σεξουαλικής βίας, όπως η απουσία γυναικείου ιατρικού προσωπικού και εκπαιδευμένων διαπολιτισμικών διαμεσολαβητών.
Να σημειωθεί, πως το ιατρείο των Γιατρών χωρίς Σύνορα, που λειτουργεί στη Μυτιλήνη, αρχικά απευθυνόταν σε όλο τον πληθυσμό του νησιού, αλλά, λόγω των αυξημένων αναγκών πια εξετάζει μόνο πρόσφυγες.
Οι πολιτικές της ΕΕ και της Ελλάδας, πιθανόν, να έχουν ως αποτέλεσμα να επιστρέφονται ευάλωτοι άνθρωποι πίσω στην Τουρκία
Ο Απόστολος Βεϊζής, γιατρός και διευθυντής Προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, χαρακτηρίζει τη Μόρια «η ανοιχτή φυλακή της Ευρώπης», όπου η ταλαιπωρία, ο συνοστισμός και ο πόνος είναι πια στην καθημερινότητα όλων.
Σύμφωνα με τον ελληνικό νόμο, τα ευάλωτα άτομα πρέπει να εξαιρούνται από την ταχεία συνοριακή διαδικασία και να τους χορηγείται πρόσβαση στην τυπική διαδικασία χορήγησης ασύλου. Όμως, εδώ και μήνες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί πίεση, προειδοποιώντας, ότι πάρα πολλοί άνθρωποι χαρακτηρίστηκαν ως ευάλωτοι, μένοντας έτσι εκτός του πεδίου εφαρμογής της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας.
Τον Μάιο του 2017, μια αλλαγή στις διαδικασίες προέβλεπε, ότι οι ευάλωτοι άνθρωποι θα έπρεπε να παραμένουν στα νησιά μέχρι την πρώτη συνέντευξή τους για το άσυλο – αντί να μεταφέρονται άμεσα στην ηπειρωτική χώρα, όπως ίσχυε ως τότε. Τον Ιούνιο του 2017, η ΕΕ δήλωσε, ότι συνεργαζόταν με το υπουργείο Υγείας για να καθορίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις περιπτώσεις ιατρικής ευαλωτότητας. «Επειδή η διαδικασία έβγαζε πολλούς ανθρώπους ευάλωτους, προσπάθησαν να συντάξουν μια πιο εξειδικευμένη λίστα», εξηγεί ο κ. Βεϊζής.
Οι συστάσεις του Κοινού Σχεδίου Δράσης για την εφαρμογή της δήλωσης/συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, που δημοσιοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, υποδεικνύουν, ότι τα ευάλωτα άτομα δεν απαλλάσσονται πλέον από την εξέταση του παραδεκτού και μπορούν δυνητικά να επιστραφούν στην Τουρκία.
Αύξηση αφίξεων, αλλά μείωση του ιατρικού ελέγχου
Ο αριθμός των ατόμων που φθάνουν στα νησιά τον τελευταίο καιρό παρουσιάζει αυξημένη ροή και καθώς η δυνατότητα των υπεύθυνων φορέων για την παροχή ιατρικής περίθαλψης και τον εντοπισμό των ευάλωτων ανθρώπων μειώθηκε κατά το ήμισυ, η κατάσταση για τα ευάλωτα άτομα στη Λέσβο πήγε από το κακό στο χειρότερο, επισημαίνει κ. Βεϊζής.
Συγκεκριμένα, τις πρώτες τρεις εβδομάδες του Ιουνίου του 2017, 785 άνθρωποι έφτασαν στην Λέσβο, σε σύγκριση με 230 ανθρώπους τον Απρίλιο και 530 τον Μάιο. Ως το Μάιο του 2017, οι Γιατροί του Κόσμου ήταν ο κύριος πάροχος υγείας στη Μόρια. Πραγματοποιούσε τον ιατρικό έλεγχο και τον έλεγχο ευαλωτότητας, και παρείχε ιατρικές υπηρεσίες μέσα στον καταυλισμό. Με την αποχώρηση των Γιατρών του Κόσμου από τη Μόρια, ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός ανέλαβε αυτές τις ιατρικές δραστηριότητες, ωστόσο με δραστικά μειωμένους πόρους, ωράρια και προσωπικό.
Για παράδειγμα, ενώ έως τον Μάρτιο του 2017 υπήρχαν ανά βάρδια τέσσερις γιατροί, άνδρες και γυναίκες, τέσσερις νοσηλευτές, τρεις ψυχολόγοι, τρεις κοινωνικοί λειτουργοί, πολιτισμικοί διαμεσολαβητές, συντονιστής προγράμματος και συντονιστής ιατρικών δραστηριοτήτων στο πεδίο, εφτά ημέρες την εβδομάδα από τις 08.00 ως τις 23.00 σε δυο σημεία στον καταυλισμό, από τις 23 Ιουνίου 2017 βρίσκεται 1,5 γιατρός ανά βάρδια, μόνο άνδρας, 08.00 με 16.00, σε ένα σημείο στον καταυλισμό, πέντε ήμερες την εβδομάδα, χωρίς κανέναν συντονιστή προγράμματος, ούτε συντονιστή ιατρικών δραστηριοτήτων, με έναν νοσηλευτή, έναν ψυχολόγο, ένα κοινωνικό λειτουργό και κανέναν πολιτισμικό διαμεσολαβητή.
Έλλειψη προετοιμασίας για τις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού
Ανησυχία δημιουργείται υπό το πρίσμα των αυξανόμενων θερμοκρασιών και την έλλειψη προσαρμογής των καταλυμάτων (κοντέινερ, σκηνών κ.λπ.) σε αυτή την αύξηση των θερμοκρασιών.
Κατά την διάρκεια του καλοκαιριού του 2016, οι ακραίες θερμοκρασίες αποτέλεσαν κίνδυνο για την υγεία και την προστασία του πληθυσμού, που βρισκόταν εγκλωβισμένος στα νησιά. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα διαπίστωσαν συχνές διακοπές στην παροχή νερού στο κέντρο υποδοχής της Λέσβου, ενώ περιέθαλψαν ανθρώπους που υπέφεραν από θερμοπληξία και αφυδάτωση.
Καθώς οι θερμοκρασίες συνεχίζουν να αυξάνονται είναι ζωτικής σημασίας να πραγματοποιηθούν άμεσα προσαρμογές για τη στέγαση των ανθρώπων. «Να βελτιωθούν οι συνθήκες για να μην έχουμε θύματα, όπως τον Ιανουάριο στη Μόρια» ανησυχεί ο κ. Βεϊζής.
Συμφόρηση και κίνδυνοι για τους διαμένοντες στη Σάμο
Περίπου 1.300 άνθρωποι βρίσκονται στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Σάμου, όταν η χωρητικότητα για αξιοπρεπή διαβίωση δεν ξεπερνά τα 600 άτομα, αναφέρει ο κ. Βεϊζής.
Υπάρχει υψηλός κίνδυνος για τους διαμένοντες, ειδικά στο χώρο που χτίζεται και προορίζεται ως κέντρο κράτησης. Οι άνθρωποι έχουν μετακινηθεί σε ένα σημείο με πολύ εύφλεκτα υλικά, όπως ξύλινες παλέτες, τέντες κλπ. ανάμεσα σε δέντρα, χωρίς να υπάρχει πρόσβαση για την Πυροσβεστική, και χωρίς να έχει δοθεί πλάνο εκκένωσης και διαφυγής σε περίπτωση κινδύνου.
Επίσης, το μοναδικό κατάλυμα ασυνόδευτων ανήλικων κλείνει, λόγω μη συνέχισης της χρηματοδότησης, οπότε τα παιδιά θα μεταφερθούν στο ΚΥΤ.