Η Covid μπορεί να είχε βαρύ τίμημα για κάποια παιδιά

  • Iatropedia newsroom
Η Covid μπορεί να είχε βαρύ τίμημα για κάποια παιδιά
Η Covid στην εγκυμοσύνη μπορεί να αύξησε τον κίνδυνο αυτισμού για κάποια βρέφη, δείχνει μελέτη επιστημονικής ομάδας του UCLA

Ήταν στο πρώτο κύμα της Covid-19, αρχές του 2020, στην Καλιφόρνια όταν η λοιμωξιολόγος Karin Nielsen άρχισε να παρατηρεί με ανησυχία την κατάσταση που επικρατούσε στους θαλάμους  μητρότητας. Έγκυες έμπαιναν σε μηχανική υποστήριξη και υποβάλλονταν σε επείγουσες καισαρικές τομές, λόγω επιπλοκών, άλλες έχαναν τη ζωή τους.

Η ίδια, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, είχε μόλις ολοκληρώσει ένα ερευνητικό έργο σχετικά με το πώς ο ιός Ζίκα προκαλούσε σοβαρές γενετικές ανωμαλίες. Ανησυχώντας ότι ο νέος κορονοϊός θα μπορούσε να έχει παρόμοιο αντίκτυπο, άρχισε να στρατολογεί μέλλουσες μητέρες που είχαν βγει θετικές στην Covid για μια νέα μελέτη.

Λίγο αφότου οι συμμετέχουσες στη μελέτη άρχισαν να γεννούν, οι συνάδελφοι της Nielsen στο Νοσοκομείο Παίδων Mattel του UCLA παρατήρησαν ότι ένας ασυνήθιστα μεγάλος αριθμός νεογνών χρειάζονταν εντατική φροντίδα. Και όταν οι ερευνητές ανέλυσαν βίντεο με τα παιδιά ξαπλωμένα ανάσκελα σε αυτό που ονομάζεται Γενική Αξιολόγηση Κίνησης, το 14% των βρεφών έδειξε σημάδια αναπτυξιακών προβλημάτων. Το τεστ αξιολογεί τις πρώιμες κινητικές λειτουργίες και χρησιμοποιείται συχνά για την εκτίμηση του κινδύνου νευροαναπτυξιακών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένης της εγκεφαλικής παράλυσης.

Αργότερα, κατά τη διάρκεια κλινικών αξιολογήσεων, τα ευρήματα αποδείχθηκαν εξίσου ανησυχητικά. Σε ηλικία 6-8 μηνών, 13 από τα 109 βρέφη που γεννήθηκαν από μητέρες που είχαν νοσήσει από Covid -σχεδόν το 12%- δεν είχαν επιτύχει τα αναπτυξιακά ορόσημα. Αντιθέτως, όλα τα βρέφη μιας ομάδας ελέγχου που είχαν γεννηθεί πριν από την πανδημία παρουσίαζαν φυσιολογική ανάπτυξη.

Όταν στη μελέτη εντάχθηκαν και επιπλέον συμμετέχοντες από το Λος Άντζελες και το Ρίο, προέκυψαν ακόμη πιο ανησυχητικά αποτελέσματα. Περίπου το 11,6% των νηπίων που γεννήθηκαν από μητέρες με εργαστηριακά επιβεβαιωμένη λοίμωξη SARS-CoV-2 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρουσίασαν γνωστικά, κινητικά ή γλωσσικά προβλήματα ενδεικτικά νευροαναπτυξιακών καθυστερήσεων. Συγκριτικά, μόνο δύο από τα 128 μη εκτεθειμένα παιδιά ελέγχου – 1,6% – παρουσίασαν τέτοια προβλήματα.

Όταν το μεγαλύτερο από τα μωρά που εκτέθηκαν στην Covid έφτασε στους 28 μήνες, η μελέτη διαπίστωσε ένα άλλο ανησυχητικό μοτίβο: 23 από τα 211 παιδιά – σχεδόν 11% – βρέθηκαν θετικά για διαταραχή του φάσματος του αυτισμού. Το εύρημα, που παρουσιάστηκε τον Μάιο σε ιατρικό συνέδριο στην Κοπεγχάγη, συγκρίνεται με τον αναμενόμενο επιπολασμό του 1-2% σε αυτή την ηλικία, όταν ορισμένα παιδιά αρχίζουν να εμφανίζουν σημάδια της πάθησης. Περίπου ένα στα 36 ή λιγότερο από το 3% των παιδιών διαγιγνώσκεται τελικά με αυτισμό, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ.

Τα ευρήματα, τα οποία επί του παρόντος υποβάλλονται σε αξιολόγηση προκειμένου να δημοσιευθούν, δείχνουν ότι σχεδόν πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας εξακολουθούμε να αποκαλύπτονται μακροπρόθεσμες συνέπειες της Covid που δεν γνωρίζαμε έως τώρα, όπως είναι και ο αυξημένος κίνδυνος για άνοια και καρδιακές παθήσεις. Αν και ο ιός είναι ευρύτερα γνωστό ότι προκαλεί πιο σοβαρά συμπτώματα στους ενήλικες από ό,τι στα παιδιά, οι έρευνες που γίνονται δείχνουν ότι τα μωρά που εκτίθενται στην Covid στη μήτρα αντιμετωπίζουν αυξημένους κινδύνους για πρόωρο τοκετό, συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες και σπάνιες καταστάσεις, όπως η ανάπτυξη οργάνων στην αντίθετη πλευρά του σώματος.

Η αύξηση της πιθανότητας αυτισμού από την έκθεση στην Covid στη μήτρα θα προσθέσει ένα ακόμη κομμάτι στο παζλ. Η σχέση μεταξύ του ιού και του αυτισμού παραμένει ασαφής: ορισμένες μελέτες ευθυγραμμίζονται με τα ευρήματα της Nielsen, ενώ άλλες αναφέρουν ελάχιστο έως καθόλου αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αναπτυξιακών ή συμπεριφορικών προβλημάτων.

Ένας περιορισμός της μελέτης της Nielsen είναι το σχετικά μικρό μέγεθος του δείγματος, με λιγότερα από 250 ζευγάρια μητέρας-βρέφους. Για να γίνει κατανοητή η ισχυρή επίδραση του ιού θα απαιτηθεί πιθανότατα έρευνα με τη συμμετοχή περισσότερων από 10.000 παιδιών, λέει η Andrea Edlow, ειδικός στη μητρική-εμβρυϊκή ιατρική στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη. Μια τέτοια έρευνα μεγάλης κλίμακας ήταν δύσκολη, ιδίως κατά τη διάρκεια των πιο θανατηφόρων κυμάτων της πανδημίας, όταν οι περιορισμοί των κλινικών και τα ιατρικά επείγοντα περιστατικά δεν άφηναν περιθώριο για εκτεταμένες εξετάσεις.

Επιφυλακτική, όμως, είναι και η ίδια ως επιστήμονας, φοβούμενη μην προκληθεί άσκοπα φόβος. Ο αυτισμός παραμένει κάτι σαν μυστήριο, με τα ακριβή αίτια που τον προκαλούν να μην είναι ακόμη ξεκάθαρα. Οι επιστήμονες υποψιάζονται έναν συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, αλλά η πάθηση εμφανίζεται σε πολλές μορφές: ορισμένα παιδιά έχουν νοητική αναπηρία, ενώ άλλα δεν έχουν, αλλά εξακολουθούν να παλεύουν με σημαντικά προβλήματα συμπεριφοράς, περιπλέκοντας τις διαγνώσεις. Πολλά άτομα με αυτισμό εμφανίζουν επίσης συνυπάρχοντα προβλήματα υγείας, όπως διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας, επιληπτικές κρίσεις ή χρόνια γαστρεντερικά προβλήματα. Σε μεγάλο μέρος του κόσμου, η ευαισθητοποίηση για τον αυτισμό έχει μόλις αρχίσει να γίνεται αντιληπτή. Ο παγκόσμιος επιπολασμός του αυτισμού εκτιμήθηκε σε 1 στους 127 από το 2021 σε μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, υπερδιπλάσιος από την αναλογία του 1 στους 271 που αναφέρθηκε το 2019, και οι ερευνητές λένε ότι αυτό πιθανώς οφείλεται στην αυξημένη ευαισθητοποίηση και στις καλύτερες διαγνωστικές πρακτικές.

Παρόλα αυτά, οι επιστήμονες λένε ότι η μελέτη της Nielsen πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη δέουσα προσοχή λόγω της συνέπειας των ευρημάτων της. Ξεχωρίζει επίσης για την αυστηρότητά της: εκπαιδευμένοι γιατροί χρησιμοποίησαν τυποποιημένα εργαλεία αξιολόγησης σε πολλαπλά χρονικά σημεία για να αξιολογήσουν την αναπτυξιακή πρόοδο αντί να βασίζονται σε ηλεκτρονικά αρχεία υγείας ή ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν οι γονείς.

Τα παιδιά που γεννήθηκαν μέσα στην πανδημία της Covid φτάνουν τώρα στη μέση ηλικία για τη διάγνωση του αυτισμού. Ο έγκαιρος εντοπισμός αναπτυξιακών προβλημάτων μπορεί να ανοίξει την πόρτα σε θεραπείες λόγου και συμπεριφοράς, οι οποίες αποδεδειγμένα υποστηρίζουν την ανάπτυξη ενός παιδιού. Το γεγονός αυτό καθιστά κρίσιμη τη στιγμή για τη μελέτη των επιπτώσεων της πανδημίας.

Φωτογραφία: iStock

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Η μικροβιακή αντοχή θα μπορούσε να στοιχίσει 40 εκατομμύρια ζωές τα επόμενα 25 χρόνια

Ποιες είναι οι επιπτώσεις από τις πολλαπλές αποβολές; Η σημασία της διαγνωστικής υστεροσκόπησης

Στην κορυφή του κόσμου και το 2025 η μεσογειακή διατροφή