Χρειάστηκε να έρθει σε πλήρη ρήξη με τους γιατρούς το υπουργείο Υγείας για να διαπιστώσουν οι αρμόδιες υπηρεσίες αλλά και γενικότερα οι ιθύνοντες του μέτρου της δραστικής ουσίας, ότι δεν έχει νόημα να επιλέγουν οι φαρμακοποιοί το φθηνότερο γενόσημο καθώς …φθηνότερο δεν υπάρχει μέχρι στιγμής. Άλλωστε όλα τα γενόσημα δηλαδή τα αντίγραφα φάρμακα που κυκλοφορούν στην αγορά έχουν τη ίδια τιμή η οποία και καθορίζεται με έκτπωση από την τιμή του πρωτοτύπου. Η μόνη διαφοροποίηση που υπάρχει με την τιμή σχετίζεται με τις συσκευασίες, αν δηλαδή ένα σκεύασμα διαθέτει άλλο αριθμό χαπιών. Τι θα μπορούσε να κάνει το υπουργείο Υγείας; Να δώσει απλώς εντολή στις εταιρείες να δημιουργήσουν σκευάσματα με την ίδια περιεκτικότητα και τον ίδιο αριθμό χαπιών.
Διαφορετικές τιμές στα γενόσημα θα υπάρξουν ουσιαστικά μόνο όταν αρχίσουν εισαγωγές αντιγράφων από κυρίως Τρίτες χώρες τα προϊόντα των οποίων μπορούν να καθορισθούν σε χαμηλά επίπεδα λόγω και του χαμηλού κόστους παραγωγής.
Έτσι σήμερα Μεγάλη Δευτέρα το μέτρο της συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία, μετά την εβδομαδιαία πιλοτική εφαρμογή του, θα κάνει «δεύτερη πρεμιέρα».
Έτσι, οι γιατροί θα μπορούν να επιλέγουν και να συνταγογραφούν οποιαδήποτε εμπορική ονομασία φαρμάκου θεωρούν απαραίτητο για τους ασθενείς, από τον κατάλογο των φαρμάκων ανά δραστική ουσία, για τις δέκα πρώτες δραστικές ουσίες που αφορά το μέτρο.
Σχετικά με τη ρύθμιση του ηλεκτρονικού συστήματος συνταγογράφησης, ολοκληρώθηκε η ενσωμάτωση των φαρμάκων που περιλαμβάνονται στη θετική λίστα και αφορούν στις 10 δραστικές ουσίες και έχουν αναρτηθεί στις ιστοσελίδες του ΕΟΠΥΥ και του ΕΟΦ.
Για κάθε ομάδα φαρμάκων αναγράφεται η τιμή αναφοράς, που αντιστοιχεί στο φθηνότερο γενόσημο για το οποίο οι ασφαλισμένοι θα καταβάλουν μόνο την συμμετοχή τους.
Αν όμως ο γιατρός ή ο ίδιος ο ασθενής επιθυμεί διαφορετικό και ακριβότερο σκεύασμα της ίδιας δραστικής ουσίας, δηλαδή ουσιαστικά το πρωτότυπο, τότε ο ασφαλισμένος θα πρέπει να πληρώσει στο φαρμακείο από την τσέπη του, εκτός από τη συμμετοχή του και τη διαφορά στην τιμή.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας, το εύρος της διαφοράς των τιμών μεταξύ του φθηνότερου γενόσημου και του ακριβότερου φαρμάκου, για την ίδια δραστική ουσία, κυμαίνεται από 0,50 – 4,60 ευρώ.
Προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαφάνεια γύρω από την οικονομική επιβάρυνση του ασθενή, στην περίπτωση επιλογής του ακριβότερου φαρμάκου, η διαφορά αυτή θα αναγράφεται στο έντυπο της ηλεκτρονικής συνταγής και ο ασθενής θα ενημερώνεται και θα συναινεί με την υπογραφή του.
Για δημιουργία ασθενών δύο ταχυτήτων κάνει λόγο ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, Γιώργος Πατούλη, μεταξύ εκείνων που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τη διαφορά μεταξύ του φθηνότερου φαρμάκου και του προτεινόμενου φαρμάκου από το θεράποντα γιατρό και εκείνων οι οποίοι δεν την έχουν. «Αν προσθέσει κάποιος την πρόσφατη ΚΥΑ, σύμφωνα με την οποία αυξάνεται η συμμετοχή των χρονίως πασχόντων από 10% σε 25%, τότε γίνεται αντιληπτό ότι για μερικές κατηγορίες ασθενών, θα είναι απαγορευτική η δυνατότητα λήψης φαρμάκων επιλογής του θεράποντος γιατρού αλλά επίσης και η συνέχιση και αυτής της φαρμακευτικής θεραπείας», καταλήγει ο κ. Πατούλης.