Διαβάστε παρακάτω το σύνολο της επιστολής:
Αξιότιμε Κύριε Αντιπρόεδρε,
Είναι πολλές οι καταγγελίες ιατρών μελών μας σύμφωνα με τις οποίες καλούνται σε απολογία γιατί στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης με τη δραστική ουσία, όπως προβλέπεται, αναφέρουν ως «παρατηρήσεις» και το προτεινόμενο από τους ίδιους φαρμακευτικό σκεύασμα με την εμπορική του ονομασία.
Με την παρούσα θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι με την 3802/14 Ολομ. ΣτΕ κρίθηκε μεταξύ άλλων (πρβλ. σκ. 18) ότι : «Περαιτέρω, η υποχρεωτική συνταγογράφηση με βάση την δραστική ουσία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αναιρεί την επιστημονική ανεξαρτησία των ιατρών. Και τούτο διότι ναι μεν η εν λόγω ρύθμιση συνιστά επέμβαση στον τρόπο άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, ωστόσο η επέμβαση αυτή, που δικαιολογείται από την ανάγκη εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος σκοπού και ειδικότερα της διασφάλισης των πόρων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης και του καλύτερου ελέγχου των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης ώστε να είναι εφικτή η εκπλήρωση της υποχρέωσης των Ασφαλιστικών Οργανισμών για την προστασία της υγείας του συνόλου των ασφαλισμένων τους (πρβλ. σκέψεις στις ΣτΕ Ολομ. 1283 – 1286/2012, 668/2012, 2197/2010), δεν οδηγεί στη συνταγογράφηση ακατάλληλου φαρμάκου ή φαρμάκου κατώτερης ποιότητας, αλλά στη συνταγογράφηση φαρμάκου, που περιέχει την, κατά την εκτίμηση του ιατρού, ενδεδειγμένη δραστική ουσία για την αντιμετώπιση της πάθησης του ασθενούς, είναι, όμως, συνήθως, φθηνότερο από το φάρμακο αναφοράς και για το λόγο αυτό, η δαπάνη χορήγησής του καλύπτεται σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης.
Εξάλλου, ο ιατρός δεν εμποδίζεται να υποδείξει στον ασθενή του συγκεκριμένο φάρμακο αναφοράς, το οποίο θεωρεί καταλληλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο γενόσημο, και σε περιπτώσεις, που δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις, οι οποίες προβλέπονται στην προσβαλλομένη ή υπερβαίνουν το ποσοστό του 15%, με συνέπεια, στην περίπτωση αυτή, την επιβάρυνση του ασθενή – ασφαλισμένου, σύμφωνα με την προσβαλλόμενη ΕΜΠ4/17.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Υγείας, με τη διαφορά μεταξύ της λιανικής και της ασφαλιστικής τιμής, χωρίς, πάντως, να απαγορεύεται η εκτέλεση της συνταγής.
Συνεπώς είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος, κατά το μέρος του, με το οποίο προβάλλεται παράβαση των 21 παρ. 3 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος, δεδομένου άλλωστε ότι, εν όψει των ανωτέρω, η επέμβαση στην επαγγελματική ελευθερία των ιατρών, η οποία επέρχεται με την ανωτέρω ρύθμιση, δεν υπερβαίνει προδήλως το αναγκαίο μέτρο, η καταλληλότητα δε και η προσφορότητα της εν λόγω ρύθμισης δεν αναιρείται από το γεγονός ότι ο σκοπός του ελέγχου της φαρμακευτικής δαπάνης εξυπηρετείται και από άλλες ρυθμίσεις που έχουν εισαχθεί, όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και άλλες, οι οποίες παρατίθενται ιδίως στις σελ. 11 – 12 του από 28.3.2013 υπομνήματος του αιτούντος (πρβλ. ΣτΕ 2205/2010 Ολομ.).».
Συνεπώς οποιαδήποτε στάση του ΕΟΠΥΥ αντίθετη στην ως άνω ερμηνευτική των επίμαχων διατάξεων σαφή θέση του Ανώτατου Δικαστηρίου και μάλιστα της Ολομελείας αυτού, που επιχειρεί να «τιμωρήσει» την ως άνω αναφορά – πρόταση του ιατρού, και πέραν του 15%, είναι μη νόμιμη ως αντίθετη στην ως άνω κρίση από την οποία θα πρέπει να θεωρηθεί ότι, αν και μη διάδικος, ο ΕΟΠΥΥ δεσμεύεται.
Παρακαλούμε για την πλήρη αποδοχή της ως άνω ερμηνείας με εγκύκλιό σας, άλλως την προώθηση σχετικής σαφούς νομοθετικής ρύθμισης για την ενημέρωση των ασφαλισμένων αλλά και των ιατρών μελών μας, οι οποίοι είναι βέβαιο ότι δεν επιθυμούν να υφίστανται τη βάσανο της κλήσης τους για παροχή εξηγήσεων, αντίθετα θέλουν να ασκούν το λειτούργημά τους και να παρέχουν με ασφάλεια δικαίου τις υπηρεσίες τους στους ασφαλισμένους.
ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Γ. ΠΑΤΟΥΛΗΣ ΑΛΕΞ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ