Καλύτερη πρόσβαση σε προϊόντα & υπηρεσίες για τα άτομα με αναπηρία
Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που καλύπτονται έχουν επιλεγεί προσεκτικά σε διαβούλευση με τους πολίτες και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και τις επιχειρήσεις. Περιλαμβάνουν τα μηχανήματα αυτόματης συναλλαγής (ΑΤΜ) και τις τραπεζικές υπηρεσίες, τους προσωπικούς υπολογιστές, τα τηλέφωνα και τον τηλεοπτικό εξοπλισμό, την τηλεφωνία και τις οπτικοακουστικές υπηρεσίες, τις μεταφορές, τα ηλεκτρονικά βιβλία και το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Η πρόταση οδηγίας στοχεύει να βελτιώσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, διευκολύνοντας τις επιχειρήσεις να παρέχουν διασυνοριακά προσβάσιμα προϊόντα και υπηρεσίες. Οι κοινές απαιτήσεις σε θέματα προσβασιμότητας θα εφαρμόζονται επίσης στο πλαίσιο των κανόνων της ΕΕ περί δημοσίων συμβάσεων, καθώς και για τη χρήση χρηματοδοτικών πόρων της ΕΕ. Η πρωτοβουλία θα προωθήσει την καινοτομία και θα αυξήσει την προσφορά προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών για τα περίπου 80 εκατομμύρια άτομα με αναπηρίες στην ΕΕ.
Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στη διασφάλιση της αναλογικότητας των απαιτήσεων, ιδίως για τις μικρές και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Ρήτρα «κοινής λογικής» αποτρέπει το ενδεχόμενο οι απαιτήσεις σε θέματα προσβασιμότητας να συνεπάγονται δυσανάλογη επιβάρυνση, ενώ για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις προβλέπονται ελαφρύτερα μέτρα συμμόρφωσης. Η εμπειρία δείχνει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, η παροχή προσβάσιμων προϊόντων είναι επωφελής για τις επιχειρήσεις, ιδίως όταν η προσβασιμότητα προβλέπεται κατά τη φάση του σχεδιασμού.
Η κ. Marianne Thyssen, Επίτροπος αρμόδια για την απασχόληση, τις κοινωνικές υποθέσεις, τις δεξιότητες και την εργασιακή κινητικότητα, δήλωσε τα εξής: «Οι αναπηρίες δεν θα πρέπει να αποτελούν εμπόδιο στην πλήρη συμμετοχή στην κοινωνία, η δε έλλειψη κοινών κανόνων σε επίπεδο ΕΕ δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει το διασυνοριακό εμπόριο προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Με την παρούσα πράξη θέλουμε να εμβαθύνουμε την εσωτερική αγορά και να χρησιμοποιήσουμε το δυναμικό της προς όφελος τόσο των επιχειρήσεων όσο και των πολιτών με αναπηρίες. Στην πραγματικότητα, όλοι θα επωφεληθούμε από αυτήν».
Η ευρωπαϊκή πράξη για την προσβασιμότητα θα διευκολύνει τους παραγωγούς και τους παρόχους υπηρεσιών να εξάγουν προϊόντα και υπηρεσίες που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της ΕΕ, καθώς δεν θα χρειάζεται να προσαρμοστούν σε διαφορετικούς εθνικούς κανόνες. Ειδικότερα, αυτό θα βοηθήσει τις μικρές επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν πλήρως το δυναμικό της αγοράς της ΕΕ.
Κατά συνέπεια, τα άτομα με αναπηρία θα επωφεληθούν από τη μεγαλύτερη προσφορά προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών σε ανταγωνιστικότερες τιμές. Από τη βελτιωμένη προσφορά μπορούν επίσης να επωφεληθούν οι γηραιότεροι πολίτες με παρόμοιες ανάγκες προσβασιμότητας, καθώς και άλλοι στο ευρύτερο κοινό που αντιμετωπίζουν προκλήσεις λόγω ατυχήματος, προσωρινής ασθένειας ή δύσκολου περιβάλλοντος όπως χαμηλός φωτισμός ή υψηλός θόρυβος. Αυτό συνεπάγεται αύξηση της ενεργού συμμετοχής στην κοινωνία, μεταξύ άλλων στην εκπαίδευση και στην αγορά εργασίας, καθώς και μεγαλύτερη αυτονομία και ευκαιρίες κινητικότητας.
Ιστορικό
Περίπου 80 εκατομμύρια άτομα στην ΕΕ υποφέρουν από κάποια αναπηρία σε κάποιον βαθμό. Λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, ο αριθμός αναμένεται να αυξηθεί σε 120 εκατομμύρια έως το 2020. Η προσβασιμότητα αποτελεί βασική προϋπόθεση για ισότιμη συμμετοχή και ενεργό ρόλο στην κοινωνία. Και μπορεί να συμβάλει σε μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
Η σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία περιέχει υποχρεώσεις προσβασιμότητας. Απαιτεί από τα συμβαλλόμενα μέρη, όπως η ΕΕ και τα κράτη μέλη της, να λάβουν τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης νομοθεσίας για τη διασφάλιση της προσβασιμότητας. Χωρίς δράση εκ μέρους της ΕΕ, κάθε χώρα της ΕΕ θα συνεχίσει να αναπτύσσει διαφορετικούς νόμους για την υλοποίηση των υποχρεώσεών της, με αποτέλεσμα τον όλο και μεγαλύτερο κατακερματισμό της αγοράς της ΕΕ.
Η δράση της ΕΕ μπορεί να προλάβει τον κατακερματισμό αυτό και να δημιουργήσει περισσότερες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις. Μπορεί να μειώσει το κόστος των προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών και να έχει θετικό αντίκτυπο στους προϋπολογισμούς του δημοσίου σε μακροπρόθεσμη βάση, με τη μείωση της εξάρτησης των ηλικιωμένων και των ατόμων με αναπηρία.
Το 2011, η ΕΕ επικύρωσε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (UNCRPD). Η σύμβαση αυτή αντιμετωπίζει την αναπηρία ως ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όχι από ιατρική ή φιλανθρωπική άποψη. Καλύπτει τα ατομικά, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, καθώς και ένα ευρύ φάσμα τομέων πολιτικής: από τη δικαιοσύνη ως τις μεταφορές, από την απασχόληση ως την τεχνολογία πληροφοριών και ούτω καθεξής. Στο άρθρο 9 της Σύμβασης αναφέρονται οι υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων κρατών όσον αφορά την προσβασιμότητα, ώστε να εξασφαλιστεί στα άτομα με αναπηρίες πρόσβαση επί ίσοις όροις με τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Όλα τα κράτη μέλη έχουν υπογράψει τη Σύμβαση και 25 την έχουν επικυρώσει. Η Φινλανδία, η Ιρλανδία και οι Κάτω Χώρες προετοιμάζουν την επικύρωση. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΕ, καθώς και τα κράτη μέλη που είναι συμβαλλόμενα μέρη της, έχουν δεσμευτεί να τηρούν και να προστατεύουν τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες όπως κατοχυρώνονται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.