Iatropedia

Κνίδωση: Όσα πρέπει να ξέρετε για παιδιά και ενήλικες – Αίτια και θεραπεία

Κνίδωση – Αγγειοοίδημα είναι το δερματικό νόσημα που χαρακτηρίζεται από ένα μονόμορφο εξάνθημα του δέρματος, αποτελούμενο από πομφούς (δηλαδή πρηξίματα μικρά ή μεγάλα στο δέρμα με κνησμό), όταν το πρήξιμο είναι βαθιά στο δέρμα ή τους βλεννογόνους μιλάμε για αγγειοοίδημα, ενώ αν συνυπάρχουν γενικά συμπτώματα (δύσπνοια, ταχυκαρδία, υπόταση) μιλάμε για αναφυλαξία ή αναφυλακτοειδή αντίδραση.

Δρ Γ.Χ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ

ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΟΣ

Διευθυντής ΕΣΥ ΓΝΑ «Ευαγγελισμός»

Το χαρακτηριστικό των πομφών είναι η περιορισμένη διάρκεια ζωή τους (24-48 ώρες) οπότε αλλάζουν θέση εντόπισης. Για την καλύτερη κατανόηση πομφός είναι το εξάνθημα που παρουσιάζεται όταν ακουμπήσουμε τσουκνίδα,, από το λατινικό όνομα της οποίας (urtica) ονομάστηκε διεθνώς η νόσος urticaria και το αρχαιοελληνικό όνομα της τσουκνίδας (κνίδη) έδωσε το όνομα της νόσου στην ελληνική γλώσσα (κνίδωση).

Συχνότητα: Η κνίδωση ανήκει στα 20 πιο συχνά δερματικά νοσήματα – σχεδόν το 20% του πληθυσμού θα παρουσιάσει κνίδωση κατά την διάρκεια της ζωής του. Στο 20-30% συνυπάρχει αγγειοοίδημα.

Η πλειονότητα των περιπτώσεων ανήκει στην οξεία κνίδωση που διαρκεί λιγότερο από 6 εβδομάδες.

Η οξεία κνίδωση είναι συχνή στα παιδιά, σε αντίθεση με την χρόνια που είναι σπάνια, επίσης σπάνιο είναι και το κληρονομικό αγγειοοίδημα, που μπορεί να παρουσιαστεί στην παιδική ηλικία μετά από τραυματισμό ή επέμβαση στην περιοχή του στοματο-φάρυγγα.

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ

Η κλινική εικόνα κυριαρχείται από την παρουσία κνησμού, πομφών και αγειοοιδήματος. Στην κνίδωση οι πομφοί μπορεί να έχουν ποικίλλο μέγεθος, σχήμα και κατανομή, χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά να έχουν καμιά διαγνωστική αξία, εκτός ίσως των μικρών πομφών (1-3 χιλ) της χολινεργικής κνίδωσης (από άσκηση). Έτσι έχουν περιγραφεί: οι γιγάντιες , οι δακτυλιοειδείς, οι κυκλικές, οι πολυκυκλικές, οι έμμορφες και οι γεωγραφικές κνιδώσεις.

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Με βάση την διάρκεια, η κνίδωση διακρίνεται σε οξεία και χρόνια με όριο τις 6 εβδομάδες.

Με βάση την αιτία ή τον παθογενετικό μηχανισμό η κνίδωση διακρίνεται σε:

Σε εξ επαφής κνίδωση, βλατιδώδη κνίδωση (από δήγματα εντόμων) Κνίδωση από φυσικά αίτια (από πίεση, ψύχος, θερμότητα, άσκηση, νερό, έκθεση στον ήλιο κλπ) , δερμογραφισμός (εμφάνιση πομφών σε θέση τριβής), Εκ φαρμάκων μη ανοσολογική κνίδωση (ψευδοαλλεργική) , Αλλεργική κνίδωση,Μελαγχρωματική Κνίδωση, Αυτοάνοση κνίδωση.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΟΞΕΙΑΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑΣ ΚΝΙΔΩΣΗΣ

Οι πιο συχνές αιτίες οξείας κνίδωσης είναι:

-Οι Τροφές – θαλασσινά, ξηροί καρποί, όσπρια, ορισμένατυριά (ροκφόρ), σοκολάτα, φράουλες, πορτοκάλια,τομάτες, σέλινο, συντηρημένα τρόφιμα κλπ

-Τα Φάρμακα: αντιβιοτικά, σουλφοναμίδες, ασπιρίνη ,Εμβόλια, οροί, αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης κλπ

-Οι λοιμώξεις: Παρασιτώσεις, Ιογενείς λοιμώξεις εμπύρετα νοσήματα τα

-Δήγματα εντόμων κυρίως από μέλισσες και σφήκες και

-Ιδιοπαθής δηλ άγνωστης αιτίας στο 50%

ΧΡΟΝΙΑ ΚΝΙΔΩΣΗ

Η χρόνια κνίδωση επιβαρύνει περισσότερο από την οξεία, την ποιότητα ζωής των ασθενών, γιατί προκαλεί κνησμό, αϋπνία, αδράνεια, κοινωνική απομόνωση και δυσκολεύει την καθημερινή ζωή τους.

Συχνά (περίπου 37%) συνυπάρχει κνίδωση από φυσικά αίτια.

Η αιτία σπάνια ανευρίσκεται (5-20%) , παρά του ότι επισημαίνονται εκλυτικοί παράγοντες όπως : Τα φάρμακα , οι τροφές, οι λοιμώξεις, οι παρασιτώσεις ή άλλα σπάνια συστηματικά νοσήματα, ενώ οι ψυχολογικοί παράγοντες είναι δύσκολο να εκτιμηθούν σαν αιτία της κνίδωσης, πιθανόν όμως την επιβαρύνουν.

Τέλος το 50% των ασθενών με χρόνια κνίδωση πάσχουν από αυτοάνοση κνίδωση – δηλαδή υπάρχουν αυτοαντισώματα στο αίμα των ασθενών, που προκαλούν την εμφάνιση της νόσου. Αυτό αποδεικνύεται με την δοκιμασία του αυτόλογου ορού, δηλαδή με την ενδοδερμική ένεση ορού του ασθενούς, που έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση πομφού στο σημείο της ένεσης. Την χρόνια κνίδωση άγνωστης αιτίας στην Ευρώπη την ονόμασαν χρόνια αυθόρμητη κνίδωση, ενώ στην Αμερική την ονομάζουν χρόνια ιδιοπαθή.

ΦΥΣΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Η χρόνια κνίδωση ακολουθεί πορεία με υφέσεις και υποτροπές που εκλύονται από τους πιο πάνω παράγοντες. Κάποια στιγμή οι άρρωστοι παύουν να έχουν συμπτώματα, αλλά η στιγμή αυτή είναι αδύνατο να προβλεφθεί για έναν συγκεκριμένο άτομο.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η θεραπεία της κνίδωσης είναι αιτιολογική και συμπτωματική. Αιτιολογική θεραπεία συνίσταται στην ανεύρεση και απομάκρυνση του αιτίου ( αντιγόνου ή εκλυτικών παραγόντων), ενώ συμπτωματική αγωγή απευθύνεται στην αντιμετώπιση του κνησμού, των πομφών , του αγγειοοιδήματος και των αναφυλακτικών φαινομένων.

Τα σημαντικότερα φάρμακα στην αντιμετώπιση της κνίδωσης είναι τα Αντιισταμινικά που δρούν κύρια στην ελάττωση του κνησμού και της αγγειακής διαπερατότητας, που προκαλείται από την ισταμίνη. Διαχωρίζονται σε παλιά κατασταλτικά (φέρνουν υπνηλία) και σε νεώτερα μη –κατασταλτικά που χρησιμοποιούνται πιο πολύ.

Τα Κορτικοστεροειδή χοτηγούνται σε σοβαρές μορφές οξείας κνίδωσης και σε εξάρσεις χρόνιας με αναφυλακτικά συμπτώματα, όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η αδρεναλίνη ενώ σε άσθμα χρησιμοποιείται η θεοφυλίνη και τέλος σπανιότατα σε οίδημα λάρυγγος, μπορεί να χρειαστεί διασωλήνωση και χορήγηση οξυγόνου.

Επί αποτυχίας των αντιισταμινικών σε αυξημένη δόση (έως και 4πλάσια της συνηθισμένης ), χρησιμοποιούνται επιπρόσθετα φάρμακα όπως η ομαλιζουμάμπη, φάρμακα έναντι λευκοτριενίων και ανοσοκατασταλτικά ή ανοσοτροποποιητικά φάρμακα ( η κυκλσπορίνη-Α, γ-σφαιρίνη κλπ).