Κορονοϊός: 1.700 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε εβδομάδα παγκοσμίως – Από θόλωση εγκεφάλου κινδυνεύουν οι ηλικιωμένοι

  • Γιάννα Σουλάκη
COVID-19
Στατιστικά δεδομένα για τη θερινή αύξηση των περιστατικών κορονοϊού παγκοσμίως δείχνουν πως παρά τα προβλήματα και τη μακροχρόνια COVID-19, οι ηλικιωμένοι δεν εμβολιάζονται.

Συμπτώματα θόλωσης εγκεφάλου, γνωστικής εξασθένησης και κόπωσης παρουσιάζουν αρκετοί άνθρωποι παγκοσμίως, οι οποίοι προσβάλλονται από COVID-19. Η θερινή έξαρση του κορονοϊού, επίσης, στέλνει ξανά χιλιάδες ανθρώπους στα νοσοκομεία και δυστυχώς κάποιοι από αυτούς καταλήγουν.

Κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών, μάλιστα, η πλειοψηφία των Ευρωπαίων ταξιδεύει, ενώ διεθνώς μετακινούνται εκατομμύρια άτομα για ταξιδιωτικούς λόγους (πχ Ολυμπιακοί αγώνες), ή μεταναστευτικούς λόγους. H περίοδος των ταξιδιωτικών περιορισμών, ωστόσο, (κλείσιμο συνόρων, υποχρεωτικά διαγνωστικά τεστ και χρήση μασκών, πιστοποιητικά εμβολίων) αποτελεί -ευτυχώς- παρελθόν.

Σύμφωνα με την Παθολόγο, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Θεραπευτικής Κλινική (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και την Βιολόγο Παναγιώτα Ζαχαράκη, σε στατιστικά στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), φαίνεται ότι περισσότεροι από 1.700 άνθρωποι εξακολουθούν να πεθαίνουν παγκοσμίως κάθε εβδομάδα από τον Covid-19, ενώ η κάλυψη των εμβολίων μειώνεται στους ευάλωτους πληθυσμούς (δηλαδή στα άτομα άνω των 60 ετών και τα άτομα με σοβαρές συννοσηρότητες).

Σύμφωνα με τα ίδια επιδημιολογικά στοιχεία, το πρώτο τρίμηνο του 2024 μόνο το 0,42% των ατόμων τρίτης ηλικίας έλαβε κάποια εμβολιαστική δόση για τον κορονοϊό παγκοσμίως.

Σύμφωνα με τα δεδομένα του ΠΟΥ (Μάιος 2024),  από τότε που εντοπίστηκε για πρώτη φορά ο ιός στη Wuhan της Κίνας στα τέλη του 2019 και μέχρι σήμερα καταγράφονται περισσότερα από 775 εκατομμύρια επιβεβαιωμένα κρούσματα Covid-19 και περισσότεροι από 7 εκατομμύρια θάνατοι σε όλο τον κόσμο.

Η ίδια έκθεση λέει πως σύμφωνα με τα ιικά φορτία που εντοπίστηκαν μέσω της επιτήρησης των λυμάτων, το πραγματικό φορτίο κρουσμάτων στην πραγματικότητα φαίνεται να είναι, από 2 έως σχεδόν 20 φορές υψηλότερο.

Επίσης, σε μελέτη που έγινε για τον κίνδυνο μετάδοσης της COVID και δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 2024, φάνηκε ότι τα πολύωρα αεροπορικά ταξίδια χωρίς χρήση μάσκας αυξάνουν κατά 25 φορές την πιθανότητα να κολλήσει κάποιος, συγκριτικά με τα αεροπορικά ταξίδια μικρών αποστάσεων και διάρκειας.

Δείτε επίσης: Τα εμβόλια μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο long Covid, δείχνει νέα μελέτη

Η θόλωση εγκεφάλου μετά από Long Covid

Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσίευση στο έγκριτο διεθνές περιοδικό the Lancet (Ιούλιος 2024), αναλύονται περισσότερα τα συμπτώματα της θόλωσης του εγκεφάλου (“brain fog”) και της κόπωσης μετά την οξεία λοίμωξη.

Αν και έχουν περάσει πάνω από 4 χρόνια από την έναρξη της πανδημίας COVID-19, ωστόσο εκτιμάται -όπως περιγράφουν οι ερευνητές- πως το 10–20% των ατόμων που έχουν μολυνθεί με SARS-CoV-2 εξακολουθούν να έχουν συμπτώματα μετά τη μόλυνση.

Η κόπωση και η γνωστική διαταραχή είναι τα πιο κοινά συμπτώματα του μακροχρόνιου COVID. Δεδομένα από πολυκεντρική κοορτή ανέδειξαν ότι στους 9 μήνες μετά τη μόλυνση 176 (5,8%) από τους 3038 συμμετέχοντες είχαν τόσο κόπωση όσο και γνωστικά ελλείμματα, όπως αξιολογήθηκε από η κλίμακα γνωσιακής αξιολόγησης του Μόντρεαλ και λειτουργικής αξιολόγησης θεραπείας χρόνιας ασθένειας–κόπωσης αντίστοιχα.

Από αυτούς που είχαν διαχρονικά δεδομένα, 197 (22,2%) από τους 889 συμμετέχοντες είχαν γνωστικά ελλείμματα και 468 (22,4%) από τους 2092 συμμετέχοντες είχαν κόπωση κατά την έναρξη.

Σε παρακολούθηση 26 μηνών, 84 (42,6%) από τους 197 συμμετέχοντες με γνωστικά ελλείμματα και 254 (54,3%) από τους 468 συμμετέχοντες με κόπωση είχαν επίμονα συμπτώματα, υποδηλώνοντας ότι αυτές οι καταστάσεις μπορεί να είναι παροδικές για μερικούς ανθρώπους αλλά επίμονες για άλλους.

Η κόπωση συσχετίστηκε με πονοκέφαλο και κατάθλιψη.

Τα εμβόλια μειώνουν την γνωστική εξασθένηση μετά τη Long Covid

Τα εμβόλια κατά του COVID-19 είναι αποτελεσματικά στη μείωση της συχνότητας εμφάνισης σοβαρού COVID-19, της θνησιμότητας και της μετάδοσης στην κοινότητα.

Μια πολυεθνική μελέτη των αρχείων πρωτοβάθμιας περίθαλψης 10 εκατομμυρίων ατόμων που εμβολιάστηκαν κατά του COVID-19 και 10 εκατομμυρίων ατόμων που δεν εμβολιάστηκαν κατά του COVID-19, που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Respiratory Medicine τον Μάρτιο του 2024, αποκάλυψε ότι ο εμβολιασμός κατά της COVID-19 μείωσε τον κίνδυνο εμφάνισης μακροχρόνιου COVID.

Ωστόσο, μια προοπτική μελέτη συμμετεχόντων 6 μήνες, 12 μήνες, 18 μήνες και 24 μήνες μετά τη μόλυνση από COVID-19, που δημοσιεύτηκε σε επιστημονικές εκθέσεις τον Ιανουάριο του 2024, διαπίστωσε ότι η συχνότητα των νευροψυχιατρικών συμπτωμάτων δεν διέφερε με βάση την COVID-19, την κατάσταση εμβολιασμού ή τον αριθμό δόσεων εμβολίου COVID-19 που ελήφθησαν.

Ένας αυξανόμενος αριθμός στοιχείων έχει δείξει ότι η μόλυνση από τον COVID-19 μπορεί να επηρεάσει τον εγκέφαλο μέσω διαφορετικών μηχανισμών που επηρεάζουν τη γνωστική λειτουργία και την κόπωση.

Για παράδειγμα, μια προοπτική μελέτη παρατήρησης 50 συμμετεχόντων με νευρολογικά συμπτώματα για τουλάχιστον 3 μήνες μετά τη λοίμωξη από τον COVID-19 που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2023, αποκάλυψε χαρακτηριστικές δομικές-απεικονιστικές αλλοιώσεις του θαλάμου και των βασικών γαγγλίων που υποκρύπτουν συμπτώματα επίμονης κόπωσης.

Που εντοπίζεται το πρόβλημα στον εγκέφαλο

Μια μελέτη ελέγχου λειτουργικής συνδεσιμότητας σε κατάσταση ηρεμίας σε 52 συμμετέχοντες 27 μήνες μετά τη μόλυνση από COVID-19 που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Regional Health-Western Pacific τον Ιούνιο του 2024, έδειξε ότι η μειωμένη εγκεφαλική δραστηριότητα στην αριστερή άνω κροταφική έλικα σχετίστηκε με αυξημένη βαθμολογία νοητικής κόπωσης και γνωστικού ελλείμματος.

Τέλος, μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Neuroscience τον Φεβρουάριο του 2024, βρήκε στοιχεία διαταραχής του αιματοεγκεφαλικού φραγμού έως και 1 χρόνο μετά τη μόλυνση από COVID-19 στους κροταφικούς λοβούς και στον μετωπιαίο φλοιό του εγκεφάλου.

Επί του παρόντος, δεν υπάρχει θεραπεία για τη θόλωση του εγκεφάλου και την κόπωση του εγκεφάλου που προκαλείται από μακροχρόνια COVID-19, γίνονται όμως διεθνείς προσπάθειες και δίνονται σημαντικές χρηματοδοτήσεις, οι οποίες στοχεύουν να φέρουν κοντά κλινικούς ιατρούς, ερευνητές, επιστήμονες, φροντιστές, ασθενείς και μέλη της κοινότητας για να κατανοήσουν και να θεραπεύσουν αποτελεσματικά τη μακροχρόνια COVID.