Με εξαιρετικά αυξημένο αριθμό θανάτων, διασωληνωμένων και εισαγωγών στα νοσοκομεία, το ενδεχόμενο να ανοίξουν τα σχολεία πριν από τα Χριστούγεννα μοιάζει ανεδαφικό, όπως λένε. Παρά το γεγονός ότι τα επιδημιολογικά δεδομένα παγκοσμίως δεν συνηγορούν υπέρ της άποψης της αρνητικής συμβολής των σχολείων στην πανδημία, αν δεν υπάρξει θεαματική μείωση στους «σκληρούς δείκτες» της πανδημίας, δηλαδή στους διασωληνωμένους και τους θανάτους, θα ήταν εξαιρετικά ριψοκίνδυνο το άνοιγμα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Τα παραπάνω υποστηρίζει, μιλώντας στο iatropedia.gr, η Καθηγήτρια Παιδιατρικής και Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και Διευθύντρια της Β΄ Παιδιατρικής Κλινικής του ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού», Μαρία Τσολιά:
“Περιμένουμε να δούμε μείωση της κατάληψης κρεβατιών ΜΕΘ Covid. Αν το δούμε αυτό δεν μπορούμε να μπούμε σε συζήτηση για άνοιγμα των σχολείων. Είναι ανελαστικός ο δείκτης αυτός. Αν έχουμε 90 και 99% κατειλημμένες κλίνες Covid και 85% και 89% δεν υπάρχει περιθώριο και δεν μπορούμε να ανοίξουμε οποιαδήποτε συζήτηση. Αλλά μου φαίνεται ότι τις επόμενες μία με δύο εβδομάδες θα δούμε μείωση στις νοσηλείες γιατί έχουν αρχίσει λίγο τα περιστατικά να σταθεροποιούνται και μάλλον να μειώνονται, απλώς η μείωση στις ΜΕΘ θέλουν λίγο παραπάνω χρόνο. Δεν νομίζω, όμως, ότι θα δούμε τόσο σημαντική μείωση και στους διασωληνωμένους”, αναφέρει η Καθηγήτρια και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας.
“Όλοι θέλουμε να ανοίξουν τα σχολεία μας, γι’ αυτό παλεύουμε”
Εκτός από την κυβέρνηση που θέλει να επαναφέρει τους μαθητές στα θρανία έστω και για μία με δύο εβδομάδες πριν ξανακλείσουν τα σχολεία για τρις γιορτές, στην ίδια κατεύθυνση εργάζονται και οι επιστήμονες, σύμφωνα με την Καθηγήτρια κα. Μαρία Τσολιά:
“Θα προσπαθήσουμε να ανοίξουμε πριν από τα Χριστούγεννα. Η διάθεσή μας αυτή είναι τουλάχιστον. Αλλά αν δεν δούμε τα αντίστοιχα επιδημιολογικά δεδομένα που να μας το επιτρέπουν δεν μπορούμε να το πούμε με βεβαιότητα. Θα προσπαθήσουμε πιστέψτε με! Αυτή τη στιγμή υπάρχει αρκετά μεγάλη πίεση όπως ξέρετε στο σύστημα υγείας. Ο αριθμός των κρουσμάτων είναι μόνο μια παράμετρος, αλλά υπάρχουν κι άλλες: το σύνολο των βαρέων πασχόντων, των νοσηλευομένων, το επιδημιολογικό φορτίο, είναι πολλά. Βλέπετε σήμερα έχουμε 100 θανάτους την ημέρα και θα υπάρχει πίεση και τις επόμενες μέρες, που αυτή η πίεση στο σύστημα υγείας οφείλεται σε μολύνσεις που έχουν προηγηθεί, τρεις εβδομάδες πριν. Είναι δύσκολα τα πράγματα, δηλαδή αυτές οι μέρες είναι εξαιρετικά δύσκολες. Μακάρι να αποδώσει τα μέτρα, να έχουμε μείωση του επιδημιολογικού φορτίου κι από κει και πέρα μιλάμε”, λέει.
“Χρειαζόμαστε περισσότερα δεδομένα για να αποφασίσουμε το άνοιγμα των σχολείων”
Οι ειδικοί ζητούν πρόσβαση στα επιδημιολογικά δεδομένα και περισσότερες πληροφορίες προκειμένου να λάβουν την σωστότερη και πιο ασφαλή απόφαση σχετικά με το άνοιγμα των σχολείων. Τα στοιχεία αυτά θα τα έχουν μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ώστε μετά από τη συνεδρίαση τους, να λάβουν την απόφαση της τελικής εισήγησης τους προς της κυβέρνηση.
Αυτό υποστηρίζει ο Kαθηγητής Μικροβιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Αλκιβιάδης Βατόπουλος:
“Δεν έχουμε δει λεπτομερώς τα επιδημιολογικά δεδομένα εδώ και αρκετές ημέρες. Συνεπώς δεν μπορώ να τοποθετηθώ ακόμα. Το νούμερο που δημοσιεύεται των κρουσμάτων, των διασωληνώσεων κλπ. είναι αρκετά υψηλό. Θέλουμε όμως να δούμε και να συζητήσουμε τα πιο λεπτομερή δεδομένα που δεν τα έχουμε και δεν τα έχουμε συζητήσει. Στις μικρές βαθμίδες κυρίως δεν υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα και θα μπορούσαν να ανοίξουν. Αλλά θέλουμε να δούμε πως θα κινηθεί η επιδημία. Είναι σε όλη την Ελλάδα τα κρούσματα, ανεβοκατεβαίνουν σε διάφορες περιοχές, ακόμα δεν έχει γίνει τελική συζήτηση”, λέει στο iatropedia.gr ο καθηγητής.
Παρόμοιες επιφυλάξεις εκφράζει και η κα. Αθανασία Λουρίδα, παιδίατρος – Λοιμωξιολογος, διευθύντρια της Α’ Παιδιατρικής κλινικής στο νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τον κορονοϊό του υπουργείου Υγείας:
“Τα παιδιά ξέρουμε και όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι δεν παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο στη μετάδοση. Απλώς είναι κινητικότητα, που πηγαίνουν τα παιδιά στο σχολείο οι γονείς και πηγαίνουν και στις δουλειές τους μετά αυτοί οι άνθρωποι, ενώ μπορούν να κάνουν τηλεργασία είναι και αυτό που επηρεάζει. Δεν είναι τα σχολεία αυτά καθεαυτά”, σημειώνει και συμπληρώνει επίσης, ότι χρειάζονται περισσότερα δεδομένα για την τελική απόφαση:
“Τα ακριβή επιδημιολογικά δεδομένα δεν τα γνωρίζω, θα τα έχουμε τέλος της εβδομάδας και μετά θα αποφασίσουμε τι θα εισηγηθούμε”, καταλήγει.