Κορονοϊός: Ο γρίφος του ανοίγματος των σχολείων σε Ελλάδα και Ευρώπη – Γιατί είναι αναποφάσιστοι οι επιστήμονες
“Είναι δύσκολο το θέμα των σχολείων. Δεν υπάρχει διαφωνία, αλλά επιστημονική ανησυχία και ανταλλαγή επιστημονικών θέσεων και απόψεων” λέει στο iatropedia.gr μέλος της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας, απαντώντας σε όσους υποστηρίζουν ότι οι επιστήμονες διαφωνούν για το άνοιγμα των σχολείων.
Είναι γεγονός, πάντως, ότι οι αποφάσεις για το κλείσιμο και την επαναλειτουργία των σχολείων έχουν δυσκολέψει περισσότερο από άλλες τους επιστήμονες, οι οποίοι σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, έχουν επιδείξει αξιοσημείωτη ομοφωνία και ομοψυχία.
Αυτό σχετίζεται με την ιδιαιτερότητα του προβλήματος των σχολείων, αλλά και με την αστάθεια που επικρατεί στα επιδημιολογικά δεδομένα.
Τι υποστηρίζουν όσοι λένε ότι τα σχολεία δεν έπρεπε να κλείσουν στο δεύτερο lockdown
Μερίδα των επιστημόνων θέλει τα σχολεία ανοιχτά, παρά το lockdown στην οικονομία. Η άποψη αυτή στηρίζεται σε πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα, που λένε ότι τα παιδιά δεν εισφέρουν στη εξάπλωση της επιδημίας, ενώ παράλληλα σταθμίζουν τις δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχοσωματική υγεία τους, που όλοι συμφωνούν ότι είναι τεράστιες.
“Οι αρνητικές επιπτώσεις του προληπτικού κλεισίματος των σχολείων στη σωματική, ψυχική υγεία, αλλά και στην εκπαίδευση των παιδιών, καθώς και ο οικονομικός αντίκτυπος στην ευρύτερη κοινωνία, πιθανότατα υπερτερούν των πλεονεκτημάτων”, τονίζει σε πρόσφατη έκθεση για τα σχολεία, που δημοσιεύθηκε στις 23 Δεκεμβρίου, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Νόσων (ECDC).
Δείτε το σχετικό διάγραμμα που δημοσίευσε το ECDC στην έκθεσή του. Τα παιδιά από 1 έως 18 ετών χρωματίζονται με μπλε αποχρώσεις στη βάση του διαγράμματος:
Όπως προκύπτει και από το διάγραμμα, οι μαθητές έως 12 ετών, δηλαδή τα παιδιά που φοιτούν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, έχουν ελάχιστη συνεισφορά στην διάδοση της πανδημίας, η οποία κλιμακώνεται προς τα πάνω, με την άνοδο των ηλικιών.
“Τα μικρότερα παιδιά φαίνεται να είναι λιγότερο ευαίσθητα στη λοίμωξη και όταν μολυνθούν, δεν μολύνουν περαιτέρω τα μεγαλύτερα παιδιά και τους ενήλικες”, αναφέρει το ECDC, το οποίο συμπληρώνει ότι γενικότερα τα παιδιά ηλικίας 1-18 ετών έχουν χαμηλότερα ποσοστά σε νοσηλείες, σοβαρές νοσηλείες και θανάτους από ό, τι όλες οι άλλες ηλικιακές ομάδες.
Οι επιστήμονες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νόσων, παραδέχονται ωστόσο, ότι το κλείσιμο των σχολείων μπορεί να συμβάλει στη μείωση της μετάδοσης SARS-CoV-2, αλλά αυτό από μόνο του δεν επαρκεί, όπως λένε, για να αποτρέψει την μετάδοση του COVID-19 στην κοινότητα, χωρίς άλλα περιοριστικά μέτρα.
Στα επιχειρήματα υπέρ του ανοίγματος των σχολείων που διατύπωσαν ορισμένοι επιστήμονες κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης με την υπουργό Παιδείας, ήταν το παράδειγμα της Ιρλανδίας, η οποία αντιμετωπίζει το τρίτο κύμα της επιδημίας με 30.000 ημερήσια κρούσματα της Covid-19 και 200 θανάτους την ημέρα και παρ’ όλα αυτά κρατά τα σχολεία ανοιχτά.
Να σημειωθεί ότι η ιρλανδική κυβέρνηση έχει κλείσει όλα τα μπαρ και τα εστιατόρια, όμως, τα καταστήματα και τα σχολεία παραμένουν ανοικτά.
Τι υποστηρίζουν οι επιστήμονες που ανησυχούν για το άνοιγμα των σχολείων
Η πρόσφατη τραγωδία που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει ακόμη η χώρα μας, κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος της πανδημίας από τα μέσα Οκτωβρίου και μετά, δεν καθησυχάζει την άλλη μερίδα των επιστημόνων, που υποστηρίζει την άποψη ότι τα σχολεία πρέπει προς το παρόν να παραμείνουν κλειστά.
Η πίεση στο Σύστημα Υγείας συνεχίζεται, όπως λένε, παρά την ελάττωση του αριθμού των κρουσμάτων, των εισαγωγών στα νοσοκομεία και των διασωληνωμένων ασθενών. Οι “σκληροί” δείκτες της πανδημίας αποδεικνύουν ότι προς το παρόν δεν πρέπει να βιαστούμε, όπως υποστήριξαν στην τηλεδιάσκεψη.
Η αργή μείωση του αριθμού των διασωληνωμένων ασθενών, με περισσότερους από 450 ασθενείς να συνεχίζουν να επιβαρύνουν τις ΜΕΘ στο ΕΣΥ, καθιστά απαγορευτικό οποιοδήποτε εσπευσμένο άνοιγμα της κοινωνίας, που θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω την κινητικότητα, όπως υποστήριξαν.
Επίσης, η μείωση του ιικού φορτίου στην κοινότητα εύκολα μπορεί να ανατραπεί κατά τη διάρκεια των εορτών. Αυτός είναι και ο λόγος που η συζήτηση αναβλήθηκε για τις 4 Ιανουαρίου, καθώς τότε θα έχουν συμπληρωθεί οι πρώτες δέκα μέρες μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων, οπότε οι επιστήμονες θα έχουν ενδεχομένως στα χέρια τους κάποιες πρώτες απτές αποδείξεις, που θα οδηγήσουν ευκολότερα στις αποφάσεις για τα σχολεία.
Σχεδόν όλοι συμφώνησαν πάντως, ότι με τα σημερινά επιδημιολογικά δεδομένα και εάν δεν υπήρχε ο αστάθμητος παράγοντας των εορτών, τα σχολεία θα μπορούσαν να ανοίξουν κανονικά στις 11 Ιανουαρίου, τουλάχιστον τα Δημοτικά.
Ανησυχία για το άνοιγμα όλων των σχολείων στη Μεγάλη Βρετανία εξαιτίας του μεταλλαγμένου ιού
Μεγάλη συζήτηση και αντεγκλήσεις υπάρχουν τις τελευταίες ημέρες και στη Μεγάλη Βρετανία σχετικά με το καθολικό άνοιγμα των σχολείων. Η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων και η παρουσία του μεταλλαγμένου ιού έχει θορυβήσει τους επιστήμονες, που ασκούν πιέσεις τον πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον να καθυστερήσει την επιστροφή των μαθητών στα θρανία μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων.
Το πρόβλημα της Αγγλίας επισημαίνεται και από το ευρωπαϊκό CDC, το οποίο σημειώνει, ότι η έκθεσή του για το άνοιγμα των σχολείων “δεν λαμβάνει υπόψη την επιδημιολογία του COVID-19 σε σχέση με νέες μεταλλάξεις του SARS-CoV-2 που παρατηρήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, για τις οποίες δεν υπάρχουν ακόμη ισχυρές ενδείξεις σχετικά με τον πιθανό αντίκτυπο στη λειτουργία των σχολείων”
Ένα πιθανό σενάριο που εξετάζεται από τους κρατικούς αξιωματούχους για το άνοιγμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και την επιστροφή των παιδιών που δίνουν εξετάσεις στις 4 Ιανουαρίου, είναι να ζητηθεί η συμβολή των ενόπλων δυνάμεων, ώστε να διενεργηθούν μαζικά τεστ στη σχολική κοινότητα για τον καλύτερο έλεγχο της επιδημίας. Οι υπόλοιπες βαθμίδες σχεδιάζεται να ανοίξουν σταδιακά μέσα στον Ιανουάριο.
Την ίδια στιγμή το Ευρωπαϊκό CDC επισημαίνει τον κίνδυνο, οι νέες μεταλλάξεις του κορονοϊού από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Νότια Αφρική, να εξαπλωθούν σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο με τα σχολεία
Στο Βέλγιο, τα σχολεία παραμένουν ανοικτά. Στη Δανία, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια ήταν μέχρι πρότινος ανοικτά αλλά έκλεισαν ανήμερα των Χριστουγέννων και θα παραμείνουν κλειστά μέχρι νεοτέρας, σύμφωνα με δημοσίευση του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, η Γαλλία επέλεξε να μην κλείσει τα σχολεία, ώστε να μειωθεί ο ακαδημαϊκός αντίκτυπος της πανδημίας. Η Γαλλία απέδειξε ότι είναι δυνατό να παραμείνουν οι εκπαιδευτικές δομές ανοικτές παρόλο που τα εστιατόρια και τα μπαρ παρέμειναν κλειστά.
Σε αντίθεση, στις ΗΠΑ, πόλεις όπως το Σικάγο, η Βοστώνη και το Σαν Φρανσίσκο επέλεξαν να κλείσουν τα σχολεία και να κρατήσουν ανοικτά τα εστιατόρια και τα μπαρ. Στη Γαλλία, το ποσοστό των θετικών τεστ για SARS-CoV-2 στις σχολικές μονάδες αγγίζει το 11% και παρ’ όλα αυτά παραμένουν ανοικτές, ενώ στη Νέα Υόρκη αποφασίστηκε κλείσιμο των σχολείων με μόλις 3% ποσοστό θετικών τεστ.
Από αρχές Δεκεμβρίου τα κρούσματα στη Γερμανία έχουν αρχίσει να αυξάνονται και έτσι από τις 16 Δεκεμβρίου ελήφθησαν περαιτέρω μέτρα αποτροπής της μετάδοσης του SARS-CoV-2, συμπεριλαμβανομένου του κλεισίματος των σχολείων μέχρι τις 10 Ιανουαρίου.
Στην Ιταλία, επίσης, τα σχολεία θα παραμείνουν κλειστά μέχρι τις 7 Ιανουαρίου. Υπολογίζεται ότι μετά τις 7/1/2021 τουλάχιστον το 75% των μαθητών θα μπορέσει να επιστρέψει στις αίθουσες.
Στην Ολλανδία, συνεχίζουν να υφίστανται τα μέτρα αποτροπής της μετάδοσης του SARS-CoV-2 και τα σχολεία θα παραμείνουν κλειστά τουλάχιστον μέχρι τις 17 Ιανουαρίου, με την εξαίρεση των μαθητών που προετοιμάζονται για εξετάσεις και τους μαθητές με ειδικές ανάγκες.
Με την έλευση του 2021 όλες οι χώρες θα προσπαθήσουν να επαναφέρουν τις εκπαιδευτικές δομές σε κανονική λειτουργία, πάντα σε συνάρτηση με την επιδημιολογική εικόνα σε κάθε χώρα.