Κορωνοϊός: Πάνω από 5.000 τεστ με barcode – Χρόνο προσαρμογής χρειάζονται οι ταξιδιώτες
Η πρώτη μέρα της προσαρμογής των τουριστών στους νέους ταξιδιωτικούς -και πρωτόγνωρους σε σχέση με τους συνήθεις- κανόνες, συνοδεύτηκε από χιλιάδες δειγματοληπτικά τεστ σε όλες τις πύλες εισόδου της χώρας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα “έξυπνα” τεστ με την εφαρμογή αλγόριθμου που υποδεικνύουν τον “ύποπτο” επιβάτη για COVID-19, ξεπέρασαν κατά πολύ τον αρχικό σχεδιασμό των 1.200 στην Αθήνα και 500 στη Θεσσαλονίκη, μόνο για τα αεροδρόμια. Σε πτήση από τη Γαλλία, μάλιστα, που προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος” επιβλήθηκε τεστ σε όλους τους ταξιδιώτες.
Δεν ήταν όλοι οι επιβάτες, όμως, επαρκώς προετοιμασμένοι, καθώς δεν είχαν συμπληρώσει 48 ώρες πριν από την πτήση τους την ειδική “Φόρμα Εντοπισμού Επιβάτη”. Δεν ήταν λίγοι αυτοί, μάλιστα, που προσπαθούσαν να συμπληρώσουν τη φόρμα λίγο πριν την αναχώρησή τους με τη βοήθεια των υπαλλήλων των αεροπορικών εταιρειών.
Η αναστάτωση αυτή, ανάγκασε την κυβέρνηση να προσαρμόσει τον κανόνα της συμπλήρωσης της φόρμας, 48 ώρες πριν από την πτήση. Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα, μέχρι την Κυριακή και ως ότου να ομαλοποιηθεί η κατάσταση, οι τουρίστες θα έχουν τη δυνατότητα να συμπληρώνουν τη φόρμα μέχρι και λίγες ώρες πριν την άφιξή τους στη χώρα μας.
Υπολογίζεται, πάντως, ότι θα γίνονται περισσότερα από 5.000 τεστ ανά ημέρα, μόνο από τα 27 αεροδρόμια της χώρας. Αντίστοιχα τεστ θα διεξάγονται από τον ΕΟΔΥ και στα λιμάνια, αλλά και στους μεθοριακούς σταθμούς.
Πως επιλέγονται οι επιβάτες που θα υποβληθούν σε τεστ
Οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι -οι οποίοι θα ισχύσουν από 1/07/2020 έως 31/08/2020 σε όλους τους επιβάτες που θα ταξιδέψουν στην Ελλάδα από τις προβλεπόμενες χώρες, – είναι προκαθορισμένοι από τις προηγούμενες ημέρες με βάση το ‘’έξυπνο’’ λογισμικό και τον ειδικό αλγόριθμο που εφαρμόζει η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας.
Η ηλεκτρονική υποβολή του PLF απαιτεί την υπεύθυνη δήλωση του ταξιδιώτη μιας σειράς πληροφοριών, τις οποίες επεξεργάζεται ειδικό λογισμικό και με βάση τον επιστημονικό αλγόριθμο προκύπτει με ηλεκτρονικό τρόπο, εάν ο ταξιδιώτης αυτός εμφανίζει υψηλή (ή χαμηλή) πιθανότητα να νοσεί από τη νόσο COVID-19. Στις πληροφορίες που δίνει ο επιβάτης περιλαμβάνεται η χώρα προέλευσής του, η διεύθυνση κατοικίας του, ο χρόνος της παραμονής του στην Ελλάδα κ.α.
Με τη συμπλήρωση του PLF, ο ταξιδιώτης λαμβάνει αυτόματα στο e-mail ή στο κινητό του, ένα barcode το οποίο αποτελεί “ηλεκτρονικό διαβατήριο” για τον κορωνοϊό και μόνο με αυτό θα μπορεί να ταξιδέψει. Οι ταξιδιώτες που εισέρχονται στη χώρα αεροπορικώς, μετά την άφιξή τους στην πύλη μεταφέρονται στο σημείο όπου βρίσκεται το προσωπικό ελέγχου και «τσεκάρει» το ειδικό barcode που λαμβάνουν με τη συμπλήρωση της φόρμας PLF (QR). Το barcode το έχει κάθε επιβάτης στην οθόνη του κινητού τηλεφώνου του ή στην έντυπη φόρμα QR.
Εάν μετά την επεξεργασία των πληροφοριών του επιβάτη, ωστόσο, τα ηλεκτρονικά συστήματα τον επιλέξουν για να υποβληθεί σε τεστ κορωνοϊού, τότε αυτός έχει την υποχρέωση να συναινέσει με τη διαδικασία και να μην προβάλει αντίδραση.
Κατά παρόμοιο τρόπο ελέγχονται και όσοι ταξιδιώτες που εισέρχονται στη χώρα με ακτοπλοϊκά μέσα.
Πως γίνονται οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι
Οι υγειονομικές αρχές του αεροδρομίου ή τα ειδικά κλιμάκια του ΕΟΔΥ λαμβάνουν δείγμα από τους επιβάτες που επιλέχθηκαν από τα ηλεκτρονικά συστήματα, ενώ οι ίδιοι έχουν την υποχρέωση να παραμείνουν σε αυτοαπομόνωση για 24 ώρες στη διεύθυνση διαμονής την οποία θα έχουν προηγουμένως δηλώσει, έως ότου βγουν τα αποτελέσματα του τεστ. Το κατάλυμα, το οποίο φιλοξενεί τον ταξιδιώτη, ενημερώνεται για την αυτό-απομόνωση και το κόστος καλύπτεται από τους ταξιδιώτες.
Να σημειωθεί ότι πλέον δεν ισχύει η διαδικασία της απομόνωσης σε ξενοδοχείο με έξοδα του ελληνικού δημοσίου και για το 24ωρο που μεσολαβεί μέχρι την έκδοση του αποτελέσματος του τεστ.
Βασικό κριτήριο για την επιλογή των υποψήφιων για δειγματοληπτικό έλεγχο επιβατών, πάντως, αποτελεί η χώρα προέλευσής τους και εάν αυτές εμφανίζουν “βεβαρημένη” επιδημιολογική εικόνα σε σχέση με τον ιό SARS-CoV-2.
“Θετικοί” και “αρνητικοί” επιβάτες – Τί γίνεται σε κάθε περίπτωση
Στην περίπτωση που το αποτέλεσμα του τεστ θα είναι αρνητικό, ο ταξιδιώτης θα είναι ελεύθερος να μετακινηθεί χωρίς περιορισμούς σε οποιοδήποτε σημείο της χώρας. Εάν όμως, το αποτέλεσμα δείξει ότι είναι ασθενής που πάσχει από τη νόσο COVID-19, τότε οφείλει να μπει σε 14ήμερη καραντίνα με βάση τις οδηγίες που θα λάβει από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας.
Σε αυτήν την περίπτωση, το κόστος (διαμονή, γεύματα, μεταφορά και ιατρική περίθαλψη) το καλύπτει το ελληνικό κράτος.
Εάν ένας ταξιδιώτης διαγνωστεί με COVID-19 κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα, ακολουθείται η εξής διαδικασία:
Σε περίπτωση που δεν χρειάζεται νοσηλεία (χωρίς ή με ήπια συμπτώματα), κατά την κρίση του γιατρού που τον έχει εξετάσει (γιατρός ξενοδοχείου, ιδιωτικός γιατρός, γιατρός νοσοκομείου ή ιατρικού κέντρου), παραμένει στο ξενοδοχείο καραντίνας για 14 ημέρες.
Εάν χρειάζεται νοσηλεία του παρέχεται πλήρης ιατρική περίθαλψη σε ένα από τα νοσοκομεία της χώρας.
Η πρόσβαση σε όλες τις ιατρικές υπηρεσίες παρέχεται δωρεάν στον ταξιδιώτη με COVID-19 σε περίπτωση που δεν έχει ασφαλιστική κάλυψη. Στην περίπτωση ταξιδιωτών από κράτη μέλη της ΕΕ, όλα τα σχετικά έξοδα θα καλυφθούν σύμφωνα με τους κανονισμούς και τις οδηγίες της ΕΕ.