Τα πρώιμα αποτελέσματα από μελέτες αντισωμάτων, τα οποία παρουσίασε κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης της Τρίτης ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, αναφέρουν ότι στην πατρίδα μας -βάσει μαθηματικών εκτιμήσεων- είχαμε ένα πραγματικό αριθμό κρουσμάτων πολύ χαμηλότερο του 1%.
Όταν αυτές οι ορολογικές μελέτες -που γίνονται σε αντιπροσωπευτικά δείγματα του πληθυσμού (αγρότες, φοιτητές κ.α.)- ολοκληρωθούν, θα έχουμε τα τελικά πραγματικά νούμερα των νοσούντων, αναφέρει ο καθηγητής παθολογίας και λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Χαράλαμπος Γώγος, στο iatropedia.gr:
“Αυτό θα το μάθουμε όταν έχουμε δεδομένα από τα αντισώματα. Αυτό το 1% προκύπτει από κάποια πρόωρα δεδομένα που υπάρχουν από ορισμένες μελέτες. Κι εμείς κάνουμε παρόμοια μελέτη στην Πάτρα -αλλά δεν έχουμε ακόμα ολοκληρώσει-, που καταγράφει την παρουσία αντισωμάτων έναντι του ιού στην κοινότητα. Από εκεί θα καταλάβουμε πόσοι νοσούν. Αυτό το νούμερο, όμως, είναι σίγουρα πάρα πολύ χαμηλό”.
Ποια Πανεπιστήμια κάνουν μελέτες αντισωμάτων στον ευρύ πληθυσμό
Πολλές ερευνητικές ομάδες Πανεπιστημίων σε όλη την Ελλάδα έχουν αρχίσει να μελετούν σε δείγματα πληθυσμού την παρουσία αντισωμάτων, η οποία και θα αποκαλύψει ασυμπτωματικούς ασθενείς που δεν γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι ότι νόσησαν από τη νόσο COVID-19 και έχουν αναπτυξει αντισώματα.
Οι μεγαλύτερες από αυτές είναι:
- προοπτική πληθυσμιακή μελέτη αντισωμάτων στην Ελλάδα με συγκεκριμένα επιδημιολογικά κριτήρια για να εξεταστεί το ποσοστό των ανθρώπων που πέρασαν τη νόσο και εμφάνισαν αντισώματα.
- η οροεπιδημιολογική μελέτη η οποία γίνεται σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας, μελών της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και το υπουργείο Υγείας, όπου ελέγχεται ένας σημαντικός αριθμός δειγμάτων, τουλάχιστον 10.000, από αιμοδότες. Τα αποτελέσματα από τους πρώτους 3.400 αιμοδότες, από τους οποίους εντοπίστηκαν μόλις 24 ασθενείς με αντισώματα (ποσοστό 0,7% του πληθυσμού), παρουσίασε την περασμένη Τρίτη ο καθηγητής κ. Τσιόδρας.
- επαναλαμβανόμενη οροεπιδημιολογική μελέτη από εναπομείναντες ορούς. Η συλλογή δειγμάτων έχει ξεκινήσει από τις αρχές Μαρτίου, συντονίζεται από την Ιατρική Σχολή Θεσσαλίας σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ και άλλα Πανεπιστήμια. Το αρχείο αποτελείται ήδη από 5.000 δείγματα, ενώ από τα αποτελέσματα στα πρώτα 2.569 -που επίσης παρουσίασε ο κ. Τσιόδρας- βρέθηκαν μόλις 9 θετικά δείγματα (ποσοστό 0,35% του πληθυσμού)
- στην Περιφέρεια Κρήτης ξεκίνησε, ήδη, πληθυσμιακή οροεπιδημιολογική μελέτη για τον κορονοϊό. Η μελέτη είναι πρόταση μιας ερευνητικής ομάδας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κρήτης, η οποία υποστηρίζεται από την Περιφέρεια της Κρήτης και θα διεξαχθεί με την στήριξη της Διοίκησης της 7ης ΥΠΕ, των ιατρικών συλλόγων και άλλων κοινωνικών φορέων του νησιού.
Πως επιλέγονται τα δείγματα – Ποια τεστ χρησιμοποιούνται
Την μεθοδολογία που ακολουθούν κάποιες από αυτές τις ερευνητικές ομάδες αυτές περιγράφει ο καθηγητής, κ. Γώγος:
“Τον τελευταίο μήνα έχουν αρχίσει να δουλεύουν αυτές οι ομάδες και στην Κρήτη, και στην Λάρισα και στην Πάτρα, νομίζω και στη Βόρεια Ελλάδα. Υπάρχουν ομάδες που δουλεύουν ερευνητικά όχι κατά παραγγελία κάποιου. Σε τυχαία δείγματα του πληθυσμού. Κάνεις δηλαδή έναν υπολογισμό, ποιες ομάδες υπάρχουν, αν είναι αστικός πληθυσμός, αν είναι ημιαστικός πληθυσμός και παίρνεις αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλες τις ομάδες: από γιατρούς, νοσηλευτές, αγρότες, φοιτητές, από όλες τις ομάδες. Υπάρχουν επιδημιολογικοί τρόποι που βρίσκεις σε ποιους ανθρώπους θα πρέπει να πάρεις δειγματοληπτικό έλεγχο για να είναι αντιπροσωπευτικό το δείγμα”
Στις μελέτες αυτές συνήθως χρησιμοποιούνται ορολογικές εξετάσεις αντισωμάτων, που ανιχνεύουν τα IgG αντισώματα, δηλαδή αυτά που εμφανίζονται στο αίμα λίγο αργότερα (από τα IgM και τα IgA) και συνήθως παραμένουν στον οργανισμό για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Εάν αυτό το διάστημα είναι μήνες ή χρόνια, κανείς δεν γνωρίζει καθώς δεν έχει γίνει ακόμη γνωστό για τον νέο κορωνοϊό.
“Χρησιμοποιούμε IgG τεστ αντισωμάτων με διαδικασίες ερευνητικές που τις κάνουμε από το Πανεπιστήμιο. Είναι ερευνητικά δεδομένα. Αυτά τα κάνει ο καθένας με ότι θέλει, με ότι τεστ έχουμε. Αλλά για να είναι από το Πανεπιστήμιο, είναι πιστοποιημένα τα αποτελέσματα”, αναφέρει ο καθηγητής κ. Γώγος.
Η χρήση ρομποτικών αναλυτών για ταχύτερη εξαγωγή αποτελεσμάτων
Για τις ερευνητικές ανάγκες τα Πανεπιστήμια διαθέτουν τρεις υπερσύγχρονους ρομποτικούς αναλυτές, που μειώνουν σημαντικά τον χρόνο αναμονής των αποτελεσμάτων. Η χρήση τους είναι περιορισμένη από το ανθρώπινο χέρι, καθώς οι περισσότερες εργασίες είναι αυτοματοποιημένες, κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας σφάλματος.
Έναν παρόμοιο αναλυτή -δωρεά από ιδιώτη- αναμένουν εντός του ερχόμενου μήνα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Ο αναλυτής αυτός μπορεί να εξάγει αποτελέσματα σε μέχρι και 400 δείγματα ημερησίως, τετραπλασιάζοντας τις δυνατότητες ενός εργαστηρίου, ενώ ταυτόχρονα θα μειώσει και τον χρόνο του κάθε τεστ, σε λιγότερο από 70 λεπτά.