Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη στο iatropedia.gr: Πώς η μειωμένη κρατική δαπάνη θα δημιουργήσει ασθενείς δύο ταχυτήτων

  • Γιάννα Σουλάκη
Μπαρμπετάκη
Τις δραματικές συνέπειες της ιδιαίτερα χαμηλής κρατικής χρηματοδότησης του φαρμάκου στην Ελλάδα, αναλύει σε συνέντευξή της στο iatropedia.gr, η πρόεδρος του PhARMA Innovation Forum Greece (PIF), Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη.

Ένα βήμα πριν από τη συρρίκνωση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας στην Ελλάδα είναι οι πολυεθνικές φαρμακευτικές επιχειρήσεις που παράγουν καινοτόμα φάρμακα, μετά τα πρόσφατα σημειώματα που έλαβαν από το κράτος, με τα οποία υποχρεώνονται να επιστρέψουν μέσω του συστήματος υποχρεωτικών επιστροφών (clawback) το 83% των εσόδων τους.

Η μειωμένη κρατική χρηματοδότηση για τη δαπάνη φαρμάκου στη χώρα -εδώ και πάνω από μία δεκαετία- απειλεί πλέον με σοβαρές επιπτώσεις τις καινοτόμες θεραπείες και ενδέχεται να καταλήξει όχι μόνο στη μείωση της ποιότητας των παρεχόμενων θεραπευτικών επιλογών στους ασθενείς, αλλά ακόμη και στην ίδια την «τσέπη» τους, όπως εξηγεί  σε συνέντευξή της στο iatropedia.gr, η «σιδηρά κυρία» των φαρμακευτικών επιχειρήσεων που παράγουν καινοτόμα φάρμακα, η πρόεδρος του PhARMA Innovation Forum Greece (PIF), Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη.

Τονίζει δε πως τα 8 από τα 10 φάρμακα που χορηγούνται στους ασθενείς, χρηματοδοτούνται από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις μέσω του clawback, με αποτέλεσμα να υπάρχει πλέον κίνδυνος δημιουργίας ασθενών δύο ταχυτήτων, καθώς «οι 8 ασθενείς εξαρτώνται από τη φαρμακευτική περίθαλψη μόνο επειδή οι εταιρείες καλύπτουν το σχετικό κόστος μέσω υποχρεωτικών επιστροφών», αναφέρει.

Διευκρινίζει δε, πως το υψηλό ποσοστό clawback προκαλεί αύξηση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης, γεγονός που μετακυλίεται στους ασθενείς μέσω ιδιωτικών πληρωμών (out-of-pocket).

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξή της:

ΕΡ: Με τις υποχρεωτικές επιστροφές (clawback) προς το κράτος, να αγγίζουν το ιστορικό υψηλό του 83% για το πρώτο εξάμηνο του 2023, θεωρείτε πώς η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες να λάβουν δύσκολα μέτρα και ποια μπορεί να είναι αυτά; Πιστεύετε ότι υπάρχει κίνδυνος ακόμη και να μειωθεί η παρουσία αυτών των εταιρειών στην Ελλάδα λόγω της δυσβάστακτης οικονομικής επιβάρυνσης;

Λ.Μ: Το ποσοστό αυτό, όπως σωστά επισημαίνετε, συνιστά ιστορικό υψηλό και, ταυτόχρονα, υπέρβαση κάθε κόκκινης γραμμής βιωσιμότητας. Δυστυχώς, μετά τις πρόσφατες εξελίξεις και την τελευταία συνάντηση στις 15/10 του Υπουργού Υγείας κ. Άδωνι Γεωργιάδη με τις ενώσεις φαρμακοβιομηχανίας, μεταξύ των οποίων και του PhARMA Innovation Forum Greece (PIF), αυτό που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι η αγορά των καινοτόμων φαρμάκων καταρρέει και οι εξελίξεις πλέον είναι μη προβλέψιμες.

Η φαρμακευτική πολιτική που χτίστηκε από το 2012 στις σαθρές βάσεις του clawback καταρρέει εκκωφαντικά και θέτει σε κίνδυνο -σήμερα, όχι στο μέλλον- την πρόσβαση των ασθενών σε νέες, διαθέσιμες καινοτόμες θεραπείες. Πρόκειται για ένα ζήτημα, λοιπόν, με πρωτίστως κοινωνικές διαστάσεις, οι οποίες όμως απλώνονται στον ίδιο τον κλάδο, το σύστημα υγείας και εν γένει την ίδια την οικονομία.

Επομένως, εφόσον η κυβέρνηση δεν αλλάξει άμεσα κατεύθυνση σχετικά με το clawback 83%, ναι, ο κίνδυνος να δούμε συρρίκνωση της δραστηριότητας των επιχειρήσεων του κλάδου στην Ελλάδα είναι πλέον ορατός με τις συνέπειες ενός τέτοιου απευκταίου σεναρίου να προδιαγράφονται εξαιρετικά αρνητικές. Όπως αντιλαμβάνεστε, κανένας κλάδος της αγοράς δεν μπορεί να αντέξει σε τέτοιες εξοντωτικές συνθήκες επιχειρείν.

ΕΡ: Ποια είναι η επίδραση της μειωμένης κρατικής χρηματοδότησης στον ερευνητικό και αναπτυξιακό τομέα των φαρμακευτικών εταιρειών στην Ελλάδα; Υπάρχει κίνδυνος να δούμε μείωση στην εισαγωγή καινοτόμων θεραπειών λόγω αυτών των πολιτικών;

Λ.Μ: Δυστυχώς διαπιστώνουμε πως το κράτος δεν ανταπεξέρχεται στην υποχρέωσή του να καλύπτει οικονομικά την πρόσβαση του συνόλου των ασθενών στο φάρμακο. Αντίθετα επιμένει να καλύπτει αυτή την ανάγκη διατηρώντας τις υποχρεωτικές επιστροφές από τις βιοφαρμακευτικές εταιρείες σε ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά. Το clawback ξεκίνησε ως ένα προσωρινό μέτρο ελέγχου της δαπάνης αλλά συχνά χρησιμοποιείται ως μέτρο προστατευτισμού συγκεκριμένων κατηγοριών σκευασμάτων. Η παρατεταμένη εφαρμογή του έχει οδηγήσει τον προϋπολογισμό του φαρμάκου σε στασιμότητα, και τελικά την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ως προς την προσέλκυση επενδύσεων σε συνεχή υποβάθμιση.

Πρόκειται για ένα μέτρο που συνιστά «βολική λύση» για το κράτος αλλά παράγει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες. Δυστυχώς, η απόσυρση προϊόντων από την Ελλάδα και η μειωμένη πρόσβαση ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες μπορεί να είναι κάποιες από αυτές. Τυχόν  συρρίκνωση της δραστηριότητας των εταιρειών του κλάδου στη χώρα μας θα σημάνει επίσης μείωση των επενδύσεων στην κλινική έρευνα και επίπτωση στη συμβολή του κλάδου όσον αφορά στην απασχόληση εξειδικευμένου και καλά αμειβόμενου επιστημονικού προσωπικού. Είναι επίσης πιθανό να δούμε μείωση της χρηματοδότησης στη συνεχή ιατρική εκπαίδευση, στα προγράμματα υποστήριξης ασθενών και σε αυτά που εντάσσονται στο πλαίσιο της κοινωνικής ευθύνης.

ΕΡ: Πολύ συχνά οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εφαρμογή αυτών των πολιτικών στην παρεχόμενη φαρμακευτική φροντίδα. Υπάρχουν άμεσες συνέπειες και ποιες μπορεί να είναι αυτές; Οι ελλείψεις φαρμάκων, για παράδειγμα, μπορεί να είναι μια τέτοια επίπτωση;

Λ.Μ: Απαντώντας στην ερώτηση σχετικά με τις άμεσες συνέπειες των πολιτικών αυτών, οφείλω να υπογραμμίσω ότι η εκτόξευση του clawback στο 83% δημιουργεί μία πραγματικότητα που επηρεάζει άμεσα την πρόσβαση των ασθενών σε κρίσιμες για τη ζωή τους θεραπείες.

Στην πράξη, 83% clawback σημαίνει ότι το κράτος καλύπτει το κόστος θεραπείας για λιγότερους από 2 στους 10 ασθενείς που πάσχουν από σοβαρές και απειλητικές για τη ζωή χρόνιες παθήσεις. Οι υπόλοιποι 8 ασθενείς εξαρτώνται από τη φαρμακευτική περίθαλψη μόνο επειδή οι εταιρείες καλύπτουν το σχετικό κόστος μέσω υποχρεωτικών επιστροφών.

Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε μία διαχωριστική γραμμή μεταξύ των ασθενών, δημιουργώντας «ασθενείς δύο ταχυτήτων». Όσοι προλάβουν να καλυφθούν από το σύστημα υγείας έχουν πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες, ενώ άλλοι μπορεί να μη λάβουν τη φροντίδα που χρειάζονται εγκαίρως. Αυτό σημαίνει ότι οι καινοτόμες θεραπείες για χρόνιες παθήσεις τίθενται υπό σοβαρή απειλή, γεγονός που εντείνει την ήδη υπάρχουσα ανησυχία σχετικά με τις ελλείψεις φαρμάκων.

Παράλληλα, το υψηλό ποσοστό clawback προκαλεί αύξηση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης, γεγονός που μετακυλίεται στους ασθενείς μέσω ιδιωτικών πληρωμών (out-of-pocket). Αυτή η ανεξέλεγκτη αύξηση στο κόστος οδηγεί σε περαιτέρω οικονομική επιβάρυνση για τους ασθενείς, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με μεγαλύτερες δαπάνες για να καλύψουν τις ανάγκες τους.

Η συνολική εικόνα που διαμορφώνεται, λοιπόν, είναι μια πραγματικότητα που απειλεί να περιορίσει την πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες και να επιδεινώσει τις ελλείψεις φαρμάκων, με άμεσο αντίκτυπο στους ασθενείς και στην παρεχόμενη φαρμακευτική φροντίδα στη χώρα μας.

ΕΡ: Ποιες είναι οι πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει το Pharma Innovation Forum για να διαπραγματευτείτε με την κυβέρνηση όσον αφορά στον περιορισμό του clawback; Και τι αποτελέσματα είχατε; Θεωρείτε ότι υπάρχει πολιτική βούληση για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό πριν δημιουργηθούν σοβαρές συνέπειες για τους ασθενείς και το σύστημα υγείας;

Λ.Μ: Το Pharma Innovation Forum Greece (PIF) έχει αναλάβει ουσιαστικές πρωτοβουλίες, καλώντας το Υπουργείο Υγείας και την κυβέρνηση να επανεξετάσουν το εξοντωτικό clawback του 83%. Παρά τις πρόσφατες συναντήσεις μας με το Υπουργείο Υγείας και τη σαφή υπόδειξη ότι η φαρμακευτική πολιτική του clawback αποτελεί αποτυχία του μνημονιακού καθεστώτος, η τελευταία απάντηση του υπουργείου Υγείας – μετά τη συνάντησή μας στις 15 Οκτωβρίου- είναι μια «βιαστική» πρόταση για 20 εκατ. ευρώ και ελάχιστες διορθώσεις. Αυτό δεν είναι λύση αλλά αναβολή, και μάλιστα με τεράστιο κόστος για τους ασθενείς και το σύστημα υγείας.

Η πολιτική βούληση για μια πραγματική λύση παραμένει φανερά ελλιπής, αφού η κυβέρνηση δεν έχει ακόμα αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Σε αυτό το πλαίσιο, το Pharma Innovation Forum Greece εμμένει στη θέση του πως η διόρθωση των υποχρεωτικών επιστροφών του προηγούμενου έτους τουλάχιστον στο επίπεδο του 2022 είναι η ελάχιστη κίνηση προκειμένου πολιτεία και φαρμακευτικός κλάδος να αποκαταστήσουν τη σχέση εμπιστοσύνης και να προχωρήσουν από κοινού στις αναγκαίες -και συχνά δύσκολες- αποφάσεις για την εξυγίανση της φαρμακευτικής πολιτικής, με γνώμονα τους ασθενείς και την ανθεκτικότητα του συστήματος υγείας.

Ως PIF, καλούμε την κυβέρνηση, αντί να «κλείσει το θέμα», να ανοίξει σήμερα μία ειλικρινή συζήτηση για μία δίκαιη και βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική -ως κοινωνική και υγειονομική αναγκαιότητα- αφενός με μία δέσμη τιμολογιακών και διαρθρωτικών πολιτικών που θα μειώσουν -χωρίς προστατευτισμούς- τη συνολική δαπάνη φαρμάκου και αφετέρου θα ενισχύσουν τον δημόσιο προϋπολογισμό και θα επιτρέψουν στον κύκλο της υποκατάστασης να λειτουργήσει όπως σε κάθε σύγχρονο σύστημα υγείας.

Η πραγματική αλλαγή απαιτεί άμεσο και ειλικρινή διάλογο, με στόχο τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας και την προστασία των ασθενών. Η ώρα, λοιπόν, γι’ αυτή την αλλαγή είναι τώρα.