Ομιλητής ήταν ο κ. Βασίλειος Καραβασίλης, Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας – Ογκολογίας της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ., Γ. Ν.Θ. «Παπαγεωργίου». Χορηγός του Συμποσίου ήταν η φαρμακευτική εταιρεία Pfizer Hellas.
Ο κ. Δημήτρης Πεκτασίδης, στο πλαίσιο της εισήγησής του, ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Τα τελευταία 10 χρόνια, χάριν κυρίως της εισόδου των στοχευουσών θεραπειών, σημειώνεται μια διαρκής εξέλιξη στη θεραπεία του ΜΚΝ ενώ έχει καταγραφεί σημαντική βελτίωση και στο χρόνο επιβίωσης των ασθενών. Ορόσημο σε αυτή την πορεία αποτέλεσε η έγκριση του sunitinib, του πρώτου φαρμάκου που, ως θεραπεία πρώτης γραμμής, διπλασίασε την επιβίωση των ασθενών με ΜΚΝ, η οποία ξεπέρασε για πρώτη φορά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα κλινικών μελετών, τα δύο χρόνια και βαίνει διαρκώς αυξανόμενη.
Μαθαίνοντας τη νέα αυτή γενιά φαρμάκων είτε όσον αφορά τη δράση τους, τη διάρκεια της αγωγής, τη δοσολογία ή ακόμα και τις ανεπιθύμητες ενέργειές τους στους ασθενείς, οι οποίες δεν είναι ακριβώς ίδιες με εκείνες της κλασικής χημειοθεραπείας, είμαστε πλέον στην ευχάριστη θέση να έχουμε πολλούς ασθενείς με πολύ μεγάλα διαστήματα ύφεσης και επιβίωσης πράγμα, γεγονός σχεδόν αδύνατον στο παρελθόν.
Όλες οι προσπάθειές μας πλέον έχουν επικεντρωθεί στο στόχο να μετατραπεί ο ΜΚΝ σε μια χρόνια νόσο και με την είσοδο στη διαθέσιμη θεραπευτική φαρέτρα των νέων βιολογικών παραγόντων, όπως το axitinib, το cabozatinib και των νέων ανοσοθεραπειών στη δεύτερη γραμμή θεραπείας, οι ελπίδες αυτές γίνονται βάσιμες. Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα σκευάσματα αυτά θα πρέπει να χορηγούνται σε ειδικά κέντρα από εξειδικευμένους γιατρούς – Ογκολόγους, οι οποίοι έχουν εμπειρία τόσο ως προς τη νόσο αλλά και τη χρήση τους.»
Με τη σειρά του, ο κ. Βασίλειος Καραβασίλης στην ομιλία του, τόνισε:
«Η αποκάλυψη και η κατανόηση πλήρως του παθοφυσιολογικού μηχανισμού της καρκινογένεσης στο νεφρό, που είναι κυρίως η αγγειογένεση, αποτέλεσε την αρχή για την πρόοδο που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στην αντιμετώπιση του ΜΚΝ. Χάριν αυτής αναπτύχθηκαν θεραπείες που στοχεύουν ακριβώς αυτό το μηχανισμό (targeted therapies), οι οποίες διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τους VEGFR αναστολείς και τους mTOR αναστολείς.
Τα φάρμακα αυτά, καταστέλλουν την αγγειογένεση, που δίνει τη δυνατότητα στον όγκο να επιβιώσει και να αναπτυχθεί, επιτυγχάνοντας έτσι τη συρρίκνωση ή τη μη περαιτέρω ανάπτυξή του, ώστε τελικά να έχουμε ύφεση της νόσου. Δυστυχώς, πολλές φορές ο όγκος αποκτά μηχανισμούς αντίστασης στη θεραπευτική αγωγή, με αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε φάρμακα 2ης ή και 3ης γραμμής. Με την πάροδο των ετών, ωστόσο, μάθαμε να χρησιμοποιούμε καλύτερα τα θεραπευτικά όπλα που έχουμε στη διάθεσή μας, παράλληλα με την κατάλληλη αλληλουχία που θα πρέπει να χορηγούνται.
Η περαιτέρω εξατομίκευση της θεραπείας, αποτελεί πλέον τον επόμενό μας στόχο, προκειμένου χρησιμοποιώντας διάφορους βιοδείκτες – κλινικούς (π.χ εκδήλωση υπέρτασης) ή εργαστηριακούς -, να μπορούμε να γνωρίζουμε ακριβώς ποιό φάρμακο και σε ποιά χρονική στιγμή αρμόζει καλύτερα στον κάθε ασθενή.»
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε επίσης, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, στην τάση του κλάδου της Ογκολογίας για έρευνα και ανάπτυξη εξατομικευμένων θεραπειών, εξαιτίας της συνεχούς ανακάλυψης γονιδιακών μεταλλάξεων και της έκφρασής τους σε μια σειρά καρκινικών όγκων. Τέλος, τέθηκαν προς συζήτηση με συμπρόεδρο του πάνελ τον κ. Θωμά Μακατσώρη, Επίκουρο Καθηγητή Παθολογίας – Ογκολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών, Ογκολογικό Τμήμα Παθολογικής Κλινικής Π.Γ.Ν. Πατρών, τα θέματα της έλλειψης σαφούς πλαισίου σχετικά με τη διεξαγωγή κλινικών μελετών στην Ελλάδα και των δυσλειτουργιών του Συστήματος Υγείας, που οδηγούν σε απώλεια σοβαρών πόρων.