Μία μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων δεν σημαίνει απαραίτητα και απώλεια του ελέγχου και γι’ αυτό πριν ληφθούν μέτρα, θα πρέπει να συνεξεταστεί η ποιοτική ανάλυσή τους, τόνισε ο καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε η Ένωση Ασθενών Ελλάδος.
Ακόμη και να δούμε 200-300 κρούσματα την ημέρα κάποια στιγμή -που δεν θεωρείται απίθανο- τόνισε ο καθηγητής, δεν είναι κάτι το οποίο πρέπει να μας τρομάξει και να μας οδηγήσει σε μία απόφαση καραντίνας.
«Αν έχουμε κρούσματα σε νέους ανθρώπους, χωρίς προβλήματα υγείας, που δεν είναι υπέρβαροι και δεν έχουμε μεγάλη διασπορά σε ηλικιωμένους, ευπαθείς ομάδες και ασθενείς, το πρόβλημα θα ελέγχεται. Δεν θα υπάρχει αθρόα εισροή ασθενών στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας (ΜΑΦ), έτσι ώστε να πει κανείς ότι πιθανώς να μην αντέξουμε», δήλωσε ο Ηλίας Μόσιαλος
Παράλληλα, παρατήρησε ότι η ενίσχυση του ΕΣΥ, με τον σχεδόν διπλασιασμό των κλινών ΜΕΘ και ΜΑΦ και με την πρόσληψη επιπλέον ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, βρισκόμαστε σε καλύτερη μοίρα σε σχέση με τον Φεβρουάριο και είμαστε περισσότερο έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε ένα πιθανό δεύτερο κύμα κορωνοϊού.
Μόσιαλος: Να περιοριστεί η διασπορά σε κλειστούς χώρους παροχής υγείας και κλειστές δομές
Μεγάλη σημασία έχει η τήρηση των μέτρων και η συμπεριφορά πολιτών και ηγετών, που σε πολλές περιπτώσεις διαμορφώνουν λανθασμένες αντιλήψεις, συμπλήρωσε ο καθηγητής.
Επίσης, εξαιρετικά σημαντικός είναι, όπως τόνισε, ο περιορισμός της διασποράς σε χώρους υγείας, οίκους ευγηρίας, φυλακές, ένοπλες δυνάμεις, χώρους φιλοξενίας προσφύγων και όπου υπάρχει μεγάλος συγχρωτισμός. Πάνω απ’ όλα, η διασπορά του κορωνοϊού θα πρέπει να κρατηθεί μακριά από ηλικιωμένους και ευπαθείς ομάδες. «Αυτό είναι δύσκολο και ιδιαίτερα όταν οι γηραιότεροι συγκατοικούν με νεότερους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν επιστρέψει στους χώρους εργασίας τους», σημείωσε ο καθηγητής.
Σε ότι αφορά τον κίνδυνο διασποράς στον χώρο εργασίας, ο καθηγητής του LSE, τόνισε ότι είναι σημαντικό να διατηρείται η τηλε-εργασία, όπου είναι εφικτό. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις εργαζομένων που συμβιώνουν με ευπαθείς ομάδες πληθυσμού. “Θα πρέπει να εξακολουθούν να εργάζονται χρησιμοποιώντας αυτό το μοντέλο εργασίας, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο να μεταδώσουν τον κορωνοϊό”, είπε.
Υπάρχει υπαρκτός κίνδυνος από τον τουρισμό;
Η αύξηση των εισαγόμενων κρουσμάτων, σύμφωνα με τον καθηγητή του LSE, κ. Μόσιαλο, είναι ένα θέμα που θα πρέπει να μας προβληματίζει και θα πρέπει να δώσουμε ως χώρα ιδιαίτερη προσοχή στις χώρες από τις οποίες προέρχονται οι τουρίστες. Αυτό θα κρίνει και την έκβαση του τουρισμού:
«Εάν έρχονται από χώρες οι οποίες έχουν ελέγξει τον κορωνοϊό , και στις περισσότερες χώρες περίπου το 1% του πληθυσμού μολύνθηκε και μάλιστα κατά την έξαρση της νόσου που ήταν πολύ πιο πιθανό να κολλήσει κανείς τον ιό, η πιθανότητα διασποράς από τουρίστα είναι πάρα πολύ μικρή. Και αυτό το βλέπουμε από τα τεστ που γίνονται στα αεροδρόμια, όπου το ποσοστό αυτών που έχουν τον ιό είναι εξαιρετικά μικρό», σημείωσε ο καθηγητής, χωρίς ωστόσο να αναφερθεί σε χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Σουηδία, όπου υπήρξε μεγάλη διασπορά του ιού.
«Εκεί που υπάρχει πρόβλημα είναι στα βόρεια σύνορά μας. Εντούτοις, έχει εντοπιστεί και πλέον οι έλεγχοι και οι προϋποθέσεις για την είσοδο στη χώρα θα είναι εντατικότερες», επεσήμανε.
Τόνισε, επίσης, ότι είναι πολύ σημαντικό να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι, όπως ζήτησε και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και κυρίως οι έλεγχοι στις πύλες εισόδου της χώρας.
Θα πρέπει, επίσης, να είμαστε ιδιαίτερα αυστηροί ως προς την αξιοπιστία των πιστοποιητικών που ζητούμε από τους τουρίστες να επιδείξουν, ώστε να τους επιτραπεί η είσοδος στη χώρα, καθώς, όπως είπε έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα πλαστών εγγράφων.
Δεύτερο κύμα: Θα έρθει και πότε;
Σχετικά με τον εάν βρισκόμαστε, ήδη, σε ένα δεύτερο κύμα κορωνοϊού, ή αν όχι, ο κ. Ηλίας Μόσιαλος εξήγησε ότι αντιμετωπίζουμε διαφορετικές φάσεις της επιδημίας, σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη, με τα φαινόμενα μικρότερης ή μεγαλύτερης έντασης να εναλλάσσονται ανά χώρα.
Ο ίδιος τόνισε ότι αυτό που χαρακτηρίζεται σήμερα ως «δεύτερο κύμα» σε πολλές χώρες έχει προκληθεί από τη χαλάρωση των μέτρων ανάμεσα στους πολίτες. Συμπλήρωσε δε, ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις μέχρι στιγμής ότι το δεύτερο κύμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει μεγάλες διαστάσεις.
«Δεν θα είναι το κλασικό δεύτερο κύμα που βλέπουμε με τη γρίπη, η οποία υποχωρεί την άνοιξη και επανέρχεται το φθινόπωρο. Σε ορισμένες χώρες ήρθε αρκετά νωρίτερα, γιατί χαλάρωσε η τήρηση των μέτρων. Αυτό βλέπουμε στο Ισραήλ, στη Β. Μακεδονία, στη Σερβία, στη Μολδαβία και σε ορισμένες περιοχές της Ρωσίας. Αντιθέτως, στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, σχεδόν σε όλες, η πανδημία είναι υπό έλεγχο, με τοπικές εξάρσεις. Δεν έχουμε δει ανησυχητικές τάσεις, με ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων, ιδίως στις ευπαθείς ομάδες και στους ηλικιωμένους, που να μας ανησυχούν αυτή τη στιγμή, ότι σε επίπεδο ΕΕ θα δούμε ένα δεύτερο μεγάλο κύμα του κορονοϊού», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής κ. Μόσιαλος.
Δεν παρέλειψε, ωστόσο, να τονίσει ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, ακόμα και στη χώρα μας, και συμπλήρωσε ότι είναι λάθος να πιστεύουμε ότι ο κορωνοϊός εξαλείφθηκε τον Μάιο. Απλά καταφέραμε να τον συμπιέσουμε σε πολύ χαμηλά επίπεδα, είπε.
Για τη σημασία της τήρησης των μέτρων υγιεινής, ανέφερε, επίσης, ως θετικό παράδειγμα αντιμετώπισης του κορωνοϊού, το Βιετνάμ. Εκεί η υγειονομική κρίση του κορωνοϊού αντιμετωπίστηκε με έντονα μέτρα κοινωνικής απόστασης και δημόσιας υγείας, χωρίς μεγάλα οριζόντια lockdowns. Χαρακτήρισε την περίπτωση του Βιετνάμ, ως «θαύμα», ενώ αντίστοιχες προσπάθειες έγιναν στην Ιαπωνία, την Ταϊβάν και την Κορέα, όπως είπε ο κ. Μόσιαλος.
«Ξέρουμε ότι μπορούμε να περιορίσουμε τον κορωνοϊό, αρκεί να συμμορφωθούν οι πολίτες. Και αυτό σημαίνει απλά να ξεφύγουν λίγο από την καθημερινή τους συνήθεια: διατήρηση φυσικής απόστασης, μάσκα σε εσωτερικούς χώρους, συχνό πλύσιμο των χεριών. Βλέπουμε ότι σε χώρες όπου δεν εφαρμόστηκαν τα μέτρα, κι εδώ μεγάλη ευθύνη έχουν οι ηγεσίες των χωρών, όπως οι ΗΠΑ ή αρχικά η Μ. Βρετανία, οι επιπτώσεις είναι τρομακτικές. Ευτυχώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ φαίνεται ότι έχει συνειδητοποιήσει το πρόβλημα και άρχισε να φοράει και ο ίδιος μάσκα. Το θεωρώ πολύ θετικό αυτό το γεγονός, καθότι γνωρίζουμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό των οπαδών του αμφισβητεί και την ίδια την ύπαρξη της νόσου», ανέφερε ο κ. Μόσιαλος.