Διαβάστε παρακάτω την ομιλία του γενικού γραμματέα Δημόσιας Υγείας, Ι. Μπασκόζου στο Φόρουμ του ΟΟΣΑ στο Παρίσι, για τη διαχείριση των θεραπειών υψηλού κόστους και την εξατομικευμένη ιατρική:
Η φύση της ιατρικής ως κοινωνικό αγαθό που παρατείνει το προσδόκιμο επιβίωσης και επεκτείνει την ποιότητα της ζωής, όχι μόνο εξηγεί αλλά κυρίως συνεπάγεται την κρατική παρέμβαση. Η διαχείριση των κοινωνικών παραγόντων της υγείας, η συστηματική εφαρμογή πολιτικών πρόληψης, η ανάπτυξη ενός άρτια δομημένου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και η διασφάλιση του βέλτιστου δυνατού βαθμού διείσδυσης των γενοσήμων φαρμάκων, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που επιτρέπουν σε κάθε ασθενή να έχει πρόσβαση στην κατάλληλη φαρμακευτική θεραπεία (συμπεριλαμβανομένων των καινοτόμων και υψηλού κόστους φαρμάκων) με βάση τις ανάγκες του, λαμβάνοντας πάντα υπόψη, σε κάθε περίπτωση, τους συγκεκριμένους δημοσιονομικούς περιορισμούς που τίθενται από τη δημοσιονομική επιτήρηση.
Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι το τοπίο στο πεδίο του φαρμάκου αλλάζει δραματικά, λόγω της προόδου στον τομέα της βιοϊατρικής τεχνολογίας. Σε γενικές γραμμές, η εισαγωγή της καινοτομίας στην ιατρική, συνεπάγεται κλινικό όφελος και κυρίως βελτίωση της υγείας των ασθενών. Από την άλλη πλευρά, η επίτευξη ισότιμης πρόσβασης και η διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των συστημάτων φροντίδας υγείας, αναδεικνύουν τις σοβαρές προκλήσεις και κυρίως, θέτουν σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την κατανομή των πόρων.
Είναι προφανές ότι χρειαζόμαστε μια διαφορετική συνάρθρωση μεταξύ της διαδικασίας αδειοδότησης, της κοστολόγησης και της αποζημίωσης των φαρμακευτικών προϊόντων σε ένα παγκόσμιο επίπεδο. Για διαφόρους λόγους η κοστολόγηση των φαρμάκων δεν είναι πάντα διαφανής. Επιπλέον οι αποφάσεις χρηματοδότησης σε μία συγκεκριμένη χώρα σαφώς έχουν αντίκτυπο σε άλλα κράτη προκαλώντας μερικές φορές αυτό που ονομάζουμε φαινόμενο ντόμινο και επαυξάνει επίσης την πίεση της κοινής γνώμης. Επιπλέον, οι κλειστοί περιοριστικοί προϋπολογισμοί μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω στρέβλωση της αγοράς, σε ελλείψεις προϊόντων, σε επιπτώσεις στο επίπεδο της ποιότητας ή ακόμη και φαινόμενα μαύρης αγοράς.
Ο έλεγχος των φαρμάκων για τις σπάνιες παθήσεις και η εξατομικευμένη ιατρική είναι ζωτικής σημασίας, καθώς μπορούν να οδηγήσουν σε κενά στην καθολική κάλυψη. Κατά τη γνώμη μας, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στην αγορά και τον ανταγωνισμό να υπαγορεύει ποιοι είναι οι δικαιούχοι των διαθέσιμων εξειδικευμένων θεραπειών.
Η αξιοποίηση συμφωνιών διαχείρισης της εισόδου στην αγορά του φαρμάκου είναι ένα βήμα προς την τιμολόγηση με βάση την αξία των προϊόντων, όμως χρειάζεται να γίνουν περισσότερα προς αυτήν την κατεύθυνση. Ίσως, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε μια αλλαγή στα παρεχόμενα κίνητρα, αυτά που σχετίζονται με την τιμολόγηση σε εκείνα που σχετίζονται με τις διαδικασίες (όπως π.χ. η είσοδος στην αγορά, η στελέχωση, φορολογικές ελαφρύνσεις, η διαθεσιμότητα των κλινικών δεδομένων κ.α.).
Επιπλέον, υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια και έλεγχο των ερευνητικών πρακτικών και των αντίστοιχων δαπανών και κυρίως των πρακτικών προώθησης των φαρμάκων ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να ελεγχθούν και οι παρενέργειες από μία πιθανή εισαγωγή των φαρμακευτικών εταιρειών στο χρηματιστήριο.
Οι παραδοσιακές πολιτικές για την Υγεία και τα αντίστοιχα εργαλεία τους δεν είναι αρκετά για να λύσουν το πρόβλημα. Μια αλλαγή νοοτροπίας, ένα νέο επίπεδο κατανόησης, ένα πλαίσιο για τον ανοικτό διάλογο και την ανταλλαγή εμπειριών και πληροφοριών και σίγουρα νέα, εξελιγμένα, εργαλεία είναι πλέον αναγκαία προκειμένου να επιτευχθεί και να διατηρηθεί η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της πρόσβασης, της σχέσης κόστους -αποτελεσματικότητας και της διαθεσιμότητας των πληρωμών, διατηρώντας πάντα προσιτό το κόστος.
Η ισότιμη πρόσβαση στα καινοτόμα προϊόντα και η βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας είναι ζωτικής σημασίας για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στο κράτος, την κοινωνία και όλους τους εμπλεκόμενους εταίρους. Η κάλυψη των ολοένα και αυξανόμενων αναγκών υγείας του πληθυσμού θα πρέπει να εξασφαλίζεται με σεβασμό στα δικαιώματα των ασθενών και με την συμμετοχή τους στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, με την ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας των μη προνομιούχων και την διασφάλιση της δημόσιας υγείας και του δημοσίου συμφέροντος συνολικά.