Νοσοκομειακοί γιατροί: Καταδικάζουν το νέο σχέδιο για τις εφημερίες και τα ΤΕΠ των νοσοκομείων
Το πολύ σοβαρό θέμα Δημόσιας Υγείας, που ακούει στο όνομα Επείγοντα Περιστατικά και Εφημερίες Νοσοκομείων, αναλύει με ανακοίνωσή της η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας και Πειραιά (ΕΙΝΑΠ), διατυπώνοντας τις ενστάσεις της για τις ριζικές αλλαγές που επιθυμεί να εφαρμόσει το αμέσως επόμενο διάστημα, η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας.
Οι νοσοκομειακοί γιατροί εκφράζουν τα παράπονά τους, για το γεγονός ότι δεν προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν στην σχετική Επιτροπή Εργασίας που συνέστησε το Υπουργείο Υγείας για την δρομολόγηση των αλλαγών και διατυπώνουν σκληρή κριτική, στα όσα σχεδιάζονται να υλοποιηθούν στα νοσοκομεία.
Συγκεκριμένα οι γιατροί αναφέρουν:
«Η σημερινή πολιτική ηγεσία, παρά τις υποσχέσεις τις στην ΕΙΝΑΠ προχώρησε στο διορισμό επιτροπής για τον τρόπο εφημέρευσης αγνοώντας μας παντελώς. Διαρρέεται σκόπιμα ότι ο μόνος τρόπος για να βελτιωθεί η κατάσταση στα ΤΕΠ και να εκλείψουν τα ράντζα, είναι να έχουν γενική εφημερία τα νοσοκομεία κάθε 3 μέρες αντί για 4. Μα θέλετε να μας εξοντώσετε; Θέλετε την ανεπάρκεια και τη γύμνια που αναφέρουμε να τη μεταφέρετε στο προσωπικό των νοσοκομείων του κέντρου, που κυριολεκτικά στενάζει από την εντατικοποίηση;», τονίζουν οι γιατροί της ΕΙΝΑΠ στην ανακοίνωσή τους.
ΕΙΝΑΠ: «Δεν θα εξαληφθούν τα ράντζα…Θα πολλαπλασιαστούν!»
Οι γιατροί τονίζουν ότι η πολιτεία παραδέχεται ότι η προσέλευση στα ΤΕΠ τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί κατά 25%. Η πιο συχνή εφημέρευση των νοσοκομείων, η οποία σχεδιάζεται να γίνεται κάθε 3 και όχι 4 ημέρες (όπως ίσχυε μέχρι σήμερα), θα αυξήσει επιπλέον την προσέλευση κατά 25%, οπότε τα ράντζα, ειδικά στα μεγάλα νοσοκομεία, θα πολλαπλασιαστούν. Ταυτόχρονα θα υπάρξει, επισημαίνει η ΕΙΝΑΠ και υπερεντατικοποίηση του ανεπαρκέστατου αριθμητικά προσωπικού.
Ταυτόχρονα οι γιατροί χαρακτηρίζουν ως «ακραίο πειραματισμό και εξαιρετικά επικίνδυνο», τον σχεδιασμό να υπάρχουν στα νοσοκομεία ανεξάρτητες εφημερίες ΤΕΠ, ενώ τα νοσοκομεία δεν θα εφημερεύουν.
ΕΙΝΑΠ: «Φτιάξτε επιτέλους την Πρωτοβάθμια Φροντίδα»
Σύμφωνα με τους νοσοκομειακούς γιατρούς το 60% – 70% των προσερχόμενων στα ΤΕΠ είναι περιστατικά Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που σήμερα οι δομές της είναι υποτυπώδεις.
«Αν αυτό δε λυθεί, ή αν δεν πάρει σοβαρό τρόπο αντιμετώπισης η σημερινή κατάσταση θα συνεχίζεται. Τα πρώην ΠΕΔΥ, που μετονομάστηκαν σε Κέντρα Υγείας και οι ΤΟΜΥ, έτσι όπως λειτούργησαν δεν έλυσαν τα προβλήματα. Χρειάζεται μεγάλος αριθμός Κέντρων Υγείας Αστικού Τύπου στο Λεκανοπέδιο με οικογενειακό γιατρό και ειδικότητες. Πρέπει αρκετά Κέντρα Υγείας να εφημερεύουν σε 2 ή και 3 8ωρα για να απορροφήσουν περιστατικά ΠΦΥ», τονίζουν οι γιατροί της ΕΙΝΑΠ.
Ταυρόχρονα υπογραμμίζουν ότι μεγάλος αριθμός διακομιδών από μικρού και μεσαίου μεγέθους νοσοκομεία διοχετεύεται προς τα μεγάλα. Στα νοσοκομεία του λεκανοπεδίου της Αθήνας, για παράδειγμα, διακομίζουνται τα επείγοντα περιστατικά όλης σχεδόν της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας – Ευβοίας και των νησιών.
«Οι διακομιδές γίνονται λόγω έλλειψης στελεχών υγείας και εξοπλισμού. Υπάρχουν και χιλιάδες ασθενείς που προτιμούν νοσοκομεία των Αθηνών και έρχονται μόνοι τους για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Όσο και να συζητάμε για τρόπο εφημέρευσης στο λεκανοπέδιο και πώς θα τον βελτιώσουμε, αγνοώντας αυτές τις 2 θεμελιακές παραμέτρους, απλά εμπαίζουμε υγειονομικούς και ασθενείς».
Μαζικές και μόνιμες προσλήψεις προσωπικού στα νοσοκομεία της Αττικής
Οι γιατροί ζητούν μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στα νοσοκομεία, καθώς όπως τονίζουν, όλος ο νότιος τομέας εξυπηρετείται «από ένα «ξεδοντιασμένο» από προσωπικό Ασκληπιείο και ένα υποβαθμισμένο Τζάνειο, που στέλνει το παιδί από το νησί με σκωληκοειδίτιδα κατευθείαν στο Παίδων λόγω έλλειψης παιδοχειρουργού. Ο δυτικός τομέας πάσχει αντίστοιχα, με τα νοσοκομεία της Νίκαιας και του Θριασίου να έχουν τεράστιες ελλείψεις και το Αττικό να πνίγεται στα ράντζα».
Στο βόρειο τομέα οι περισσότερες ειδικότητες εξυπηρετούνται μόνο από το Σισμανόγλειο, ενώ ο ανατολικός τομέας, πολυπληθής και αυτός, δεν έχει νοσοκομείο παρά μόνο υποστελεχωμένα Κέντρα Υγείας.
«Αναφέρουμε τα παραπάνω ενδεικτικά για να γίνει κατανοητή σε όλους τους αρμόδιους η γύμνια που υπάρχει εδώ και χρόνια στα νοσοκομεία, αν και τη γνωρίζουν οι πιο πολλοί. Ακραίο παράδειγμα το νοσοκομείο Σωτηρία, που αντί να ενισχυθεί, αφού οι πνευμονοπάθειες είναι στην 4η θέση από άποψη νοσηρότητας και θνησιμότητας, αποδυναμώθηκε επικίνδυνα (οι 12 πνευμονολογικές κλινικές έγιναν 8, οι ειδικευόμενοι από 115 έγινα 35 και οι ειδικευμένοι από 65 έγιναν 35)».
Να ενισχυθεί το ΕΚΑΒ
Το ΕΚΑΒ, που σήμερα είναι υποβαθμισμένο από άποψη μέσων, διασωστών και γιατρών, μπορεί να διαδραματίσει έναν ειδικό και βαρύνοντα ρόλο στη διευθέτηση, ταχεία μεταφορά και αντιμετώπιση των περιστατικών, υποστηρίζουν οι γιατροί της ΕΙΝΑΠ.
«Δεν είναι «έκθεση ιδεών» η ενίσχυση του ΕΚΑΒ, γιατί εξαιτίας της υποβάθμισής του η κοινωνία μας έχει ζήσει τραγικά περιστατικά, όπως επίσης έχουμε επιδοκιμάσει την έγκαιρη παρέμβασή του. Εκεί που πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση είναι η ικανότητα του ΕΚΑΒ να αντιμετωπίζει το περιστατικό στον τόπο του συμβάντος (ανάνηψη, διασωλήνωση, σταθεροποίηση ασθενούς, κ.λπ.) που σημαίνει εκπαίδευση και παρουσία γιατρού».
Επίσης, τα «Κέντρα Τραύματος» που παρουσιάστηκαν πριν από λίγους μήνες ως σχέδιο από την ηγεσία του Κεντρικού Συμβολίου Υγείας (ΚΕΣΥ), θα πρέπει να αντιμετωπιστούν χωρίς επιπολαιότητα και έλλειψη σοβαρότητας, λένε οι γιατροί της ΕΙΝΑΠ:
«Πρέπει να προβλεφθούν Κέντρα Τραύματος, χρεωμένα στα μεγάλα νοσοκομεία, που ήδη επί δεκαετίες αγόγγυστα αντιμετωπίζουν την συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών τραύματος και που με το έμπειρο και εξειδικευμένο προσωπικό τους μπορούν να σώσουν ζωές».
«Να ληφθούν μέτρα για όλους τους τομείς της Δημόσιας Υγείας»
Παιδιατρική, ψυχιατρική, γυναικολογία, ογκολογία, είναι ειδικότητες για τις οποίες πρέπει να ληφθούν επιπλέον μέτρα για την αντιμετώπιση τόσο του τακτικού όσο και του επείγοντος περιστατικού, σύμφωνα με τους γιατρούς.
Ειδικότερα, όπως λένε, «για την παιδιατρική δε φτάνουν τα νοσοκομεία Παίδων στο κέντρο της Αθήνας. Το Παίδων Πεντέλης είναι εντελώς υποβαθμισμένο το ίδιο και οι παιδιατρικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων.
Για τους ψυχικά πάσχοντες και για την αποσυμφόρηση της άθλιας κατάστασης των ψυχιατρικών κλινικών πρώτα από όλα χρειάζονται δομές ΠΦΥ. Επίσης επιμένουμε πως είναι απαράδεκτο να εφημερεύει ψυχιατρικό τμήμα γενικού νοσοκομείου σε διαφορετική ημέρα από το υπόλοιπο νοσοκομείο».
Επιπλέον, το Αλεξάνδρας, το Έλενας Βενιζέλου και οι γυναικολογικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων δεν φτάνουν για την κάλυψη των αναγκών ούτε για τη γενική εφημερία, ενώ αντίστοιχη κατάσταση -σύμφωνα με την ΕΙΝΑΠ- ισχύει και για τα 3 ογκολογικά νοσοκομεία.
Τι προτείνει η ΕΙΝΑΠ
Οι προτάσεις των νοσοκομειακών γιατρών είναι οι εξής:
- Στη γενική εφημερία πρέπει να προβλέπεται 24ωρη λειτουργία όλων των εργαστηρίων (ακτινολογικά, αξονικός, υπέρηχοι, βιοχημικά κ.λπ.) με το ανάλογο προσωπικό, κάτι που τώρα που δε συμβαίνει ακόμα και στα μεγάλα νοσοκομεία.
- Ο επικείμενος διορισμός μόνιμων γιατρών στα ΤΕΠ, πρέπει να συνδυαστεί με πολλαπλάσιους διορισμούς νοσηλευτών και τραυματιοφορέων.
- Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν διαχρονικά ελάχιστα εφημερεύοντα Καρδιοχειρουργικά τμήματα και μόνο ένα (1) εφημερεύον κέντρο επεμβατικής νευροακτινολογίας (για «εμβολισμούς» ραγέντων ανευρυσμάτων και άλλων αγγειακών δυσπλασιών εγκεφάλου).
«Αν δεν υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω δεν μπορούμε να συζητάμε σοβαρά για βελτίωση λειτουργίας των ΤΕΠ και τρόπου εφημέρευσης στο λεκανοπέδιο», αναφέρουν οι γιατροί οι οποιοι τονίζουν ότι εάν το Υπουργείο επιλέξει τον τρόπο του «αποφασίζομε και διατάσσομε» η απάντηση τους θα είναι μαζική και δυναμική!
«Οι νοσοκομειακοί γιατροί ανησυχούν. Υπέστησαν φοβερή μείωση μισθών, μεγάλη μείωση υπηρετούντων, εντατικοποίηση δουλειάς, ψέμα και κοροϊδία από πολλούς κυβερνώντες. Πέρασαν πλέον ως «έπεα πτερόεντα» το «δίκαιη ανάπτυξη» και το «ανάπτυξη για όλους». Πράξεις θέλουμε, που να σέβονται την προσφορά μας και να γνωρίζουν οι εκάστοτε κρατούντες, ότι εμείς που υποστηρίζουμε με νύχια και με δόντια τη λειτουργία των νοσοκομείων, έχουμε ως ισχυρό μας σύμμαχο τους ασθενείς», καταλήγουν οι γιατροί των νοσοκομείων Αθήνας και Πειραιά.