«Έκλεισε», έναντι χρηματικού προστίμου, η υπόθεση Novartis στις ΗΠΑ μετά από εξωδικαστική συμφωνία με το υπουργείο Δικαιοσύνης και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Όπως, δε, προκύπτει τόσο από την ανακοίνωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς όσο και της ίδιας της εταιρείας, η συμφωνία δεν περιέχει ισχυρισμούς για εμπλοκή πολιτικών προσώπων στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα στην ανακοίνωση της η Novartis σημειώνει ότι «συμβαδίζοντας με την εσωτερική έρευνα της Novartis, η συμφωνία δεν περιέχει ισχυρισμούς σχετικά με φερόμενη δωροδοκία πολιτικών στην Ελλάδα».
Η Novartis έχει καταλήξει σε εξωδικαστική συμφωνία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (DOJ) και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) για την επίλυση όλων των εκκρεμών υποθέσεων της εταιρίας και θυγατρικών της που σχετίζονται με τη νομοθεσία περί Πρακτικών Διαφθοράς Εξωτερικού (FCPA). Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Novartis και ορισμένες από τις τρέχουσες και πρώην θυγατρικές της θα καταβάλουν 233.9 εκ. δολάρια στο DOJ και 112.8 εκ. δολάρια στην SEC.
Για την περαίωση της έρευνας του DOJ, η Novartis Hellas έχει συνάψει μια συμφωνία
αναβολής δίωξης (“Novartis DPA”) για τις πρακτικές που έχουν αμφισβητηθεί και αφορούν την
παροχή ανάρμοστων οικονομικών οφελών σε Έλληνες επαγγελματίες υγείας μεταξύ των ετών
2012 και 2015 σχετιζόμενων με το οφθαλμολογικό προϊόν ρανιμπιζουμάμπη (Lucentis),
παραβιάσεις βιβλίων και στοιχείων για το ίδιο προϊόν κατά τους όρους του δικαίου των ΗΠΑ
καθώς και για μία επιδημιολογική μελέτη του 2009.
Υπογραμμίζεται ότι η σημερινή συμφωνία δεν περιλαμβάνει ισχυρισμούς σχετικά με φερόμενη
δωροδοκία πολιτικών στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό συμβαδίζει με την εσωτερική έρευνα της
Novartis. Με τη σημερινή συμφωνία όλες οι εκκρεμείς έρευνες FCPA για τη Novartis έχουν πλέον κλείσει.
Η Alcon Pte Ltd, πρώην θυγατρική της Novartis, έχει συνάψει χωριστή συμφωνία αναβολής
δίωξης με το DOJ (Alcon DPA) για ανάρμοστα οικονομικά οφέλη που παρέχονταν σε
επαγγελματίες υγείας στο Βιετνάμ, καθώς επίσης για παραβιάσεις βιβλίων και στοιχείων από
το 2011 έως το 2014, σχετικά με ένα συμβουλευτικό πρόγραμμα από έναν προμηθευτή στο
Βιετνάμ.
Για την περαίωση της έρευνας της SEC, η Novartis AG κατέληξε σε συμφωνία που
επικεντρώνεται σε θέματα εσωτερικού ελέγχου, παραβιάσεις βιβλίων και στοιχείων, σύμφωνα
με το δίκαιο των ΗΠΑ, στην Ελλάδα, στο Βιετνάμ και στη Νότια Κορέα. Οι πρακτικές στην
Ελλάδα σχετίζονται με το ανωτέρω οφθαλμολογικό προϊόν και καλύπτονται από τη Novartis
DPA καθώς και ζητήματα ελέγχου με δύο μετεγκριτικές μελέτες της Novartis Hellas, τα οποία
εντοπίστηκαν από εσωτερικό έλεγχο το 2012 και επιλύθηκαν έως το 2013. Τα ζητήματα στο
Βιετνάμ σχετίζονται με τις δραστηριότητες διανομέων της Alcon και αποτελούν αντικείμενο της
Alcon DPA. Για τις πρακτικές στη Νότια Κορέα η Novartis έχει ήδη αναλάβει την ευθύνη και
βρίσκεται στο τελικό στάδιο επίλυσής τους με τις τοπικές αρχές.
Τέλος, η συμφωνία SEC εξετάζει ορισμένα ζητήματα εσωτερικού ελέγχου και παραβιάσεις βιβλίων και στοιχείων σχετικά με την τοποθέτηση χειρουργικών συσκευών από την Alcon στην Κίνα. Όπως αναγνωρίζεται από τo DOJ και την SEC, η Novartis και οι θυγατρικές της, τρέχουσες και πρώην, συνεργάστηκαν πλήρως με τις αρχές για αυτές τις έρευνες και έχουν ήδη λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα.
H Shannon Thyme Klinger, General Counsel της Novartis, δήλωσε:
«Είμαστε ικανοποιημένοι που όλες οι εκκρεμείς έρευνες FCPA για την εταιρεία έχουν πλέον
κλείσει. Η σημερινή συμφωνία αποτελεί ορόσημο στη δέσμευσή μας να επιλύσουμε
παρελθοντικά ζητήματα συμμόρφωσης και να παραμείνουμε συνεπείς στις αξίες μας. Έχουμε
εφαρμόσει και συνεχίζουμε να εφαρμόζουμε πρωτοβουλίες για να διασφαλίσουμε ότι
λειτουργούμε με υψηλές ηθικές αξίες παγκοσμίως, και παραμένουμε επικεντρωμένοι στην
οικοδόμηση εμπιστοσύνης με την κοινωνία.»
Από τη χρονική περίοδο των εν λόγω υποθέσεων, η Novartis έχει πραγματοποιήσει
σημαντικές αλλαγές για να ενισχύσει την προσέγγισή της στα θέματα επαγγελματικής
δεοντολογίας, διαχείρισης κινδύνων και συμμόρφωσης. Συγκεκριμένα, η εταιρία έχει
υιοθετήσει πολιτικές συμμόρφωσης βάσει κατευθυντήριων αρχών και ισχυροποίησε τη
διαδικασία αναφοράς γεγονότων για πιθανές ανάρμοστες πρακτικές. Τέλος ενοποίησε τα
τμήματα Risk Management Compliance για να καταστήσει πιο αποτελεσματική τη
διαδικασία διαχείρισης και μετριασμού των κινδύνων.