Δείτε τι σχολιάζει ο υπουργός Υγείας:
Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι μια απολύτως ξεκάθαρη απάντηση του υπουργού Υγείας, Ανδρέα Ξανθού σε επίκαιρη ερώτηση του πρώην βουλευτή του Ποταμιού και νυν βουλευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, κ. Κ. Μπαργιώτα για το θέμα του αντιεμβολιαστικού κινήματος θα γινόταν αντικείμενο ακραίας αντιπολιτευτικής και μικροκομματικής εκμετάλλευσης.
Το Ποτάμι επιδίδεται ανοικτά σε έναν άκρατο λαϊκισμό απέναντι σε ένα σοβαρό θέμα δημόσιας υγείας εμφανιζόμενο ως προστάτης του υποχρεωτικού εμβολιασμού απέναντι στην υποτιθέμενη ανεκτικότητα του υπουργού Υγείας στην παραπληροφόρηση για το θέμα των εμβολιασμών.
Επαναλαμβάνουμε την τοποθέτηση στη Βουλή: Ο εμβολιασμός αποτελεί διεθνώς ένα πολύ κρίσιμο εργαλείο προστασίας της δημόσιας υγείας και έχει καθοριστικό ρόλο στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης και της αντιμετώπισης μεταδοτικών νοσημάτων.
Η απάντηση στην ευτυχώς περιορισμένη επιρροή του αντιεμβολιαστικού κινήματος στην Ελλάδα είναι η μεταρρύθμιση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), η έμφαση στην κουλτούρα της οικογενειακής ιατρικής, της πρόληψης και της αγωγής υγείας και η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των γονιών για τα πολλαπλά οφέλη των εμβολίων και τους κινδύνους από τον μη εμβολιασμό.
Παραθέτουμε την απομαγνητοφώνηση της επίκαιρης ερώτησης και της απάντησης την οποία και επικαλείται το Ποτάμι και το καλούμε να μας υποδείξει ποιο στοιχείο των δηλώσεων αυτών προκαλεί την εντύπωση «παραθύρου στην παραπληροφόρηση».
Αρκετά λοιπόν με τη διαστρέβλωση της αλήθειας στο όνομα της αντικυβερνητικής ρητορείας. Η κυβέρνηση σε συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα, με τις κατευθύνσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και τις συστάσεις της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, θα συνεχίσει να στηρίζει έμπρακτα την ιδέα του εμβολιασμού και την προστασία της Δημόσιας Υγείας.
Διαβάστε παρακάτω την απομαγνητοφώνηση:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Κύριε Υπουργέ, να σας ευχαριστήσω που είστε εδώ με τόση υπομονή όση μεσολάβησε από την πρώτη ερώτηση μέχρι τώρα. Αντιεμβολιαστικό κίνημα, λοιπόν, ένα καινούριο φρούτο θα έλεγα στη διεθνή σκηνή και στην Ελλάδα σιγά-σιγά. Ιστορικά από το 1998 μια μελέτη με δώδεκα μόλις περιστατικά, η οποία αποδείχθηκε ότι ήταν και χαλκευμένη, συνέδεσε ή προσπάθησε να συνδέσει το τριπλό εμβόλιο με τον αυτισμό. Αποδείχθηκε ότι δεν είχε καμία σχέση.
Όλη αυτήν τη δεκαετία που πέρασε, όμως, αναπτύσσεται δυστυχώς ένα αντιεπιστημονικό κίνημα, θα έλεγε κανείς, που αμφισβητεί την αξία των εμβολίων, ακόμα και άλλα πράγματα, όπως τη χημειοθεραπεία. Μιλάει για αστοιχείωτες μη στοιχειοθετημένες καρκινογενέσεις, κινδύνους καρκινογενέσεων κ.λπ. Είναι ένα κίνημα πραγματικά επικίνδυνο και είναι επικίνδυνο και πέρα από κάθε λογική, γιατί τα εμβόλια –και πολύ λίγα θα πω- είναι αποδεδειγμένα και σύμφωνα και με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η σημαντικότερη ίσως υγειονομική παρέμβαση στην εποχή μας, η οποία έχει σώσει εκατομμύρια ανθρώπους από θανάτους και από άλλα προβλήματα.
Οι εφαρμογές των στρατηγικών του εμβολιασμού τα προηγούμενα τριάντα χρόνια εκρίζωσαν πραγματικά δύσκολες ασθενείς, όπως η ευλογιά, η οποία έχει σχεδόν εξαφανιστεί από τον πλανήτη. Το 2002 η Ευρώπη κηρύχθηκε «ήπειρος ελεύθερη πολιομυελίτιδας». Είναι άπειρα τα αποτελέσματα και είναι συντριπτικά τα στοιχεία υπέρ των εμβολιασμών. Δυστυχώς, όπως είπα, αναπτύσσεται αυτό το περίεργο κίνημα του αντιεμβολιασμού το οποίο έχει και την ιδιαιτερότητα ότι τις αποφάσεις τις παίρνουν οι γονείς για τα παιδιά τους τα οποία είναι ανίκανα να έχουν άποψη εκείνη την εποχή. Είναι ένα πρόσθετο στοιχείο.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο ήδη οι πρώτες παρενέργειες –αν μου επιτρέψετε- εμφανίζονται. Φέτος τον χειμώνα επισήμως μιλάμε πλέον για επιδημία ιλαράς στην Ευρώπη, αν και τα μισά περίπου κρούσματα αναφέρονται στην Ρουμανία όπου υπάρχουν προβλήματα εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού άλλη φύσης, όχι άρνησης εμβολιασμών. Φαίνεται, όμως, ότι σε ανεπτυγμένες χώρες με πολύ καλή συμμόρφωση, όπως είναι η Ιταλία και η Βρετανία, υπάρχει έξαρση η οποία συνδέεται και με το φαινόμενο του αντιεμβολιασμού, για να είμαστε σοβαροί και ακριβείς. Στην Ελλάδα φαίνεται ότι το πρόβλημα δεν είναι μεγάλο, είναι μικρό. Όμως, και οι παιδίατροι, αλλά και οι επαγγελματίες υγείας σαν τον ομιλούντα, έρχονται όλο και περισσότερο σε επαφή με ανθρώπους, οι οποίοι προβληματίζονται, έχουν δεύτερες σκέψεις, ανησυχούν και ούτω καθ’ εξής.
Η Ομότιμη Καθηγήτρια κ. Θεοδωρίδου λέει ότι ενδεχομένως από τον ένα στους εκατό γονείς που δεν ήθελε να εμβολιαστεί το παιδί του το 2012, που έγινε η σχετική έρευνα, μάλλον ανεβαίνει το ποσοστό. Υπάρχουν τα περίφημα «hoaxes», οι ψευδείς ειδήσεις στο διαδίκτυο, οι οποίες κυριαρχούν, αλλά υπάρχει και το κίνημα που είπαμε. Και το πρώτο ερώτημα και το σημαντικότερο είναι αν το ΚΕΕΛΠΝΟ προγραμματίζει δράσεις διαφωτισμού -διότι αυτό νομίζω είναι το πρώτο ζήτημα- κι αν έχει στο σχέδιό του την εφαρμογή κάποιου σχεδίου αντιμετώπισης όλου αυτού του κινήματος, του αντιεμβολιαστικού.
Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σπυρίδων Λυκούδης): Ευχαριστώ, κύριε συνάδελφε.
Τον λόγο έχει ο Υπουργός Υγείας κ. Ανδρέας Ξανθός.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ (Υπουργός Υγείας): Αγαπητέ συνάδελφε, Κώστα Μπαργιώτα, νομίζω ότι αυτή είναι όντως μια καλή ερώτηση και οφείλω να αναγνωρίσω ότι οι ερωτήσεις αυτού του τύπου που αναδεικνύουν βαθύτερες δυσλειτουργίες, στρεβλώσεις και παθογένειες του συστήματος υγείας σπανίζουν λίγο σε αυτήν την Αίθουσα.
Υπάρχει πρόβλημα και έχει συζητηθεί πρόσφατα στο Συμβούλιο Υπουργών κατά τη διάρκεια της Σλοβακικής Προεδρίας, στην Μπρατισλάβα, τον Οκτώβριο του 2016. Πρόκειται για μια αυξανόμενη απειλή για τη δημόσια υγεία σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη χώρα μας για πολλούς λόγους, φαντάζομαι κυρίως επειδή είναι πολύ ισχυρό το ιατροκεντρικό και πατερναλιστικό πρότυπο που υπάρχει στο σύστημα υγείας μας, δεν έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά κινήματος. Προφανώς, είναι μεμονωμένες οι συμπεριφορές γονιών που υιοθετούν μια εναλλακτική κουλτούρα, υποτίθεται, στην προσέγγιση αυτών των θεμάτων.
Τα εμβόλια είναι πολύ κρίσιμο εργαλείο προστασίας της δημόσιας υγείας και πρόληψης διεθνώς. Η συμβολή τους είναι τεράστια στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης των ανθρώπων και της αντιμετώπισης μεταδοτικών νοσημάτων που στο παρελθόν είχαν τρομερά θύματα σε όλον τον κόσμο.
Νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται είναι με σοβαρότητα η πολιτεία να ενισχύσει την κουλτούρα της πρόληψης. Και θεωρώ ότι η προσπάθεια που θα κάνουμε στο επόμενο διάστημα για να ενισχύσουμε την πρωτοβάθμια φροντίδα -που εμπεριέχει την πρόληψη στην αγωγή υγείας του πληθυσμού, αλλά και τη λογική του οικογενειακού παιδιάτρου, ο οποίος έχει την ευθύνη και φροντίζει για την πρόληψη σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό, τους εμβολιασμούς, τους προσυμπτωματικούς ελέγχους κ.λπ.- συνιστά μια πάρα πολύ σημαντική κουλτούρα, η οποία έλειπε μέχρι τώρα.
Το βιβλιάριο υγείας του παιδιού, το πρόσφατο, που έχει αναδιοργανωθεί θα συνδεθεί με τον ηλεκτρονικό φάκελο υγείας στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας φροντίδας κι εκεί θα διασυνδέεται, λοιπόν, η καταγραφή που υπάρχει για τα εμβόλια των παιδιών. Θα υπάρχει στον οικογενειακό φάκελο υγείας και θα μπορεί ο οικογενειακός γιατρός να ανατρέχει, να βλέπει, να παρακολουθεί και να κατευθύνει τους γονείς.
Υπάρχει μια σκέψη να είναι υποχρεωτικό ο γονιός που αρνείται να εμβολιαστεί το παιδί του να υπογράφει ένα έντυπο το οποίο θα καταχωρείται στο βιβλιάριο υγείας του παιδιού και άρα, στον ηλεκτρονικό φάκελο. Έτσι, θα δίνεται η δυνατότητα να υπάρξουν παρεμβάσεις αλλαγής συνείδησης.
Και το κρίσιμο ζήτημα, νομίζω, είναι αυτό που είπατε, μια καμπάνια καθολικής ενημέρωσης που το ΚΕΕΛΠΝΟ έχει αποφασίσει να την προχωρήσει. Υπήρχε με την αφορμή μιας πρόσφατης, μιας ευρωπαϊκής εβδομάδας εμβολιασμού. Έχουν κυκλοφορήσει φυλλάδια και αφίσες ήδη στα νοσοκομεία και στα κέντρα υγείας. Υπάρχει ένα ενημερωτικό υλικό πολύ καλό και τεκμηριωμένο, ειδικά εστιασμένο σε αυτό το θέμα, στην ιστοσελίδα του ΚΕΕΛΠΝΟ. Και προετοιμάζεται, απ’ ό,τι ενημερώθηκα, ένα ειδικό τηλεοπτικό σποτ, ένα φιλμάκι, το οποίο θα μπορεί να προβάλλεται και να υπάρχει η προσπάθεια ευαισθητοποίησης και των πολιτών και των επαγγελματιών υγείας.
Στο νομοσχέδιο για την πρωτοβάθμια υγεία ενισχύουμε και τον ρόλο του επισκέπτη υγείας, ο οποίος έχει την αρμοδιότητα και τη γνώση για να συνεισφέρει σε αυτήν την κατεύθυνση. Και θεωρώ ότι αυτό που χρειαζόμαστε τώρα -και είναι πολύ σημαντικό- είναι να μην θέσουμε σε κίνδυνο ένα πολύ καλό ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού που έχουμε πετύχει στην Ελλάδα, το οποίο είναι 97% στα κρίσιμα εμβόλια με βάση το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών.
Είναι σημαντικό ότι εξαιτίας αυτής της υγειονομικής ζώνης ασφαλείας που υπήρχε στον πληθυσμό, δεν είχαμε στη χώρα μας κρούσματα ιλαράς, όπως σε άλλες –γιατί υπήρξαν και στην Ιταλία- ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες.
Επίσης, είναι πολύ σημαντικό ότι έχουμε κάνει μια πολύ μεγάλη προσπάθεια και έχουμε καλύψει σχεδόν πάνω από το 90% των παιδιών των προσφυγικών καταυλισμών και αυτό μας έχει βοηθήσει πάρα πολύ στο να μην έχουμε διασπορά κρουσμάτων, μεταδοτικών και λοιμωδών νοσημάτων όλα αυτά τα χρόνια που διαχειριζόμαστε αυτή τη μείζονα προσφυγική κρίση.
Πραγματικά το έχει αναγνωρίσει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και έχει δώσει στη χώρα μας συγχαρητήρια. Έχουμε τριάντα έξι μήνες στη χώρα μας χωρίς κανένα κρούσμα ερυθράς και ιλαράς.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σπυρίδων Λυκούδης): Ευχαριστούμε, κύριε Υπουργέ.
Τον λόγο έχει ο κ. Μπαργιώτας.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΡΓΙΩΤΑΣ: Μου απαντήσατε ήδη και ευχαριστώ, κύριε Υπουργέ.
Όσον αφορά το προσφυγικό, ήταν ένα θέμα που θα ήθελα να θίξω, γιατί αποτελεί όντως έναν κίνδυνο. Δέχομαι αυτά που λέτε και σας ευχαριστώ. Παρ’ όλο που είναι αλήθεια αυτό που είπατε, δηλαδή ότι το ποσοστό συμμόρφωσης στους εμβολιασμούς στην Ελλάδα είναι στο 97%, πολύ φοβάμαι ότι το κίνημα θα έρθει και εδώ. Και υπάρχουν πολλά προβλήματα. Χαίρομαι που ακούω ότι υπήρξε ήδη συζήτηση και συζητιέται η επιμόρφωση, η διαφώτιση κ.λπ.
Θα ήθελα, όμως, να θίξω και το δεύτερο θέμα που έρχεται. Είναι το νομικό πλαίσιο που ισχύει, όπως ισχύει, στην Ελλάδα και η ενδεχόμενη τροποποίηση του. Προς Θεού δεν είμαι έτοιμος ούτε να προτείνω, ούτε να επιβάλλω λύσεις, ούτε να ζητήσω λύσεις, αν θέλετε. Νομίζω, όμως, ότι είναι μια συζήτηση που πρέπει να ανοίξει και πρέπει να ανοίξει και προς το πανεπιστήμιο και προς την κοινωνία και από τα όργανα και από τα κόμματα και από τους φορείς.
Η εικόνα σε όλη την Ευρώπη δεν είναι ομοιογενής. Υπάρχουν προαιρετικά, υποχρεωτικά και αναγκαστικά προγράμματα εμβολιασμών ανά την Ευρώπη. Υπάρχουν διάφορες τακτικές. Η Αυστραλία, για παράδειγμα, στο ένα άκρο έχει οικονομικά κίνητρα, δηλαδή, οι γονείς παίρνουν χρήματα όταν ολοκληρώνουν το εμβολιαστικό πρόγραμμα. Υπάρχουν χώρες όπως ο Καναδάς, όπου σε πολλές περιοχές η ολοκλήρωση των εμβολίων είναι προϋπόθεση για τη φοίτηση στο σχολείο.
Όμως, υπάρχουν και χώρες, όπως η Βραζιλία, οι οποίες έχουν ως κίνητρο, ως προϋπόθεση για τα κοινωνικά, προνοιακά προγράμματα, τα οικογενειακά επιδόματα κ.λπ., τον εμβολιασμό των παιδιών.
Και υπάρχει και η Σλοβενία –και έχει ενδιαφέρον αυτό- η οποία είναι η πρώτη χώρα απ’ ό,τι γνωρίζω στον πλανήτη, η οποία έχει συνδέσει και ποινές στην αποτυχία εμβολιασμού των παιδιών. Η αποτυχία ολοκλήρωσης του προγράμματος εμβολιασμού των παιδιών συνεπάγεται πρόστιμο, σύμφωνα με τις τελευταίες νομολογίες της Σλοβενίας.
Επίσης σε κάποιες χώρες υπάρχουν δικαστικά αποτελέσματα μετά από πρωτοβουλία των αρχών εναντίον γονέων οι οποίοι είχαν ανεμβολίαστα τα παιδιά τους και είχαν προβλήματα. Και αυτά δημιουργούν δικαστικά προηγούμενα.
Στο δίκαιο στη χώρα, παρ’ όλο που οι εγκύκλιοι του Υπουργείου μιλάνε για υποχρεωτικό εμβολιασμό –είναι λίγο σαν το κάπνισμα-, δεν υπάρχει ποινή και δεν υπάρχει έλεγχος. Λένε ότι είναι υποχρεωτικοί οι βασικοί εμβολιασμοί, όπως τους περιγράφει το ΚΕΕΛΠΝΟ, αλλά δεν υπάρχει κανένας έλεγχος για την εφαρμογή της υποχρεωτικότητας. Είναι κάτι που νομίζω ότι μπορούμε να το δούμε και θα έπρεπε να το δούμε. Υπάρχει νομοθεσία για την επιμέλεια και ποινές σε περίπτωση που αποδειχθεί πλημμέλημα ή πλημμελής επιμέλεια από τους γονείς των παιδιών. Αυτό εδώ, όμως, είναι ένα πράγμα το οποίο δεν είναι σαφές και δεν έχει αποσαφηνιστεί.
Είπα και προηγουμένως ότι δεν έχω έτοιμες λύσεις. Είναι –νομίζω- ένα πολύπλοκο ζήτημα φιλοσοφικά, ηθικά, κοινωνικά. Όλες οι χώρες που σας είπα έχουν ταυτοχρόνως και κανόνες και σέβονται τη διαφορετικότητα, τη θρησκεία, την κουλτούρα κ.λπ. Είναι, λοιπόν, ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο όμως πρέπει να συζητηθεί.
Νομίζω σε πρώτη φάση η δημιουργία ενός συστήματος κινήτρων και αντικινήτρων, και όχι ποινών, θα ήταν ίσως το ενδιάμεσο βήμα που θα μας οδηγούσε σε μια πιο συγκεκριμένη και πιο αυστηρή νομοθεσία.
Και με βάση αυτό που πιστεύω εγώ τουλάχιστον, αυτό είναι ένας επερχόμενος κίνδυνος, καθώς η δυσκολία με την οποία γίνεται η διαχείριση της παραπλανητικής πληροφορίας πλέον στο διαδίκτυο και στα μέσα δημιουργεί πάρα πολλές απάτες, οι οποίες με τον καιρό φουσκώνουν και γίνονται όλο και πιο επικίνδυνες. Θα ήταν ενδεχομένως καλό να αρχίσουμε τουλάχιστον να συζητάμε για την πιθανότητα της αλλαγής του νομικού καθεστώτος προς ένα καθεστώς πιο συγκεκριμένο, πιο σαφές και ενδεχομένως και λίγο πιο αυστηρό.
Θα ήθελα να ακούσω τη γνώμη σας.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Σπυρίδων Λυκούδης): Ευχαριστούμε, κύριε συνάδελφε.
Κύριε Υπουργέ, έχετε τον λόγο.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ (Υπουργός Υγείας): Έχει ενδιαφέρον η συζήτηση. Όντως κι εμάς μας απασχολεί πάρα πολύ και μάλιστα όταν έχουμε πλέον αποδεδειγμένα την ευεργετική επίδραση μιας προσπάθειας αυξημένης κάλυψης του πληθυσμού, για παράδειγμα, για το εμβόλιο για την εποχική γρίπη, όπου φέτος, μετά από μια πολύ συστηματική προσπάθεια που κάναμε, καταφέραμε να διπλασιάσουμε το ποσοστό των επαγγελματιών υγείας που εμβολιάστηκαν φέτος και να αυξήσουμε κατά εξακόσιες χιλιάδες τις δόσεις που έγιναν στον γενικό πληθυσμό, με αποτέλεσμα φέτος τα θανατηφόρα κρούσματα από τη γρίπη να είναι περίπου 50% κάτω σε σχέση με πέρυσι.
Βέβαια, ήταν διαφορετικό και το στέλεχος του ιού και προφανώς είχε άλλη λοιμογονικότητα κ.λπ., αλλά θεωρούμε ότι ο εμβολιασμός και η προσπάθεια που έγινε έπαιξαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο.
Επίσης, να πω ότι γίνεται μια ευρύτερη συζήτηση και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι στην αντίθετη κατεύθυνση, σχετικά δηλαδή με το πώς θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε την οικονομική βιωσιμότητα των εθνικών προγραμμάτων εμβολιασμού. Γιατί και αυτό είναι ένα ζήτημα, μιας και υπάρχουν καινούρια εμβόλια τα οποία αναπτύσσονται, τα οποία είναι ακριβά, πρέπει να μπουν στα εθνικά προγράμματα υπό ορισμένες προϋποθέσεις, με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα κάθε χώρας κ.λπ.
Επίσης, υπάρχουν προβλήματα ελλείψεων, διότι πολλές φορές για διάφορους λόγους μειώνεται η παραγωγή και υπάρχει η τάση από τις φαρμακευτικές εταιρείες να κατευθύνουν τα εμβόλια μαζικά σε μεγάλες αγορές και να έχουν πρόβλημα ισόρροπης κατανομής τους. Γίνεται, λοιπόν, μια προσπάθεια διακρατικής συνεργασίας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για να καλυφθούν αυτές οι ανάγκες. Αυτό είναι το θέμα που αφορά αυτόν καθ’ αυτόν τον εμβολιασμό.
Εγώ θεωρώ ότι δεν πρέπει να πάμε, σε αυτήν τη φάση που ακόμα το πρόβλημα δεν είναι ιδιαίτερα αυξημένο στη χώρα μας, σε μια κατασταλτικού κατά κάποιον τρόπο ή τιμωρητικού χαρακτήρα παρέμβαση.
Νομίζω ότι η προσπάθεια που θα γίνει θα πρέπει να είναι στη λογική της ανάπτυξης της κουλτούρας της πρωτοβάθμιας φροντίδας και της πρόληψης, που εμπεριέχει τους εμβολιασμούς, της διεπαγγελματικής συνεργασίας και της υποχρέωσης των γιατρών -ιδιαίτερα των οικογενειακών γιατρών και των παιδιάτρων- να τηρούν τα στάνταρ εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού –κάτι που θα πρέπει να ελέγχεται και να αξιολογείται από τις δημόσιες δομές- και γενικώς να ενισχύσουμε την κουλτούρα της τεκμηριωμένης φροντίδας και της τήρησης συγκεκριμένων πρωτοκόλλων.
Νομίζω ότι αν το κάνουμε αυτό, μπορούν και οι επαγγελματίες υγείας να επιμείνουν περισσότερο στην παρέμβασή τους και στην ευαισθητοποίηση και ενημέρωση του κόσμου, ώστε να αντιμετωπιστούν αυτά τα θέματα.
Όσον αφορά αυτό το πλέγμα των κινήτρων, θετικών και αντικινήτρων, από τα οποία υπάρχει μια εμπειρία σε άλλες χώρες, πολύ ευχαρίστως να το συζητήσουμε. Όμως, θεωρώ ότι σε αυτήν τη φάση αυτό πρέπει να είναι το στίγμα της παρέμβασής μας, δηλαδή έμφαση στην υποχρέωση του συστήματος υγείας και των ανθρώπων του να παρακολουθούν συστηματικά αυτό το θέμα και να ενημερώνουν τον πληθυσμό για τα ευεργετικά οφέλη και κυρίως να πείσουμε τους γονείς ότι η κοινωνικά υπεύθυνη συμπεριφορά είναι ο εμβολιασμός των παιδιών.