Το 2016, 160.000 άνθρωποι μολύνθηκαν από τον ιό που προκαλεί AIDS στις 53 χώρες που περιλαμβάνονται στον τομέα Ευρώπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, επεσήμανε η υπηρεσία σε κοινή της ανακοίνωση με το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Πρόληψη και τον Έλεγχο των Ασθενειών (ECDC).
Περίπου το 80% των νέων κρουσμάτων καταγράφηκε στην ανατολική Ευρώπη, πρόσθεσε.
«Πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων που έχουν καταγραφεί στη διάρκεια ενός έτους. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, δεν θα είμαστε σε θέση να πετύχουμε τον στόχο να σταματήσουμε την επιδημία του HIV ως το 2030», εκτίμησε η διευθύντρια του ΠΟΥ για την Ευρώπη Σουζάνα Γιάκαμπ.
Οι οργανισμοί τόνισαν ότι η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, διότι πολλοί ασθενείς είχαν μολυνθεί από τον ιό HIV πολλά χρόνια προτού διαγνωστούν, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολο τον έλεγχο του ιού και πιο πιθανό το ενδεχόμενο να τον έχουν μεταδώσει σε άλλους.
Η έγκαιρη διάγνωση είναι σημαντική στην περίπτωση του HIV, διότι επιτρέπει στους ανθρώπους να ξεκινήσουν να λαμβάνουν θεραπεία με φάρμακα κατά του AIDS νωρίτερα, αυξάνοντας τις πιθανότητες να ζήσουν μια μακρά και υγιή ζωή.
«Η Ευρώπη πρέπει να κάνει περισσότερα για την αντιμετώπιση του ιού HIV», τόνισε η διευθύντρια του ECDC Αντρέα Άμον. Η Άμον πρόσθεσε ότι ο μέσος χρόνος που περνά από τη μόλυνση μέχρι ένα άτομο να διαγνωστεί είναι τρία χρόνια, «το οποίο είναι πάρα πολύ».
Η έκθεση ανέφερε ότι χρειάζονται νέες στρατηγικές για την επέκταση των διαγνωστικών τεστ.
Σχεδόν 37 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV. Οι περισσότερες μολύνσεις έχουν καταγραφεί σε πιο φτωχές περιοχές, όπως η Αφρική–όπου η πρόσβαση σε τεστ, την πρόληψη και τη θεραπεία είναι περιορισμένες–, όμως η επιδημία εμφανίζεται σταθερά και σε πιο πλούσιες περιοχές, όπως η Ευρώπη.
Η ευρωπαϊκή περιοχή του ΠΟΥ περιλαμβάνει 53 χώρες, με συνολικό πληθυσμό 900 εκατομμύρια.
Η έκθεση του ΠΟΥ/ECDC επεσήμανε επίσης ότι τα τελευταία δέκα χρόνια ο ρυθμός των νέων μολύνσεων με τον ιό HIV στην περιοχή αυτή αυξήθηκε κατά 52%, από 12 κάθε 100.000 ανθρώπους που ήταν το 2007, σε 18,2 για κάθε 100.000 κατοίκους το 2016.
Η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως «στη συνεχή ανοδική τάση στα ανατολικά», τονίζεται στην έκθεση.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ