Ο Παύλος Πολάκης αναφέρει στο Euro2day.gr και στο Iatronet.gr παραδείγματα που στηρίζουν την ανάγκη σύστασής της.
Όπως λέει, «σύμφωνα με στοιχεία που έχουμε συλλέξει η δημόσια και ιδιωτική δαπάνη στο χώρο της Υγείας για την 20ετία 1991 – 2010, ανήλθε στα 265 δις ευρώ. Από αυτά το 60% αφορούσε στη δημόσια δαπάνη και το 40% στην ιδιωτική. Από τα 160 δις ευρώ της δημόσιας δαπάνης και τα 100 δις ευρώ της ιδιωτικής, τα 45 και 40 δις ευρώ αντίστοιχα, ήταν μαύρο χρήμα υπερτιμολόγησης, παράνομου πλουτισμού, υπερσυνταγογράφησης, προκλητής ζήτησης, ληστείας του Ελληνικού Λαού. Από στοιχεία που έρχονται καθημερινά στα χέρια μας, πολύ φοβάμαι ότι η παραπάνω εκτίμηση είναι πολύ επιεικής και ότι το συνολικό ποσό της διασπάθισης δημόσιου χρήματος, στο χώρο της Υγείας, είναι τελικά πολύ μεγαλύτερο.
Παραδείγμα: «Αν η υπερτιμολόγηση ήταν μία συνάρτηση με μεταβλητή x τις περιπτώσεις, τότε το πεδίο ορισμού της συνάρτησης, δεν θα ήταν μεγάλη υπερβολή να πούμε, ότι θα ήταν το σύνολο των πραγματικών αριθμών, δηλαδή άπειρο. Με πιο απλά λόγια θα χρειάζονταν σελίδες επί σελίδων για να αναφέρουμε όλες τις περιπτώσεις.
Μπορούμε όμως να αναφέρουμε κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα όπως ο ορολογικός έλεγχος του αίματος, ο οποίος κόστιζε 26 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ τώρα κοστίζει 5,5 εκατ. ευρώ. Η συγκεκριμένη μείωση της δαπάνης ήταν και το ισοδύναμο που μας έδωσε τη δυνατότητα να καταργήσουμε το εισιτήριο των 5 ευρώ στα δημόσια νοσοκομεία.
Υπάρχει πλήθος περιπτώσεων υπερκοστολογήσεων ορθοπεδικών υλικών της Depuy. Το θέμα αυτό έχει πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης, όμως η δίκη αναβλήθηκε λόγω μη μετάφρασης της δικογραφίας, ενώ στην εκδίκαση μεμονωμένων περιπτώσεων οι εμπλεκόμενοι κρίθηκαν αθώοι ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΠΟΥ ΕΛΕΓΧΘΗΚΑΝ…
Άλλο ένα παράδειγμα είναι τα φίλτρα αιμοκάθαρσης, όπου μετά τη διάθεση στην αγορά μιας παρτίδας χαμηλής ποιότητας σε εξευτελιστική τιμή, η οποία καταγράφτηκε στο Παρατηρητήριο Τιμών, τα νοσοκομεία αναγκαστικά κατέφευγαν στην απ’ ευθείας διαπραγμάτευση με τους προμηθευτές. Η παρέμβασή μας στη λειτουργία του Παρατηρητηρίου Τιμών απέφερε μείωση της ετήσιας δαπάνης κατά 5 εκατ. ευρώ μόνο από τα φίλτρα αιμοκάθαρσης. Μεγάλη σπατάλη γινόταν και από υπερτιμολογήσεις των ραδιοφαρμάκων, όπου σε συγκεκριμένη περίπτωση στην Πάτρα είχαν τιμολογηθεί 2.280 € ανά τεμάχιο, ενώ η τιμή του ήταν 280 € ανά τεμάχιο.
Επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν τα επιθέματα κατάκλισης, τα οποία συνταγογραφούνταν ακόμα και για πληγές από χτύπημα παπουτσιού στη φτέρνα. Η συνταγογράφηση αφορούσε σε δίμηνη θεραπεία με κόστος 800 €, ενώ πολλοί γιατροί από τη Θράκη έως την Κρήτη, συνταγογραφούσαν επιθέματα χρησιμοποιώντας την ίδια φωτογραφία ασθενή.
Έρευνες γίνονται και για υπέρογκες παραγγελίες, από δημόσια νοσοκομεία, φαρμάκων με κοντινή ημερομηνία λήξης τα οποία συσσωρεύονταν ληγμένα, μετά από λίγο καιρό, στις αποθήκες των νοσοκομείων…».