Η δραστηριότητα της νόσου Covid-19 στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από τεράστιο επιδημιολογικό φορτίο σε όλη την Επικράτεια σημείωσε κατά την ενημέρωση των 6 μ.μ. στο υπουργείο Υγείας, η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Επιδημιολόγων, Βάνα Παπαευαγγέλου.
«Μετά από μια κρίσιμη εβδομάδα που πέρασε, μας περιμένει μια ακόμα δύσκολη εβδομάδα» σημείωσε η λοιμωξιολόγος αναφέροντας στοιχεία για τις προηγούμενες ημέρες. «Είδαμε μια εξαιρετική αύξηση στις εισαγωγές στις ΜΕΘ και το ΕΣΥ να πιέζεται όσο ποτέ. Είδαμε το μέσο όρο της ηλικίας των ασθενών που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ να έχει μειωθεί στα 64 χρόνια και τους γιατρούς των ΜΕΘ να αναφέρουν ότι βλέπουν ασθενείς κάτω των 60 και νεαρούς ενήλικες να νοσηλεύονται στις μονάδες εντατικής θεραπείας. Είδαμε υπερδιπλασιασμό στο μέσο ημερήσιο απολογισμό των συνανθρώπων μας που χάθηκαν» είπε η κ. Παπαευαγγέλου και εξήγησε ότι «αυτά που βλέπουμε σήμερα είναι το αποτέλεσμα της εξαιρετικής αύξησης των κρουσμάτων που είχαμε το τελευταίο 15ημερο».
«Σήμερα πια, όλοι έχουμε έναν γνωστό που είτε έχει νοσήσει, είτε έχει κάποιον γνωστό στο περιβάλλον του. Συνεπώς, θα πρέπει να περιορίσουμε τις μετακινήσεις και να φοράμε μάσκα. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποξενωθούμε, αλλά θα μάθουμε να ζούμε με τη μάσκα μέσα και έξω από το σπίτι», σημείωσε με έμφαση η κα. Παπαευαγγέλου.
Γιατί έκλεισαν τα σχολεία
Όπως εξήγησε η κα. Παπαευαγγέλου, τα επιστημονικά στοιχεία για το ότι τα σχολεία και τα μικρά παιδιά δεν αποτελούν υπερμεταδότες του κορνοϊού εξακολουθούν να ισχύουν. Παράλληλα παρέθεσε όλες τις τελευταίες μελέτες που επιβεβαιώνουν ακριβώς αυτό το συμπέρασμα, όπως για παράδειγμα μελέτη στην Επιστημονική Επιθεώρηση Jama και σε δείγμα 300.000 ατόμων, αλλά και δεύτερη μελέτη από την Αυστραλία. ‘Ολες οι έρευνες συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά δεν μεταδίδουν τον ιό εύκολα, κυρίως επειδή είναι ασυμπτωματικά, είπε και συμπλήρωσε, ότι οι πραγματικοί λόγοι εξακολουθούν να διερευνώνται.
«Ο λόγος που τα σχολεία έκλεισαν και στην πρωτοβάθμια είναι επειδή υπάρχει υψηλό επιδημιολογικό φορτίο στη κοινότητα και έπρεπε να λάβουμε όλα τα απαιτούμενα μέτρα να το μειώσουμε», ανέφερε η κα. Παπαευαγγέλου. Χαρακτηριστικό της μεγάλης διασποράς, η οποία «πέρασε» και στα σχολεία είναι το γεγονός ότι στις τάξεις στις οποίες εμφανίζονταν δύο κρούσματα, αυτά δεν σχετίζονταν μεταξύ τους. «Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η μόλυνση των παιδιών προερχόταν από το εξωσχολικό περιβάλλον», είπε η κα. Παπαευαγγέλου.
Έτσι, οι επιστήμονες εισηγήθηκαν το κλείσιμο της πρωτοβάθμιας, όχι μόνο για να μειωθεί η κινητικότητα του πληθυσμού από τους γονείς που συνωστίζονται έξω από τα σχολεία, αλλά για να περιοριστεί η κινητικότητα και σε άλλους τομείς που σχετίζονται με τη λειτουργία τους, όπως είναι η τροφοδοσία , αλλά και οι μετακινήσεις των εκπαιδευτικών στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Επίσης, και οι γονείς στο σπίτι θα απουσιάσουν από την εργασία τους βοηθώντας ακόμη περισσότερο στον περιορισμό της κινητικότητας, τόνισε η καθηγήτρια κα. Παπαευαγγέλου.
Η μάσκα μειώνει την ποσότητα του ιικού φορτίου
Η καθηγήτρια Παιδιατρικής και λοιμωξιολόγος κα. Παπαευαγγέλου τόνισε επίσης, τη χρησιμότητα της μάσκας, η οποία -όπως είπε- σύμφωνα με τελευταίες μελέτες, όχι απλώς μειώνει τη μετάδοση, αλλά και την ποσότητα του ιικού φορτίου. Αυτό σημαίνει ότι όποιος θα έρθει σε επαφή με μικρότερο ιικό φορτίο του κορονοϊού λόγω της προστασίας της μάσκας, θα έχει και πιο ήπια συμπτώματα αν νοσήσει.
Η ίδια μίλησε και για θετικά δεδομένα που έχει στα συρτάρια του ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) και «από την επόμενη Δευτέρα ίσως αρχίσουμε να χαμογελάμε. Αυτό μας δείχνουν τα στοιχεία του ΕΟΔΥ», ολοκλήρωσε.
Πώς κινείται η πανδημία σε Αττική και Θεσσαλονίκη
Η πλειοψηφία των νέων διαγνώσεων καταγράφεται εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης, δήλωσε ο επικ. Καθηγητής Επιδημιολογίας ΕΚΠΑ, Γκίκας Μαγιορκίνης, παρουσιάζοντας τα επιδημιολογικά στοιχεία της εξάπλωσης της νόσου του κορονοϊού στην Ελλάδα.
Η Αττική την προηγούμενη εβδομάδα παρουσίασε την ηπιότερη επιβάρυνση της επιδημιολογικής κατάστασης των τελευταίων 30 ημερών καθώς και τη σημαντικότερη συρρίκνωση του δείκτη Rt με σημάδια ακόμα και μείωσης του ενεργού αριθμού των κρουσμάτων, υπογράμμισε ο κ. Μαγιορκίνης, ο οποίος όμως, τόνισε ότι “αυτή η διαφαινόμενη και εξαιρετικά εύθραυστη πιθανή βελτίωση δεν είναι επαρκής για να ελαφρύνει την πίεση στο σύστημα υγείας άμεσα και έτσι είναι πιθανό να συνεχίσουν να αυξάνονται οι δείκτες βαρύτητας των εισαγωγών και των ατόμων που χρειάζονται μηχανική υποστήριξη για τις επόμενες 7-10 ημέρες στην Αθήνα”.
Αναφορικά με την Θεσσαλονίκη, είπε ότι «σε σχέση με την Αττική εξακολουθεί να έχει πενταπλάσιο επιδημιολογικό φορτίο. Με απλά λόγια η Αττική αν βρισκόταν στην κατάσταση της Θεσσαλονίκης σήμερα θα είχε πάνω από 2.200 διαγνώσεις την ημέρα».
Όσον αφορά τον αριθμό των διαγνώσεων και κατ’ επέκταση τον αριθμό των κρουσμάτων, η Θεσσαλονίκη «δείχνει σημεία ταχύτερης σχετικά βελτίωσης από ότι η Αττική πιθανώς λόγο του γεγονότος ότι είναι μικρότερο αστικό κέντρο αλλά και του γεγονότος ότι τα αυστηρά μέτρα ελήφθησαν σχετικά νωρίτερα» σημείωσε ο κ. Μαγιορκίνης.
«Εξαιτίας όμως του μεγάλου επιδημιολογικού φορτίου που έχει και του γεγονότος ότι είναι ένα μεγάλο αστικό κέντρο οι δείκτες βαρύτητας θα αργήσουν πολύ να βελτιωθούν και γι αυτό χρειάζεται αυστηρότατη τήρηση των μέτρων ώστε να σταθεροποιηθεί η κατάσταση» είπε με εξαιρετική έμφαση ο λοιμωξιολόγος.
Στη Θεσσαλονίκη «δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για την οποιαδήποτε παρέκκλιση από τα μέτρα» τόνισε ακόμα μια φορά ο κ. Μαγιορκίνης.