Παράλυση Bell: Τι είναι η πάρεση προσωπικού νεύρου από την οποία πάσχει ο Τζοέλ Εμπίντ
Αίσθηση προκάλεσε η αποκάλυψη του μπασκετμπολίστα των Φιλαδέλφεια Σίξερς Τζοέλ Εμπίντ για το πρόβλημα που αντιμετωπίζει τον τελευταίο καιρό με την πάρεση ή παράλυση Bell (Bell’s Palsy), η οποία έχει χτυπήσει την αριστερή πλευρά του προσώπου του.
Πιο συγκεκριμένα, ο Αμερικανοκονγκολέζος δήλωσε τα εξής: «Νομίζω ότι όλο αυτό ξεκίνησε πριν από το παιχνίδι με το Μαϊάμι για τα play-in. Είχα ημικρανίες και νόμιζα ότι δεν ήταν κάτι. Συνήθως δεν μου αρέσει να το τσεκάρω, αλλά το συζήτησα με κάποιον […] Η αριστερή πλευρά του προσώπου μου, το στόμα και το μάτι μου έχουν επηρεαστεί. Είναι ενοχλητικό. Είναι δύσκολο, αλλά δεν τα παρατάω. Είναι ατυχές, έτσι το βλέπω, αλλά δεν αποτελεί δικαιολογία. Πρέπει να συνεχίσω να παλεύω».
Τι είναι, όμως, η Παράλυση ή Πάρεση Bell;
Η Παράλυση ή Πάρεση Bell (Bell’s palsy) είναι παράλυση του προσώπου. Αυτό σημαίνει ότι οι μύες στη μία πλευρά του προσώπου έχουν προσωρινά (στις περισσότερες περιπτώσεις) παραλύσει σε διάφορους βαθμούς.
Αυτό συμβαίνει επειδή τα νεύρα που κατευθύνουν τους μυς «διακόπτονται» κατά κάποιον τρόπο. Τα νεύρα του προσώπου κατευθύνουν τους μυς που ελέγχουν το άνοιγμα και το κλείσιμο των ματιών, το χαμόγελο και το συνοφρύωμα. Εκτός από τον έλεγχο των μυών του προσώπου, οι νευρικές ίνες ελέγχουν επίσης τα δάκρυα, τον ιδρώτα και τους σιελογόνους αδένες, προκαλώντας ξηροφθαλμία, ξηροδερμία και ξηροστομία.
Η παράλυση Bell ΔΕΝ είναι μια μορφή εγκεφαλικού επεισοδίου.
Η ακριβής αιτία στην οποία οφείλεται είναι άγνωστη, αλλά η επικρατέστερη θεωρία είναι ότι οφείλεται σε ιογενή μόλυνση (ίωση) του προσωπικού νεύρου. Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι, αν και ιογενής, δεν είναι μεταδοτική.
Σύμφωνα με το John Hopkins Medicine, η πάρεση Bell μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε σε οποιαδήποτε ηλικία. Εμφανίζεται συχνότερα σε έγκυες γυναίκες και σε άτομα που έχουν διαβήτη, γρίπη, κρυολόγημα ή άλλη πάθηση του ανώτερου αναπνευστικού. Επηρεάζει δε εξίσου άνδρες και γυναίκες. Ωστόσο, είναι λιγότερο συχνή πριν από την ηλικία των 15 ετών και μετά τα 60.
Πώς αντιμετωπίζεται η πάρεση Bell;
Για την έγκαιρη διάγνωση, ο ασθενής πρέπει να απευθυνθεί σε εξειδικευμένο οφθαλμίατρο το συντομότερο δυνατό, καθώς η παράλυση ή πάρεση Bell είναι πολύ σοβαρή πάθηση και χρήζει άμεσης ιατρικής παρακολούθησης και αντιμετώπισης.
Η θεραπεία είναι εξατομικευμένη και ανάλογη με άλλα προβλήματα που μπορεί να υπάρχουν, καθώς και με όποιες αιτίες έχουν προσδιοριστεί.
Η θεραπεία βασίζεται στη λήψη κορτικοστεροειδών και αντιϊκών δισκίων, αναλγητικών για τον πόνο και τα συμπτώματα συνήθως παρουσιάζουν ύφεση μέσα σε 1-2 εβδομάδες από την έναρξη της αγωγής.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας στη θεραπεία είναι η προστασία των ματιών, καθώς, λόγω της αδυναμίας να κλείσει πλήρως το μάτι, προκαλείται ξηροφθαλμία και χορηγούνται τεχνητά δάκρυα και ενυδατικές οφθαλμικές αλοιφές για την προστασία του οφθαλμού.
Για την πλήρη αποκατάσταση του προσώπου απαιτούνται φυσιοθεραπείες, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται χειρουργική επέμβαση για τη διόρθωση της βλεφαρόπτωσης ή του εκτροπίου του βλεφάρου εάν τα συμπτώματα δεν αποκατασταθούν πλήρως εντός 3-6 μηνών.
Άλλες θεραπείες που μπορεί να φανούν αποτελεσματικές σε κάποιους περιλαμβάνουν τεχνικές χαλάρωσης, βελονισμό, ηλεκτρική διέγερση, άσκηση βιοανάδρασης και θεραπεία με βιταμίνες (συμπεριλαμβανομένων των βιταμινών Β6 και Β12 και του ψευδαργύρου).
Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα συμπτώματα της παράλυσης Bell βελτιώνονται από μόνα τους μέσα σε λίγες εβδομάδες έως λίγους μήνες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Χαμηλά ερυθρά αιμοσφαίρια: Πού οφείλονται και τι μπορεί να σημαίνουν