Οι ερευνητές των πανεπιστημίων της Λειψίας και του Μάιντς, με επικεφαλής τον καθηγητή Στέφαν Σμούκλε, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών (PNAS) των ΗΠΑ, ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 20.000 ενήλικες σε τρεις χώρες (Γερμανία, ΗΠΑ, Βρετανία).
Εδώ και τουλάχιστον 100 χρόνια, οι επιστήμονες προσπαθούν να κατανοήσουν σε ποιο βαθμό η σειρά γέννησης επιδρά στον άνθρωπο και κατά πόσο ισχύουν οι διάφορες λαϊκές πεποιθήσεις ότι οι πρωτότοκοι είναι πιο προστατευτικοί, οι μεσαίοι πιο διπλωμάτες, οι τελευταίοι πιο επαναστάτες κ.α.
Η νέα έρευνα συμπέρανε ότι κεντρικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, όπως η εξωστρέφεια/εσωστρέφεια, η συναισθηματική σταθερότητα, η αίσθηση καθήκοντος, η φαντασία κ.α., δεν εξαρτώνται από τη σειρά γέννησης. Μικρή πάντως φαίνεται να είναι η επίπτωση στην εξυπνάδα, καθώς οι πρωτότοκοι έχουν συνήθως πλουσιότερο λεξιλόγιο και κατανούν πιο εύκολα τις αφηρημένες έννοιες.
Η μελέτη επιβεβαίωσε ότι κάθε επόμενο παιδί που γεννιέται στην ίδια οικογένεια, είναι οριακά λιγότερο έξυπνο από το προηγούμενο. Ο δείκτης νοημοσύνης φαίνεται να πέφτει μιάμιση μονάδα σε κάθε επόμενο παιδί.
Η αιτία είναι ασαφής και ίσως σχετίζεται με το ότι το πρώτο παιδί απολαμβάνει της πλήρους προσοχής των γονιών του, ενώ επιπλέον αργότερα έχει την ευκαιρία να «ακονίσει» τις γνώσεις και τις ικανότητές του, καθώς «διδάσκει» τα μικρότερα αδέλφια του. Μπορεί, επίσης, να παίζει κάποιο ρόλο η βιολογία, καθώς τα τελευταία παιδιά από μεγαλύτερης ηλικίας γονείς ίσως είναι πιο επιρρεπή σε γενετικά προβλήματα.
Οι ερευνητές επισήμαναν όμως ότι το όποιο πλεονέκτημα υπέρ του πρωτότοκου αφορά μέσους όρους σε μεγάλο δείγμα πληθυσμού, ενώ σε ατομικό επίπεδο διαπιστώθηκε ότι πολύ συχνά (σχεδόν στο 40% των περιπτώσεων) το τελευταίο παιδί είναι εξυπνότερο από το πρώτο. Πάντως, όπως διαπιστώθηκε, τα ίδια τα τελευταία στη σειρά παιδιά συχνά θεωρούν τους εαυτούς τους λιγότερο έξυπνα.
«Τελικά, η πραγματική είδηση από την μελέτη μας είναι ότι δεν βρήκαμε κάποιες ουσιαστικές επιπτώσεις από τη σειρά γέννησης πάνω στην προσωπικότητα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση τόσο με προηγούμενες ψυχολογικές θεωρίες, όσο και με τη διαίσθηση πολλών ανθρώπων», δήλωσε ο Σμούκλε.
Μία άλλη έρευνα από σουηδούς και νεοζηλανδούς επιστήμονες, η μεγαλύτερη του είδους της, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό επιδημιολογίας «Journal of Epidemiology and Community Health», συμπέρανε πρόσφατα ότι τα πρώτα παιδιά τείνουν να είναι υπέρβαρα, ενώ τα τελευταία πιο αδύνατα.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ