Οι Ολλανδοί ερευνητές ανέλυσαν εξονυχιστικά τα κουαρτέτα εγχόρδων του Μπετόβεν, τα κατέταξαν σε τέσσερις ομάδες από τα πρώιμα 1798 – 1800, μέχρι τα τελευταία του 1824 – 1826 και έβγαλαν τα εξής σημαντικά συμπεράσματα: Ο συνθέτης χρησιμοποιούσε νότες με συχνότητα 1.568 Hertz και άνω, και όσο έχανε την ακοή του χρησιμοποιούσε όλο και περισσότερες νότες με μεσαίες και χαμηλές συχνότητες προκειμένου να ακούει καλύτερα τα έργα που συνέθετε. Όμως στις τελευταίες του συνθέσεις και όταν ο Μπετόβεν ήταν εντελώς κουφός, επέστρεψε στις υψηλές νότες.
Σύμφωνα με τους Ολλανδούς: “από τη στιγμή που κατάλαβε ότι πλέον δεν θα μπορούσε να ακούσει, στράφηκε αποκλειστικά στο “εσωτερικό του αυτί” και απελευθέρωσε τον μουσικό του κόσμο, δημιουργώντας μερικά από τα αξεπέραστα αριστουργήματα του”
Ο Μπετόβεν εμφάνισε πρόβλημα ακοής το 1801 σε ηλικία 30 χρόνων. Στα 41 του για να ακούσει έπρεπε οι άλλοι να φωνάζουν δίπλα του και στα 49 του άρχισε να επικοινωνεί μόνο με γραπτά σημειώματα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του και μέχρι το 1827 οπότε και πέθανε η κώφωση του ήταν πλήρης.