Σημαντική αύξηση στη μέση ηλικία απόκτησης του πρώτου παιδιού από τους Έλληνες

  • Μαρία Τσιλιμιγκάκη
Αρκετά μετά τα 30 γίνονται πια μητέρες οι Ελληνίδες... Η αύξηση της μέσης ηλικίας στην απόκτηση παιδιών και ειδικότερα του πρώτου παιδιού στην Ελλάδα, αποτέλεσε το αντικείμενο ανάλυσης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο για τα έτη 2007-2016. Η μέση ηλικία στην τεκνοποίηση αυξήθηκε στην Ελλάδα από τα 26,1 έτη που ήταν το το 1980, στα 31,5 έτη το 2017, γεγονός το οποίο οφείλεται στην μετατόπιση προς τα άνω της ηλικίας απόκτησης παιδιού/παιδιών και ειδικότερα στην ολοένα μεγαλύτερη συγκέντρωση των πρώτων γεννήσεων στις ηλικίες 30-34 ετών. Και βέβαια υπάρχουν αρκετές γυναίκες σήμερα στη χώρα μας που αποκτούν παιδιά στα 40+.

Είναι γεγονός ότι η εργασιακή χειραφέτηση της γυναίκας, στην πραγματικότητα η ρεαλιστική τοποθέτησή της στο κοινωνικό γίγνεσθαι, αποτρέπει στην χώρα μας μια μεγάλη μερίδα από νεαρές κοπέλες (κάτω των 25 ετών) ακόμα και να σκεφτούν την προοπτική γάμου ή και τεκνοποίησης. Πολλές άλλες εξάλλου, παρά το γεγονός ότι δεν δραστηριοποιούνται σε σπουδές και συγκεκριμένο επάγγελμα, δεν επιθυμούν την μητρότητα σε αυτές τις ηλικίες επειδή νιώθουν και πιθανώς είναι, ανώριμες, ανέτοιμες, απροετοίμαστες για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αντίστοιχα συμβαίνει βέβαια και με τους άνδρες κάτω των 30 ετών.

Στην πραγματικότητα αυτό δεν συμβαίνει στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο λόγω δύο βασικών δεδομένων:

Πρώτον, τα κράτη του δυτικού κόσμου «πριμοδοτούν» με πολλούς τρόπους τις μονογονεϊκές οικογένειες αλλά και τα νεαρά ζευγάρια με χαμηλά εισοδήματα. Επιδόματα, εξασφάλιση της εργασίας, δωρεάν παιδικοί σταθμοί, κ.ά.

Και δεύτερον επειδή μια γυναίκα στην Βρετανία, την Γαλλία, την Γερμανία ή και τις Σκανδικαβικές χώρες δεν έχει ως προαπαιτούμενο τον γάμο για να αποκτήσει παιδί. Όταν μείνει έγκυος δεν σκέπτεται την άμβλωση ως μονόδρομο, αλλά πολύ συχνά το γεννά και το μεγαλώνει μόνη της έχοντας στο πλευρό της τόσο το κράτος, όσο και την γενική κοινωνική αποδοχή.

Έτσι, η παρατηρούμενη αυξητική τάση της συγκέντρωσης των γεννήσεων στις πιο «ώριμες» ηλικίες στην Ελλάδα, δηλαδή στις ηλικίες των 30 -34 ετών κατά μέσο όρο καθώς φυσικά τεκνοποιούν και οι αρκετά μεγαλύτερες, είναι πια γεγονός και οδηγεί μάλιστα και πολλά ζευγάρια στην απόφαση να μην αποκτήσουν τελικά δεύτερο παιδί, δεδομένης και της επαγγελματικής -οικονομικής ανασφάλειας στην χώρα.

Οι νομοί της χώρας χωρίζονται σε 3 ομάδες

Η πρώτη ομάδα περιέχει την πρωτεύουσα, τρεις νομούς της Πελοποννήσου (Αχαΐα, Κορινθία και Μεσσηνία) και δύο νησιωτικούς (Λέσβος και Λευκάδα), όπου οι πρώτες γεννήσεις στις ηλικίες 30-34 ετών είναι περισσότερες από τις δεύτερες τόσο στην αρχή όσο και στο τέλος της υπό μελέτη περιόδου. Το πλήθος των νομών αυτών, αυξάνεται σημαντικά ανάμεσα στο 2007-08 και το 2015-16 (από 6 σε 25 αντίστοιχα).

Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει νομούς της κεντρικής Ελλάδας, της Μακεδονίας και Θράκης καθώς και τα Δωδεκάνησα, όπου τόσο το 2007-08 όσο και το 2015-16 είχαμε περισσότερες πρώτες γεννήσεις από δεύτερες στα 30-34 έτη. Το πλήθος των νομών αυτών μειώνεται σημαντικά ανάμεσα στην αρχή και το τέλος της εξεταζόμενης περιόδου.

Τέλος, στην τρίτη ομάδα συγκεντρώνονται νομοί όπου το 2007-08 καταγράφηκαν περισσότερες δεύτερες γεννήσεις από πρώτες στις ηλικίες 30-34 ετών, ενώ το 2015-2016 είχαμε το αντίστροφο (περισσότερες πρώτες από δεύτερες γεννήσεις στις ηλικίες αυτές). Στην ομάδα αυτή εντάσσονται κυρίως νομοί της βορειοδυτικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου ως και η πλειοψηφία των
νησιωτικών νομών της χώρας και η Κρήτη (εκτός του Ν. Ρεθύμνης).

ΠΗΓΗ

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος. Δημογραφικά Νέα.

ΕΛΣΤΑΤ