Η Ελλάδα, μαζί με την Κροατία και τη Βουλγαρία βρίσκονται στις τρεις πρώτες θέσεις της ΕΕ, με αριθμό θανάτων που ξεπερνά τους 100 ανά 1 εκατομμύριο πληθυσμού. Συγκεκριμένα πρώτη θέση βρίσκεται σήμερα η Κροατία με 166.84 θανάτους (ξεπέρασε τη μέχρι πρόσφατα πρώτη Βουλγαρία), στη δεύτερη θέση η Βουλγαρία με 154,72 θανάτους και στην τρίτη, η χώρα μας με 136,05 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού.
Την ίδια στιγμή ο μέσος όρος των θανατηφόρων περιστατικών από Covid-19 ανάμεσα σε 30 ευρωπαϊκές χώρες, δεν ξεπερνά το 54%.
Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία που καλύπτουν μέχρι και τη χθεσινή μέρα, η Ιταλία βρίσκεται χαμηλότερα από την Ελλάδα στον ίδιο κατάλογο, με 84,48 θανάτους, και στη συνέχεια η Ουγγαρία (90,30), η Μάλτα (81.38) και η Πολωνία (72.70).
Σύμφωνα με το OurWorldInData.org κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο με χαμηλότερα ποσοστά θανάτων βρίσκονται ενδεικτικά: η Γαλλία (54,02), η Ισπανία (50,40), η Κύπρος (50,22), το Βέλγιο (33,35), η Τσεχία (31.05) και η Γερμανία (24,91).
Δείτε τον σχετικό διάγραμμα:
Δείτε τη θέση της Ελλάδας σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο:
Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, η θνησιμότητα στην Ελλάδα έχει αυξηθεί σημαντικά μετά τις 23 Ιανουαρίου, που είναι και η τελευταία ημερομηνία για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία από το Ευρωπαϊκό (CDC).
Να σημειωθεί πως από την αρχή της πανδημίας και μέχρι σήμερα η χώρα μας σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό CDC έχει καταγράψει 2.120,54 θανάτους ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμού, τη στιγμή που ο μέσος όρος των 30 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου είναι, 2.085,93.
Ο συνολικός αριθμός των νεκρών ανέρχεται, σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ σε 23.721 ανθρώπους, ενώ ο κυλιόμενος εβδομαδιαίος μέσος όρος είναι 107 θάνατοι, αυξημένος κατά 9 σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα.
«Πολυπαραγοντικό φαινόμενο οι θάνατοι: Σημαντική η συμβολή των ανεμβολίαστων άνω των 60 ετών»
Στις πολλαπλές ερωτήσεις που έχουν δεχθεί για την αυξημένη θνητότητα, τόσο επιστήμονες της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας, όσο και οι κρατικοί αξιωματούχοι, αποδίδουν το φαινόμενο πρωτίστως στα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμών ανάμεσα στους περισσότερο ευάλωτους συμπολίτες μας, που κινδυνεύουν να αναπτύξουν σοβαρή νόσο και να οδηγηθούν στον θάνατο.
Πρόκειται για τους ανεμβολίαστους άνω των 60 ετών -κυρίως για τους υπέργηρους- καθώς επίσης και για τα άτομα με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα. Ωστόσο, όπως όλοι παραδέχονται αυτός δεν είναι ο μοναδικός λόγος. Σημαντική είναι η συμβολή, όπως ομολογούν της υπερκατανάλωσης αντιβιοτικών που δεν «δουλεύουν» όταν οι γιατροί τα χρειάζονται, αλλά και της μεγάλης πίεσης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Απαντώντας πρόσφατα στην αντιπολίτευση, ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση με αντικείμενο μεταξύ άλλων και τη διαχείριση της πανδημίας Covid-19, απέδωσε το πρόβλημα των θανάτων στον γηρασμένο πληθυσμό της χώρας μας, ο οποίος σε μεγάλο ποσοστό παραμένει ανεμβολίαστος, όπως είπε.
«Το θέμα της θνητότητας είναι άμεσα συνδεδεμένο με τον εμβολιασμό», σημείωσε συγκεκριμένα και πρόσθεσε:
«Το 89% των θανάτων δυστυχώς είναι συμπολίτες μας άνω των 60 ετών. Είναι η κρίσιμη ηλικιακή ομάδα που έπρεπε να έχει εμβολιαστεί. Και αν σκεφτούμε ότι η χώρα μας είναι τρίτη στον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε ηλικίες άνω των 50 και δεύτερη μετά την Ιταλία, το 7,2% του πληθυσμού μας είναι άνω των 80 ετών με μέσο όρο Ευρωπαϊκής Ένωσης το 5,5%. Επομένως, υπάρχει κόσμος πολύς που ήταν σε αυτή την ευάλωτη κατηγορία».