Τη συζήτηση που ακολούθησε πλαισίωσαν οι τομεάρχες τομεάρχες Υγείας, Σάκης Παπαδόπουλος (ΣΥΡΙΖΑ), Εύη Χριστοφιλοπούλου (ΔΗΜ. ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ), ο αναπληρωτής Τομεάρχης Υγείας, Ιάσων Φωτήλας (ΝΔ) και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος για θέματα Υγείας Γιώργος Μαυρωτάς (ΠΟΤΑΜΙ).
Η «Έκθεση» συγκρίνει τις κοινωνικές δαπάνες της Ελλάδας (Άμυνα, Παιδεία, Έρευνα, Υγεία, Μεταφορές, Τοπική Αυτοδιοίκηση κ.α) με εκείνες χωρών του Ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου και παρουσιάζει τον τρόπο τον οποίο επιλέγει να κατανείμει κάθε χώρα τους κοινωνικούς της πόρους.
Στην παρουσίαση των κύριων σημείων της «Έκθεσης LSE» ο κ. Καναβός τόνισε ότι φαίνεται να είναι τέτοιες οι εξελίξεις της επόμενης δεκαετίας, που σε τομείς-κλειδιά άσκησης κοινωνικής πολιτικής – όπως είναι η Υγεία – απαιτείται να επιτευχθή από σήμερα μία, έστω ελάχιστη συναίνεση, σε βασικά ζητήματα και με σταθερότητα να οικοδομηθεί μια σταθερή πολιτική, εφόσον η χώρα αποφασίσει πως θα κατανείμει με περισσότερο ορθολογισμό και συνοχή τους πόρους που διαθέτει.
«Στην περίπτωση της Υγείας», τόνισε, «η Ελλάδα ξοδεύει κοντά στο 5% του ΑΕΠ, ενώ οι άλλες χώρες από 7% έως 9%, ενώ οι ανάγκες για επένδυση στην Υγεία θα συνεχίσουν να μεγαλώνουν την επόμενη δεκαετία και ενώ ο πληθυσμός της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης, συνεχίζει να γερνάει… Πρέπει να δούμε πως θα καλύψουμε αυτό το κενό», σημείωσε. Μεγάλο μέρος της Έκθεσης καταλαμβάνει το πεδίο της Κοινωνικής Ασφάλισης (Συντάξεις, Πρόνοια, Κοινωνικά Επιδόματα). Στο πεδίο αυτό βλέπουμε πως η Ελλάδα καταβάλλει αναλογικά το μεγαλύτερο ποσοστό συντάξεων (~15% του ΑΕΠ) χωρίς να επενδύει σε επιπλέον κοινωνικό κράτος όπως είναι τα κοινωνικά, οικογενειακά επιδόματα. Αντίθετα, για παράδειγμα η Δανία, διαθέτει ένα ποσοστό ~25% του ΑΕΠ για Κοινωνική Ασφάλιση, αλλά με το μείγμα συντάξεων- πρόνοιας – επιδομάτων να είναι πολύ διαφορετικό από αυτό της Ελλάδας. Εντυπωσιακό ήταν το παράδειγμα της Ελλάδας, η οποία αποτελεί την τελευταία χώρα σε επενδύσεις κοινωνικής στέγασης, ενώ όλες οι υπόλοιπες χώρες επενδύουν ως και ~2% του ΑΕΠ τους.
Στη συνέχεια, το λόγο πήραν οι εκπρόσωποι των κομμάτων, οι τοποθετήσεις των οποίων στον επίμαχο τομέα της Υγείας, συνέκλιναν σε 4 βασικούς πυλώνες δράσης, δημιουργώντας ένα βασικό πυρήνα συναίνεσης, παρά τις επιμέρους διαφορές που καταγράφηκαν.
Πιο συγκεκριμένα οι 4 εκπρόσωποι των κομμάτων συμφώνησαν:
– Στην ανάγκη δόμησης μιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, ικανής να ανακόψει τη σημερινή κατάσταση με την υπερφόρτωση της Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
– Την προώθηση των Κλινικών Μελετών στην Ελλάδα, μέσω της απελευθέρωσης του σχετικού νομοθετικού πλαισίου και της άρσης γραφειοκρατικών εμποδίων. Το πεδίο αυτό μπορεί να αποφέρει περίπου €250 εκ σε ετήσια βάση στο σύστημα Υγείας.
– Ότι η κλειστή φαρμακευτική δαπάνη των €1.945 δις δεν είναι πλέον αρκετή για την κάλυψη του πληθυσμού της χώρας και πως πρέπει να αναζητηθούν οι τρόποι – σε συνεννόηση με την Τρόικα – ώστε αυτή να ανέβει στα ~€2,3 δις που είναι το θεμιτό για την Ελλάδα.
– Ότι η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών Υγείας προς τους πολίτες από τα Νοσοκομεία της χώρας πρέπει να βελτιωθεί.
Περίληψη της Έκθεσης
Στην Ελλάδα, οι μειώσεις των δημοσίων δαπανών και ο εξορθολογισμός εξακολουθούν να παίζουν κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια να αυξηθεί το εθνικό πλεόνασμα, να εξοφληθούν οι οφειλές και να επιτευχθεί μακροπρόθεσμη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Σήμερα, διεξάγεται συζήτηση σχετικά με τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων στο επίπεδο διαβίωσης της σημερινής γενεάς του ελληνικού πληθυσμού και την ικανότητα του προγράμματος λιτότητας να εξασφαλίσει ότι η ελληνική οικονομία θα επανέλθει τελικά σε κατάσταση βιωσιμότητας και ανάπτυξης.
Συνεπώς, η παρούσα έκθεση αναλύει και συγκρίνει το επίπεδο ανάμεσα στις ελληνικές και ευρωπαϊκές δαπάνες σε βασικά χαρτοφυλάκια, μεταξύ των οποίων: (α.) η υγεία και η κοινωνική φροντίδα, (β.) η κοινωνική ασφάλιση, (γ.) η στέγαση και οι στεγαστικές παροχές, (δ.) οι μεταφορές, (ε.) η εκπαίδευση, (στ.) ο στρατιωτικός εξοπλισμός, (ζ.) η κατανομή του προϋπολογισμού στις τοπικές αρχές, (η.) η επιστήμη, η έρευνα και η ανάπτυξη (θ.) το δημόσιο χρέος και οι δαπάνες.
Η έκθεση αναφέρει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες, υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής σε κεντρικό και εθνικό επίπεδο θα πρέπει, εκτός από τον εντοπισμό τομέων αποτελεσματικότητας, να επικεντρωθούν στην αξιοποίηση συνεργιών και συνεταιρισμών σε καθέναν από αυτούς τους τομείς εθνικών δαπανών. Λαμβάνοντας υπόψη και συγκρίνοντας τα ελληνικά και ευρωπαϊκά ιστορικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων σε καθένα από αυτά τα χαρτοφυλάκια, η έκθεση υποστηρίζει ότι οι ευρύτερες ευρωπαϊκές πιέσεις για μεταρρυθμίσεις πρέπει να αλλάξουν στρατηγική, συγκριτικά με την τρέχουσα στρατηγική λιτότητας. Πράγματι, η απερίσκεπτη πίεση για μεταρρυθμίσεις έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει εμπόδια στις εθνικές οικονομίες και να προκαλέσει κακουχίες σε νοικοκυριά, γεγονός που τελικά απειλεί τη βιωσιμότητα του ίδιου του ευρωπαϊκού σχεδίου. Σε χαρτοφυλάκια όπως οι συντάξεις και η υγειονομική περίθαλψη, τόσο η εθνική όσο και η ευρωπαϊκή ανάγκη για μεταρρυθμίσεις πρέπει να έχει ως κεντρικό άξονα την αποκατάσταση της αναποτελεσματικότητας ευρύτερου ενδιαφέροντος για την εξασφάλιση οικονομικής και οικιακής βιωσιμότητας.
Εγκαινιάζεται η σύσταση και διαχείριση ενός θεσμού διαλόγου και διεύρυνσης σχέσεων. Μία δημιουργία συμμαχιών και ανάπτυξης θέσεων και επιχειρηματολογίας. Σήμερα είναι η πρώτη διοργάνωση μιας σειράς ανοικτών συζητήσεων, μιας σειράς διαλόγων με ακαδημαϊκούς, πολιτικούς και εν γένει προσωπικότητες που επηρεάζουν την κοινή γνώμη.