Τατουάζ: Γνωστές καρκινογόνες ουσίες στο 83% των μαύρων μελανιών, αλλά και βακτήρια εντοπίστηκαν σε μελέτες
Τα υψηλότερα ποσοστά δερματοστιξίας παρατηρούνται στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, σε ενήλικες κάτω των 40 ετών. Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center, το 32% των Αμερικανών έχει τουλάχιστον ένα τατουάζ και το 22% έχει πολλά. Εκτός από αισθητικούς σκοπούς, ένα ποσοστό ανθρώπων επιλέγουν να κάνουν τατουάζ ως ανάμνηση σημαντικών γεγονότων της ζωής, συναισθημάτων ή πεποιθήσεων.
Η εκτόξευση της δημοτικότητάς τους έχει οδηγήσει φορείς και ερευνητικά κέντρα σε όλον τον κόσμο να ασχοληθούν επισταμένως με την ασφάλειά τους και τις πιθανές επιπτώσεις τους στην υγεία. Έχει διαπιστωθεί ότι μπορεί να προκαλέσουν μια σειρά προβλημάτων που περιλαμβάνουν αλλά δεν περιορίζονται στο δέρμα. Μεταξύ αυτών είναι λοιμώξεις, ιώσεις, και καρκίνος.
«Τα μελάνια των τατουάζ μπορεί να περιέχουν έως και 100 χημικές ουσίες. Κάποιες από αυτές έχουν ταξινομηθεί ως καρκινογόνες ή πιθανώς καρκινογόνες για τον άνθρωπο από τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Σε αντίθεση με τα φαρμακευτικά φάρμακα και τα καλλυντικά, οι δοκιμές για την ασφαλή χρήση τους σε ανθρώπους ή ζώα δεν διενεργούνται πριν από την κυκλοφορία των μελανιών στην αγορά.
Πέραν τούτου υπάρχει ανησυχία ότι στις ετικέτες των προϊόντων αυτών μπορεί να υπάρχει αναντιστοιχία με το πραγματικό περιεχόμενό τους. Μια έκθεση του Υπουργείου Υγείας της Αυστραλιανής Κυβέρνησης, το National Industrial Chemical’s Notification and Assessment Scheme (NICNAS), εξέτασε τη σύνθεση 49 μελανιών για τατουάζ και βρήκε να περιέχονται γνωστές καρκινογόνες ουσίες στο ένα πέμπτο των δειγμάτων που δοκιμάστηκαν και στο 83% των μαύρων μελανιών», επισημαίνει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Τατουάζ: Τι έδειξε μελέτη
Μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Applied and Environmental Microbiology τον Ιούλιο του 2024, εξέτασε δείγματα 75 μελανιών για τατουάζ και μόνιμο μακιγιάζ που χρησιμοποιούνται συνήθως στις Ηνωμένες Πολιτείες και διαπίστωσε ότι 26 από αυτά ήταν μολυσμένα με βακτήρια που προκαλούν λοιμώξεις, όπως σταφυλόκοκκο επιδερμίδας, που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στην υγεία και Cutibacterium acnes που προκαλεί ακμή.
Για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων στην Ευρώπη, αποφασίστηκε η συμπερίληψη των συστατικών των τατουάζ στο REACH, έναν κανονισμό για την καταχώριση, αξιολόγηση, εξουσιοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων, το οποίο ορίζει ρυθμιστικά όρια για τις χημικές ουσίες σε καθημερινή χρήση, που δεσμεύουν όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, δεν είναι σαφές εάν τα νέα μελάνια που εισάγονται στην ευρωπαϊκή αγορά πληρούν όντως όλες τις απαιτήσεις του REACH.
Πέραν των επιπτώσεων που έγιναν γνωστές με τη δημοσίευση της μελέτης πριν από ένα μήνα περίπου, μεγάλο θόρυβο προκάλεσε λίγο νωρίτερα μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο Lund της Σουηδίας που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό eClinical Medicine.
Τατουάζ και καρκίνος
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν το Εθνικό Μητρώο Καρκίνου της Σουηδίας για να εντοπίσουν τις περιπτώσεις κακοήθους λεμφώματος, που διαγνώστηκαν σε περίπου 12.000 άτομα ηλικίας 20 έως 60 ετών μεταξύ 2007 και 2017. Στη συνέχεια, συνέκριναν τα δεδομένα με τις απαντήσεις από ένα ερωτηματολόγιο που διένειμαν το 2021, που ρωτούσε τους ανθρώπους αν είχαν τατουάζ και, αν ναι, πόσα και πόσο μεγάλη περιοχή κάλυπτε το μελάνι.
Συνολικά, περίπου το 20% των ανθρώπων είχαν τατουάζ. Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, τα τατουάζ συσχετίστηκαν με 21% υψηλότερες πιθανότητες διάγνωσης λεμφώματος, ενός τύπου καρκίνου του αίματος.
«Το μελάνι για τατουάζ εγχέεται στο χόριο -το βαθύτερο στρώμα του δέρματος- και παραμένει στο δέρμα εφ’ όρου ζωής. Απορροφάται άμεσα από το σώμα, αλλά η μέγιστη έκθεση συμβαίνει εντός 24 ωρών, αναλόγως της ουσίας, και μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμες βλάβες, όπως μη αναστρέψιμες μεταλλάξεις του DNA, αυξάνοντας τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, οι χρωστικές ταξιδεύουν στο σώμα. Με την πάροδο του χρόνου, ένας τύπος λευκών αιμοσφαιρίων, τα μακροφάγα, παίρνουν τις χρωστικές και τις μεταφέρουν στο λεμφικό σύστημα και στους λεμφαδένες, με αποτέλεσμα και άλλοι ιστοί να εκτίθενται σε δυνητικά καρκινογόνα υλικά», σημειώνει ο δρ Στάμου.
Η σουηδική μελέτη θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, χωρίς όμως να δημιουργεί ανησυχία σε όσους έχουν τατουάζ, καθώς απαιτούνται περαιτέρω έρευνες που να την επιβεβαιώνουν. Όσοι επιθυμούν να κοσμήσουν το σώμα τους με αυτά θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τούς κινδύνους που επιβεβαιωμένα υπάρχουν, τονίζει ο γιατρός.
Αλλεργικές αντιδράσεις
Άλλες επιπτώσεις είναι οι αλλεργικές αντιδράσεις στο μελάνι ή στους διαλύτες του, οι δερματικές βακτηριακές λοιμώξεις και ο καρκίνος του δέρματος (μελάνωμα και άλλοι τύποι).
Αυξημένος είναι και ο κίνδυνος ιογενών λοιμώξεων λόγω κακών συνθηκών υγιεινής κατά τη δημιουργία του τατουάζ, αναφέρει ο ειδικός και συμπληρώνει πως «κάποιες από αυτές [ιός της ηπατίτιδας Β (HBV), ιός της ηπατίτιδας C (HCV), ιός ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV)], συνδέονται με κίνδυνο καρκίνου».
Αντικείμενο προσοχής όλων όσων κάνουν τατουάζ στο σώμα τους θα πρέπει να είναι εάν τα μελάνια που χρησιμοποιούνται συμμορφώνονται με το ευρωπαϊκό πρότυπο, το οποίο καθορίζει τις απαιτήσεις και τα κριτήρια για την ασφάλεια των τατουάζ και βέβαια να επιλέγουν στούντιο που οι συνθήκες και τα πρότυπα υγιεινής τηρούνται.
«Πολύ βασικό είναι να αποφεύγονται τα τατουάζ που καλύπτουν ή περιβάλλουν σπίλους, καθώς περιορίζουν σημαντικά την πιθανότητα εντοπισμού αλλαγών που μπορεί να συμβούν και να υποδεικνύουν καρκίνο του δέρματος και καθυστερούν τη διάγνωση μελανώματος ή άλλου καρκίνου του δέρματος από τον δερματολόγο.
Για όσους έχουν τατουάζ και ανησυχούν για τις τυχόν επιπτώσεις τους στην υγεία, τα έχουν βαρεθεί, δεν ικανοποιούν πια τον σκοπό τους, έχουν γίνει αντιαισθητικά με την πάροδο του χρόνου και τη γήρανση του δέρματος, υπάρχει η επιλογή της αφαίρεσής τους. Αυτή γίνεται πια με υπερσύγχρονα λέιζερ, τα οποία αφαιρούν αποτελεσματικά τόσο τα σκούρα όσο και τα ανοιχτόχρωμα μελάνια, κάτι που στο παρελθόν ήταν αδύνατον, χωρίς να δημιουργούνται ουλές ή σημάδια», τονίζει ο δρ Στάμου.
Πλεονεκτούν δε, έναντι των λέιζερ παλαιότερης τεχνολογίας, γιατί δεν τραυματίζουν το δέρμα της γύρω περιοχής, ούτε δημιουργούν το φαινόμενο frosting, άσπρισμα δηλαδή του τατουάζ την ώρα της εφαρμογής.
«Ελαχιστοποιούν τη βλάβη του δέρματος και λειτουργούν ταχύτερα, μειώνοντας τις συνεδρίες που απαιτούνται μέχρι την πλήρη εξάλειψή τους», καταλήγει.