Ο πρόεδρος της ΠΕΦ αναφέρθηκε διεξοδικά στις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά φαρμάκου και ειδικότερα στις τάσεις συγκέντρωσης στην αγορά γενοσήμων, όπου πέντε εταιρίες ελέγχουν το 47,7% της παγκόσμιας κατανάλωσης.
Σε ό,τι αφορά στην εγχώρια αγορά, ο κ. Τρύφων ανέλυσε διεξοδικά τη διαδικασία ανάπτυξης, αξιολόγησης, κλινικών μελετών, παραγωγής, ποιοτικού ελέγχου, τις εγκριτικές διαδικασίες και το κόστος παραγωγής ενός φαρμάκου που παράγεται από την Ελληνική φαρμακοβιομηχανία. Και τόνισε ότι τα Ελληνικά καρδιολογικά φάρμακα χαρακτηρίζονται από την ποιότητα και την αποτελεσματικότητά τους, γι’ αυτό και έχουν κατακτήσει διαχρονικά την εμπιστοσύνη γιατρών και ασθενών, προσφέροντας παράλληλα, σημαντικές εξοικονομήσεις στο σύστημα υγείας.
Ο πρόεδρος της ΠΕΦ ανέδειξε επίσης τις αντινομίες της ισχύουσας φαρμακευτικής πολιτικής που καθηλώνει την κατανάλωση του Ελληνικού φαρμάκου σε επίπεδα μικρότερα του 20%, σε μια αγορά που κυριαρχείται –σε περίοδο κρίσης- από τις εισαγωγές. Ειδικότερα φώτισε με στοιχεία και πίνακες το ρόλο της υποκατάστασης των παλαιών δοκιμασμένων οικονομικών φαρμάκων από νέα ακριβά φάρμακα που χαρακτηρίζονται αδιακρίτως «καινοτόμα» και αποζημιώνονται με σοβαρή επιβάρυνση της φαρμακευτικής δαπάνης. «Η επίδραση της μείωσης των τιμών που επιβλήθηκε την τελευταία πενταετία χάθηκε λόγω της αύξησης του όγκου και της υποκατάστασης από πιο ακριβά φάρμακα» τόνισε ο κ. Τρύφων.
Τέλος, ανέλυσε τα χαρακτηριστικά της Ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και αφού διαβεβαίωσε, μία ακόμα φορά για τη δυνατότητα της Ελληνικής παραγωγής φαρμάκου να καλύψει το 70 % της πρωτοβάθμιας και το 50% της νοσοκομειακής περίθαλψης, με ποιοτικές και οικονομικές λύσεις, εξήγησε τη σημασία της επιλογής Ελληνικού φαρμάκου για τους ασθενείς, τη Δημόσια Ασφάλιση και την εθνική οικονομία:
«Οι ασθενείς», είπε, «επιλέγοντας Ελληνικό φάρμακο έχουν πρόσβαση σε επώνυμες, ποιοτικές, ασφαλείς και οικονομικές θεραπείες. Η Δημόσια Ασφάλιση κερδίζει από τη χρήση φθηνότερων θεραπευτικών επιλογών και αυξημένα έσοδα από εργοδοτικές εισφορές και η εθνική οικονομία κερδίζει από τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας, αυξημένα έσοδα στο δημόσιο Ταμείο, ενίσχυση της απασχόλησης και μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές».