Tηλεκπαίδευση στην πανδημία: Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής αναλύει το πώς επέδρασε στα παιδιά και τους εφήβους
Η πρώτη συγκεκριμένη ημερομηνία επανέναρξης των σχολείων ανακοινώθηκε μόλις χθες (Σάββατο 2/1) από την κυβέρνηση για τις 11 Ιανουαρίου, γεγονός που σηματοδοτεί την -εκτός απροόπτου- επιστροφή των μαθητών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης στα θρανία. Τους προηγούμενους μήνες ,ωστόσο, η εξ αποστάσεως διδασκαλία ήταν η νέα εκπαιδευτική πραγματικότητα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν εκατομμύρια μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί, όλη εν γένει η εκπαιδευτική κοινότητα. Τι νέο έφερε η τηλεκπαίδευση και ποια προβλήματα προέκυψαν κατά την εξέλιξη της διαδικασίας;
Ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης*, Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, Διευθυντής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής ΕΚΠΑ, ΓΝΠ «Η Αγία Σοφία», αναλύει σε άρθρο του στο iatropedia.gr, όλες τις πτυχές αυτής της πρωτόγνωρης, όσο και αναγκαίας νέας πραγματικότητας.
Τηλεκπαίδευση στην Α’βάθμια και Β’βάθμια εκπαίδευση στη διάρκεια της πανδημίας COVID-19
Η εκτεταμένη χρήση της τηλε-εκπαίδευσης σε καιρό πανδημίας COVID-19 είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο, και, όπως φαίνεται, αποτελεί μονόδρομο. Η δυνατότητα χρήσης της νέας τεχνολογίας για εκπαιδευτικούς λόγους, ιδιαίτερα στην περίπτωση που αποκλείεται η δια ζώσης εκπαίδευση, αποτελεί σημαντικό επίτευγμα.
Η εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης σε φοιτητές είναι μια αποδεκτή μέθοδος διδασκαλίας με προφανή πλεονεκτήματα και κυρίως της παρεχόμενης δυνατότητας να ωφελείται ο νέος χωρίς να είναι υποχρεωμένος να παρευρίσκεται.
Πρόσφατη εμπειρία μας δείχνει τη μαζική παρακολούθηση επιλεγόμενου υποχρεωτικού μαθήματος από προπτυχιακούς φοιτητές της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ και του Τμήματος Ψυχολογίας ΕΚΠΑ σε αντίθεση με την προ πανδημίας μάλλον ισχνή δια ζώσης παρακολούθηση του ιδίου μαθήματος. Ωστόσο, η εμπειρία και για (διδάσκοντες και διδασκόμενους είναι πως η (δια ζώσης) διδασκαλία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την εξ αποστάσεως. Η αμεσότητα, η δυνατότητα προσωπικής επαφής και γνωριμίας, η ζωντανή αλληλεπίδραση και επικοινωνία αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα της πρώτης έναντι της δεύτερης.
Η εξοικείωση των εφήβων με την τεχνολογία
Τα παιδιά και οι έφηβοι είναι σήμερα γενικώς καλοί γνώστες της νέας τεχνολογίας (κινητά, smartphones, i-pads κ.λπ.) και μπορούν λίγο-πολύ άνετα να την χρησιμοποιούν, όπως επίσης και πολλοί γονείς. Μάλιστα πολλά παιδιά και έφηβοι ξοδεύουν έως και πολλές ώρες ημερησίως στις οθόνες για ενημέρωση, άντληση πληροφοριών απαραίτητων στις σχολικές τους εργασίες από ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες, αλλά και κυρίως παίζοντας ηλεκτρονικά παιγνίδια, αθώα ή λιγότερο αθώα. Επιστημονικές εταιρείες όπως π.χ. η American Academy of Child and Adolescent Psychiatry έχουν προτείνει συγκεκριμένες οδηγίες (guidelines) για τη σωστή και λελογισμένη χρήση του διαδικτύου, smartphones, ηλεκτρονικών παιγνιδιών (video games) κ.λπ.
Έχουμε στη διάθεσή μας πολλές μελέτες που αναδεικνύουν την ωφέλιμη αλλά και επιβλαβή επίδραση του διαδικτύου στην ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων. Το ίδιο «εργαλείο» που μειώνει ή καταργεί ανισότητες και αποστάσεις, αποτελεί στήριγμα για πληθυσμούς που μειονεκτούν (π.χ. νέους που ζουν σε απομονωμένες περιοχές, εφαρμογές για παρεμβάσεις θεραπείας και πρόληψης υγείας και ψυχικής υγείας) μπορεί να φέρει απομόνωση ή και να χρησιμοποιηθεί για δόλιους και επιβλαβείς σκοπούς (π.χ. cyberbullying, αυτοκτονικότητα, σεξουαλική αποπλάνηση).
Η επίδραση της τηλεκπαίδευσης στην ψυχική υγεία των νέων
Δεν έχουμε ωστόσο μελέτες της επίδρασης της τηλεκπαίδευσης στην ψυχική υγεία των νέων. Ένα πρώτο κρίσιμο θέμα, κατά τη γνώμη μου, είναι η ύπαρξη των κοινωνικών ανισοτήτων, οι οποίες θέτουν σοβαρό κίνδυνο ως προς την ισότιμη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και επομένως μπορεί να επηρεάσουν και την ψυχική υγεία των μαθητών. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της ψυχικής υγείας των μαθητών σε σχέση με την τηλε-εκπαίδευση είναι η εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων στην πρόσβαση σ’ αυτή.
Ένα δεύτερο θέμα είναι πως η απόσταση (πολύ περισσότερο οι κλειστές κάμερες) προφανώς δυσκολεύει τους εκπαιδευτικούς να αντιληφθούν εκείνους τους μαθητές που δυσκολεύονται μαθησιακά ή/και ψυχικά, κοινωνικά, οικονομικά. Ακόμα όμως κι αν είναι ενήμεροι των δυσκολιών τους, είναι υποχρεωμένοι να τους διαχειρίζονται πια με τον ίδιο τρόπο.
Ένα τρίτο θέμα είναι ότι στις πολλές ώρες που ήδη περνούσαν πολλά παιδιά και κυρίως έφηβοι μπροστά σε οθόνες, προστέθηκαν κι άλλες λόγω τηλε-εκπαίδευσης. Είναι λοιπόν προφανής η ανάγκη να γίνονται περικοπές σε ό,τι δεν είναι αναγκαίο. Υπάρχουν μάλιστα πρόσφατες μελέτες που συσχετίζουν καλύτερη ψυχική υγεία με λελογισμένη χρήση του διαδικτύου στη διάρκεια της πανδημίας.
Συχνά σήμερα επίσης τα παιδιά και κυρίως οι έφηβοι παραπονιούνται ότι έχει διακοπεί η ζωντανή επικοινωνία με τους φίλους και συνομηλίκους τους, ακόμα και με συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς με τους οποίους μοιράζονταν σκέψεις, προβλήματα, ακόμα και μύχια συναισθήματα. Το γεγονός αυτό, αν και σχετίζεται με τον αναγκαστικό εγκλεισμό, αναδεικνύει ενδεχομένως την ανάγκη να εισαχθούν στην εξ αποστάσεως διδασκαλία κάποιες ώρες με περιεχόμενο «συναισθηματικό-κοινωνικό» π.χ. συναισθήματα, ενσυναίσθηση, συνεργατικότητα κ.λπ. εν μέσω πανδημίας.
Είναι προφανές πως σε ιδιαίτερες συνθήκες όπως οι σημερινές, καθίσταται αναγκαία η δυνατότητα παροχής του υψίστου αγαθού της μάθησης και παιδείας σε μεγάλους πληθυσμούς παιδιών και εφήβων με εναλλακτικούς τρόπους. Η εξοικείωση των εκπαιδευτικών και των μαθητών με τη χρήση των διαφόρων εκπαιδευτικών εργαλείων και η παροχή σε αυτούς όλων των προχωρημένων δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών μπορεί να βελτιώσει κατά πολύ την εμπειρία της συμμετοχής και της μάθησης μέσα στις ηλεκτρονικές τάξεις, αποφεύγοντας την ανία, τη διασπαστικότητα, την παθητικότητα ή την απόσυρση των μαθητών λόγω απουσίας ελκυστικών και διαδραστικών τρόπων παρουσίασης του μαθησιακού υλικού.
Δυσκολότερη η προσέγγιση σε μαθητές με μαθησιακές ή κοινωνικές δυσκολίες
Μπορούν όμως, μέσα από ένα αποστασιοποιημένο -πλην απαραίτητο- ψηφιακό περιβάλλον, οι εκπαιδευτικοί να προσεγγίσουν ατομικά τους μαθητές τους και μάλιστα εκείνους που μειονεκτούν π.χ. μαθησιακά, ψυχικά, κοινωνικά; Μπορούν να διευκολύνουν την έκφραση των μαθητών τους και τη διατύπωση ερωτημάτων ακαδημαικών, συναισθηματικών ή/και κοινωνικών;
Επιπλέον και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί μπορεί να είναι στρεσαρισμένοι, έχοντας όχι μόνο την τηλεκπαίδευση των μαθητών τους αλλά και των δικών τους παιδιών. Από την άλλη και οι γονείς είναι ανάγκη να βοηθήσουν στη δύσκολη αυτή περίοδο παρατηρώντας τα παιδιά τους και διατηρώντας «μια κανονικότητα μέσα στη μη κανονικότητα» δηλαδή ρουτίνα σε ύπνο, διατροφή, γυμναστική κ.λπ.
Καταλήγοντας, η εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης στη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 φαίνεται να αποτελεί τη μοναδική γνωστή εναλλακτική μέθοδο διδασκαλίας, δεδομένης της αναγκαίας και απρόσκοπτης συνέχισης της εκπαίδευσης και μάλιστα των μαθητών Α’βάθμιας και Β’βάθμιας εκπαίδευσης σε συνθήκες αναγκαστικού εγκλεισμού.
Εκτός από την προφανή ανάγκη ασφαλούς τήρησης των προσωπικών δεδομένων, είναι απαραίτητη η διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης όλων των μαθητών στην τηλε-εκπαίδευση προς αποφυγή επιβάρυνσης της ψυχοκοινωνικής υγείας τους.
Τέλος, τόσο η οικογένεια όσο και η σχολική κοινότητα να προσπαθούν για την κάλυψη με κάθε δυνατό τρόπο του κενού που έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της απουσίας δια ζώσης επικοινωνίας των μαθητών με τους συνομηλίκους και τους εκπαιδευτικούς τους λόγω του αναγκαστικού εγκλεισμού.
* Ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης, είναι Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, Διευθυντής Παιδοψυχιατρικής Κλινικής ΕΚΠΑ, ΓΝΠ «Η Αγία Σοφία», Διευθυντής Σπουδών ΠΜΣ Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ «Ψυχική Υγεία και Ψυχιατρική Παιδιών και Εφήβων» και συγγραφέας του βιβλίου «Σύγχρονη Ψυχιατρική Παιδιού & Εφήβου – Ψυχική υγεία και ψυχοπαθολογία» που κυκλοφορεί από τις ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις.