Το Αλτσχάιμερ μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο
Το Αλτσχάιμερ μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω σπάνιων ιατρικών ατυχημάτων, σύμφωνα με έρευνα, αν και οι ειδικοί τονίζουν ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η νόσος μπορεί να μεταδοθεί από τον ένα άνθρωπο στον άλλο μέσω καθημερινών δραστηριοτήτων ή συνήθους φροντίδας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, άνθρωποι στους οποίους χορηγήθηκε ανθρώπινη αυξητική ορμόνη από την υπόφυση αποθανόντων δωρητών εμφάνισαν πρώιμα Αλτσχάιμερ – πιθανότατα επειδή οι ορμόνες που χρησιμοποιήθηκαν ήταν μολυσμένες με πρωτεΐνες που πυροδότησαν τη νόσο στον εγκέφαλό τους.
«Δεν λέμε σε καμία περίπτωση ότι μπορεί κανείς να κολλήσει Αλτσχάιμερ. Το Αλτσχάιμερ δεν μεταδίδεται με την έννοια μιας ιογενούς ή βακτηριακής λοίμωξης», ανέφερε ο καθηγητής John Collinge, από τους συντάκτες της μελέτης και διευθυντής της μονάδας MRC Prion, σύμφωνα με τον Guardian.
«Συμβαίνει μόνο όταν οι άνθρωποι παίρνουν κατά λάθος, ουσιαστικά, ανθρώπινο ιστό ή εκχυλίσματα ανθρώπινου ιστού που περιέχουν αυτούς τους σπόρους, κάτι που είναι ευτυχώς μια πολύ σπάνια και ασυνήθιστη περίσταση», εξηγεί.
Η ομάδα λέει ότι η νέα έρευνα ενισχύει την ιδέα ότι το Αλτσχάιμερ έχει ομοιότητες με τα νοσήματα Prion, συμπεριλαμβανομένου του μηχανισμού με τον οποίο οι εμπλεκόμενες πρωτεΐνες εξαπλώνονται στον εγκέφαλο.
Τα νοσήματα Prion, τα οποία περιλαμβάνουν τη νόσο Creutzfeldt-Jakob (CJD), το kuru και τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (νόσος τρελών αγελάδων – BSE), προκαλούνται από μολυσματικές πρωτεΐνες που εξαπλώνονται στον εγκέφαλο. Τα νοσήματα αυτά εμφανίζονται συνήθως αυθόρμητα, ωστόσο πιο σπάνια μπορεί να προκύψουν από γενετική μετάλλαξη ή να μεταδοθούν μέσω μολυσμένου εγκεφαλικού ή νευρικού ιστού.
Γράφοντας στο περιοδικό Nature Medicine, ο Collinge και οι συνεργάτες του αναφέρουν πώς, μεταξύ 1959 και 1985, τουλάχιστον 1.848 ασθενείς στο Ηνωμένο Βασίλειο έλαβαν ανθρώπινη αυξητική ορμόνη που είχε εξαχθεί από την υπόφυση αποθανόντων δωρητών.
Ωστόσο, η πρακτική απαγορεύτηκε το 1985 αφού προέκυψε ότι ορισμένοι ασθενείς πέθαναν στη συνέχεια από CJD ως αποτέλεσμα δειγμάτων ορμονών που είχαν μολυνθεί με πρωτεΐνες που προκαλούν CJD.
Από τις 80 τέτοιες περιπτώσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπήρξαν και κάποιες που βρέθηκαν επίσης να έχουν μια πρωτεΐνη που ονομάζεται β-αμυλοειδές στον εγκέφαλό τους όταν πέθαναν – χαρακτηριστικό γνώρισμα της νόσου του Αλτσχάιμερ. Αν και δεν ήταν σαφές εάν θα είχαν συνεχίσει να αναπτύσσουν συμπτώματα του Αλτσχάιμερ, άλλες έρευνες έδειξε ότι το β-αμυλοειδές ήταν παρόν σε ορισμένες από τις παρτίδες ορμονών και ότι οι ορμόνες αυτές προκαλούσαν Αλτσχάιμερ εάν χορηγούνταν σε ποντίκια.
Οι ερευνητές ανέφεραν ευρήματα και από τα οκτώ άτομα που παραπέμφθηκαν στην Εθνική Κλινική Prion μεταξύ 2017 και 2022.
Όλοι τους είχαν λάβει ανθρώπινη αυξητική ορμόνη από πτώματα, αλλά δεν είχαν CJD. Πέντε είχαν συμπτώματα άνοιας που πληρούσαν τα κλινικά κριτήρια για τη νόσο του Αλτσχάιμερ, με έναρξη από την ηλικία των 38 ετών. Τρεις από αυτούς τους ασθενείς είχαν σαρώσεις εγκεφάλου σύμφωνα με τη διάγνωση, ενώ δύο είχαν βιοδείκτες που πληρούσαν τα κριτήρια για τη νόσο του Αλτσχάιμερ.
Από τους άλλους τρεις ασθενείς, ένας είχε ήπια γνωστική εξασθένηση, ένας αυτοαναφερθείσες γνωστικές δυσκολίες και ένας δεν είχε τέτοια συμπτώματα, με τον πρώτο να δείχνει μεταθανάτια αποτελέσματα που παρέπεμπαν σε Αλτσχάιμερ και τον δεύτερο να πληροί τα κριτήρια βιοδεικτών για τη νόσο.
Για πέντε ασθενείς υπήρχαν δεδομένα DNA, αλλά μόνο για έναν προέκυψε γενετικός παράγοντας κινδύνου για όψιμη έναρξη της νόσου του Αλτσχάιμερ και κανένας δεν είχε γενετικές παραλλαγές που είναι γνωστό ότι προκαλούν πρώιμη εμφάνιση του Αλτσχάιμερ.
Οι ερευνητές προσθέτουν ότι οι ασθενείς εμφάνισαν και ορισμένα συμπτώματα που διέφεραν από εκείνα που είναι τυπικά της νόσου του Αλτσχάιμερ, η οποία είτε εμφανίζεται αυθόρμητα είτε συνδέεται με γενετικό κίνδυνο, υποθέτοντας ότι αυτό μπορεί να οφειλόταν είτε στο γεγονός ότι η νόσος τους είχε διαφορετική προέλευση είτε επειδή προερχόταν από διαφορετικά «στελέχη» του β-αμυλοειδούς.
Τα αποτελέσματα, λένε, προσφέρουν στοιχεία ότι το Αλτσχάιμερ μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα θεραπείας με μολυσμένη ορμόνη από την υπόφυση.
Ενώ οι περιπτώσεις αφορούσαν επανειλημμένη έκθεση σε μολυσμένη ανθρώπινη αυξητική ορμόνη για μια περίοδο ετών, ο Collinge και οι συνεργάτες του λένε ότι τα ευρήματα αυξάνουν τη σημασία μέτρων όπως η διασφάλιση αποτελεσματικής απολύμανσης των χειρουργικών εργαλείων.
Ωστόσο, ο Andrew Doig, καθηγητής βιοχημείας στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, ανέφερε ότι οι ειδικοί είναι ήδη πολύ προσεκτικοί στο θέμα της μετάδοσης εγκεφαλικού ιστού από τον ένα στον άλλο.
Ο Doig επισήμανε επίσης ότι στη μελέτη συμμετείχαν μόνο οκτώ ασθενείς και πως δεν υπήρχαν, μάλιστα, γενετικά δεδομένα για όλους, ενώ μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν άμεσες ενδείξεις για διαφορετικά στελέχη β-αμυλοειδούς.
«Ενώ ο νέος τύπος Αλτσχάιμερ που αναφέρεται εδώ παρουσιάζει μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον, καθώς αποκαλύπτει έναν νέο τρόπο εξάπλωσης της νόσου, δεν υπάρχει λόγος να το φοβόμαστε, καθώς ο τρόπος με τον οποίο προκλήθηκε η νόσος σταμάτησε πριν από 40 χρόνια», ανέφερε.
«Η μετάδοση της νόσου από ανθρώπινο εγκέφαλο σε ανθρώπινο εγκέφαλο με αυτόν τον τρόπο δεν θα ξανασυμβεί ποτέ λογικά», πρόσθεσε.
Φωτογραφία: iStock
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τσάι matcha: 8 οφέλη για την υγεία που μπορεί να σας κάνουν να απαρνηθείτε τον καφέ
Θεσσαλία: Πώς αποτράπηκε επιδημία του ιού του Δυτικού Νείλου μετά τις πλημμύρες