Το ψηλό ιικό φορτίο στις περισσότερες περιφερειακές ενότητες της Μακεδονίας και της Θράκης, που εκφράζεται στις καθημερινές ενημερώσεις του ΕΟΔΥ με την εξίσωση του αριθμού των κρουσμάτων σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, αλλά και την μεγάλη αύξηση λοιμώξεων Covid-19 σε Καβάλα και Αλεξανδρούπολη, έχει θορυβήσει τις υγειονομικές αρχές.
Οι μνήμες περασμένου Οκτωβρίου, μάλιστα, είναι ακόμη νωπές και έτσι η εντολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, προς τους υπουργούς του είναι σαφής: “Να αποφευχθεί πάση θυσία το περσινό χάος”, το οποίο προκλήθηκε μετά τους εορτασμούς του πολιούχου Αγίου Δημητρίου και της παρέλασης.
Και ενώ φέτος υπάρχει το μεγάλο “όπλο” του εμβολιασμού, σε σχέση με το περσινό φθινόπωρο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας μεγάλης διασποράς στην συμπρωτεύουσα.
Κι αυτό καθώς, όλοι μιλούν για “επιδημία ανεμβολίαστων” στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά και πλημμελή τήρηση των υγειονομικών μέτρων.
Πλεύρης – Γκάγκα στη Θεσσαλονίκη
Ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης και η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα, συνοδευόμενοι από τον γενικό γραμματέα Υπηρεσιών Υγείας και υπεύθυνο χάραξης στρατηγικής για τα νοσοκομεία, Ιωάννη Κωτσιόπουλο, θα πραγματοποιήσουν με την αρωγή του προέδρου του ΕΚΑΒ – ΚΕΠΥ, Νίκου Παπαευσταθίου που βρίσκεται από εχθές στη Βόρεια Ελλάδα, σειρά επαφών με τους διοικητές των Υγειονομικών Περιφερειών, τους διοικητές των νοσοκομείων, αλλά και τους δημάρχους.
Ο λόγος της επίσκεψής τους είναι αρχικά, η πρώτη εκτίμηση της κατάστασης και η έγκαιρη χάραξη στρατηγικής στα νοσοκομεία, ώστε να προετοιμαστούν να δεχθούν -εάν χρειαστεί- μεγαλύτερο όγκο περιστατικών. Σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Υγείας, πρόκειται για “προληπτική κινητοποίηση”.
Θεσσαλονίκη: Αυξάνονται τα κρούσματα, αλλά όχι οι εμβολιασμένοι
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι σχεδόν 6 στους 10 κατοίκους στη Βόρεια Ελλάδα δεν έχουν εμβολιαστεί, με αποτέλεσμα οι 54 ασθενείς που κατέληξαν στον θάνατο την τελευταία εβδομάδα στην περιοχή, να είναι ανεμβολίαστοι. Την αποκάλυψη έκανε, ο διοικητής της 4ης ΥΠΕ Μακεδονίας-Θράκης, Δημήτρης Τσαλικάκης.
Τα δε κρούσματα στη Θεσσαλονίκη, εμφανίζουν τετραπλάσια επίπτωση από αυτά της Αττικής, καθώς είναι σχεδόν τα ίδια σε αριθμό, αλλά με τη συμπρωτεύουσα να έχει τέσσερις φορές μικρότερο πληθυσμό.
Αυτό δηλώνει στο iatropedia.gr, ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος: “Όταν βλέπεις τον ίδιο αριθμό κρουσμάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, σημαίνει ότι έχει τετραπλάσιο πρόβλημα η Θεσσαλονίκη, με βάση τον πληθυσμό της. Στις νοσηλείες υπάρχει μια επιβάρυνση, όχι τρομακτική, αλλά είναι διαρκής. Και για να μην ξανασυμβεί ότι συνέβη πέρυσι, πρέπει να ληφθούν έγκαιρα μέτρα. Αν η κατάσταση υπερβεί το όριο, τότε αυτόματα θα ληφθούν μέτρα. Και οι νοσηλείες φυσικά είναι από ανεμβολίαστους. Αν ήταν όλοι εμβολιασμένοι δεν θα είχαμε θέμα. Αυτονόητο είναι αυτό”, αναφέρει ο πρόεδρος του ΠΙΣ.
Στη Θεσσαλονίκη εντοπίστηκαν σύμφωνα με τα στοιχεία της Τρίτης (21/9) από τον ΕΟΔΥ, 449 νέες λοιμώξεις κορονοϊού, ενώ στην Αττική 544. Ο μέσος όρος κρουσμάτων των τελευταίων επτά ημερών είναι στα 274, ενώ μία εβδομάδα πριν στις 14 Σεπτεμβρίου, η Θεσσαλονίκη είχε επταήμερο μέσο όρο στα 240 κρούσματα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο σε 14 νοσοκομεία της 4η Υγειονομικής Περιφέρειας Μακεδονίας Θράκης, τη Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου νοσηλεύονταν 272 ασθενείς, οι 51 εκ των οποίων διασωληνωμένοι, ενώ ένα 24ωρο αργότερα, την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου, οι νοσηλευόμενοι ασθενείς έφτασαν τους 323, με τους 53 από αυτούς να νοσηλεύονται σε ΜΕΘ.
Οι 48 από τους 323 ασθενείς που νοσηλεύονται σήμερα στα νοσοκομεία της 4ης ΥΠΕ είναι εμβολιασμένοι με δύο δόσεις εμβολίου, ενώ στις ΜΕΘ είναι μόλις 2.
Ανησυχία για την Καβάλα και την Αλεξανδρούπολη
Περιφερειακές Ενότητες στη Βόρεια Ελλάδα, που κρατούν σε ανησυχία τις υγειονομικές αρχές, είναι η Καβάλα, που βρίσκεται ήδη στο «κόκκινο» επιδημιολογικό επίπεδο, αλλά και η Αλεξανδρούπολη.
Πρόκειται για δύο μεγάλα αστικά κέντρα με πολύ πληθυσμό, όπου τα κρούσματα του κορονοϊού εμφανίζουν μεγάλη έξαρση, ενώ εκφράζονται βάσιμες αμφιβολίες για το εάν υπάρχει σωστή καταγραφή της διασποράς στην περιοχή, εξαιτίας χαμηλού αριθμού τεστ.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι τα θετικά περιστατικά που καταγράφονται στην επιδημιολογική έκθεση του ΕΟΔΥ είναι το 60% του συνολικού αριθμού των ημερήσιων τεστ.