Δέρμα: Πως αντιμετωπίζονται οι πανάδες
Οι μικρές, καφέ κηλίδες στο δέρμα που είναι γνωστές ως πανάδες είναι πολύ συνηθισμένες και η παρατεταμένη έκθεση στον ήλιο μπορεί να τις εντείνει.
Οι πανάδες (επιστημονικά λέγονται μέλασμα) μπορεί να εμφανιστούν σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος. Είναι όμως συχνότερες στα σημεία που εκτίθενται περισσότερο στον ήλιο, όπως το πρόσωπο, τα χέρια και το ντεκολτέ.
Οι πανάδες εκδηλώνονται συχνότερα στις γυναίκες ηλικίας 20-40 ετών. Οφείλονται στην κατά τόπους υπερμελάχρωση του δέρματος, λόγω της αυξημένης παραγωγής μελανίνης. Η μελανίνη είναι η φυσική χρωστική ουσία του δέρματος. Η υπερπαραγωγή της είναι επακόλουθο μιας διαταραχής στα κύτταρα που την παράγουν (λέγονται μελανοκύτταρα).
«Η αιτία για τη διαταραχή αυτή αυτό δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί», λέει η Δρ. Αναστασία Σεφέρη-Δανιήλ, πλαστική χειρουργός στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ και μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής (HESPRAS). «Είναι, όμως, γνωστό ότι παίζουν ρόλο διάφοροι παράγοντες. Τέτοιοι παράγοντες είναι η γενετική προδιάθεση, η λήψη ορισμένων φαρμάκων, τα αντισυλληπτικά, η εγκυμοσύνη αλλά και η έκθεση στον ήλιο χωρίς προστασία».
Η έντονη ηλιοφάνεια εντείνει τις πανάδες, είτε οδηγώντας στη δημιουργία νέων, είτε τονώνοντας αυτές που ήδη υπάρχουν.
Παρότι, όμως, οι πανάδες είναι καλοήθεις, είναι απαραίτητο να ελέγχονται από έναν ειδικό. Και αυτό διότι μερικές φορές αυτό που εκλαμβάνουμε ως πανάδα, είναι κάποια σοβαρότερη δερματική βλάβη με παρόμοια χαρακτηριστικά, τονίζει η Δρ. Σεφέρη-Δανιήλ.
Αναλόγως με το βάθος της εντόπισης της μελανίνης, οι πανάδες μπορεί να ανήκουν:
- Στον επιδερμικό τύπο. Σε αυτόν οι σκουρόχρωμες κηλίδες είναι επιφανειακές. Το 70% των περιστατικών ανήκουν σε αυτή την κατηγορία που είναι και η πιο εύκολα αντιμετωπίσιμη.
- Στον δερματικό. Αφορά σε κηλίδες μεγαλύτερου βάθους
- Στον μικτό τύπο. Σε αυτόν οι κηλίδες εμφανίζονται σε βαθύτερα στρώματα της επιδερμίδας.
Λέϊζερ και μεσοθεραπεία
Η αντιμετώπιση των πανάδων παραδοσιακά δεν ήταν εύκολη, λόγω της ιδιαίτερης παθογένειάς της και των συχνών υποτροπών. Εντούτοις, σήμερα, με τη χρήση σύγχρονων μεθόδων η θεραπεία είναι πιο αποτελεσματική παρά ποτέ.
«Η αντιμετώπισή τους γίνεται με τη χρήση μηχανημάτων και ενέσιμης μεσοθεραπείας», εξηγεί η Δρ. Σεφέρη Δανιήλ. «Τα μηχανήματα συμπεριλαμβάνουν λέιζερ και ραδιοσυχνότητες, που εξαχνώνουν την στοιβάδα του δέρματος όπου εντοπίζεται το πρόβλημα, αφαιρώντας παράλληλα το πλεόνασμα της μελανίνης. Τα τελευταίας γενιάς μηχανήματα αφαιρούν την πανάδα γρήγορα και χωρίς να αφήνουν σημάδια, επιτρέποντας έτσι την άμεση επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες».
Όσον αφορά στην ενέσιμη μεσοθεραπεία «συνίσταται στην έγχυση υλικών (βιταμίνες, ιχνοστοιχεία κ.ά.), που περιορίζουν τη παραγωγή μελανίνης», προσθέτει.
Η διάρκεια της θεραπείας
Ένας ασθενής μπορεί να χρειασθεί μία ή περισσότερες από τις παραπάνω μεθόδους για να απαλλαγεί από τις πανάδες του. Το ποσοστό της επιτυχίας της θεραπείας, όμως, είναι αντιστρόφως ανάλογο με τη βαρύτητα του προβλήματος.
«Όταν οι πανάδες περιορίζονται στην εξωτερική στοιβάδα του δέρματος και η έκταση είναι μικρή, η αντιμετώπισή τους είναι πιο εύκολη και σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα», λέει η Δρ. Σεφέρη-Δανιήλ. «Αντιθέτως, όταν το πρόβλημα έχει προχωρήσει, απαιτείται περισσότερος χρόνος».
Αναλόγως με τη βαρύτητα του προβλήματος, ο αριθμός των συνεδριών μπορεί να κυμαίνεται από μία έως τρεις. Οι συνεδρίες αυτές συνήθως πραγματοποιούνται με μεσοδιάστημα δύο εβδομάδων η μία από την άλλη.
Μετά την θεραπεία συνταγογραφείται ενυδατική κρέμα και αντηλιακό που πρέπει να χρησιμοποιούνται καθημερινά και ο θεραπευόμενος επιστρέφει στις καθημερινές δραστηριότητές του.
Όταν η πανάδα είναι βαθιά, τις πρώτες 2-4 ημέρες από τη θεραπεία απαγορεύεται η χρήση λοσιόν καθώς και ορισμένων καλλυντικών.
«Η αντιμετώπιση των υπαρχουσών πανάδων συνήθως δρα προληπτικά για το μέλλον, καθώς η αντηλιακή προστασία παίζει καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση και την έκβαση της διαταραχής», τονίζει η ειδικός. «Εντούτοις, υπάρχουν και οργανισμοί που δημιουργούν πανάδες παρόλο που χρησιμοποιούν αντηλιακό. Σε αυτήν την περίπτωση μιλάμε για πανάδες γονιδιακού τύπου, οι οποίες παρουσιάζουν συχνές υποτροπές και απαιτούν ένα πιο εντατικό θεραπευτικό πλάνο για να αντιμετωπιστούν».