Πότε είναι απαραίτητο το υπερηχογράφημα στα νύχια
Οι διαταραχές στα νύχια είναι πολύ συνηθισμένες και μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία. Ωστόσο η διάγνωσή τους δεν είναι πάντοτε εύκολη γιατί στα νύχια μπορεί να αναπτυχθούν πολλά προβλήματα, από μια απλή μυκητίαση ή «μυρμηγκιά» κάτω από το νύχι έως «κρυμμένοι» όγκοι και κύστεις.
Υπολογίζεται ότι ένας στους δέκα ενήλικες, κυρίως μεσήλικες και ηλικιωμένοι, παρουσιάζουν μυκητίαση στα νύχια. Η ονυχομυκητίαση είναι η πιο συχνή ονυχοπάθεια. Αντιπροσωπεύει σχεδόν τα μισά περιστατικά ονυχοπαθειών, καθώς και το 30% των περιπτώσεων μυκητίασης στο δέρμα και τα εξαρτήματά του.
Ωστόσο οι μύκητες δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα που μπορεί να εμφανιστεί στα νύχια. Στην πραγματικότητα, μόνο οι μισές παθήσεις των νυχιών οφείλονται σε κάποια λοίμωξη. Το 15% σχετίζονται με συστηματικά, φλεγμονώδη και μεταβολικά νοσήματα που προκαλούν εκδηλώσεις (συμπτώματα) σε αυτά. Και ένα άλλο 5% είναι κακοήθεις νόσοι ή άλλες παθήσεις που διαταράσσουν το χρώμα, την μορφολογία ή/και την ανατομία τους.
Συστηματικές παθήσεις που προκαλούν ονυχοπάθεια
Οι συστηματικές παθήσεις που μπορεί να έχουν εκδηλώσεις στα νύχια είναι πολλές. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι:
- Η ψωρίαση
- Το σκληρόδερμα
- Ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
- Η σιδηροπενική αναιμία
- Το σύνδρομο Raynaud
- Η χρόνια ισχαιμική καρδιοπάθεια
- Τα χρόνια νοσήματα των πνευμόνων
Υπάρχουν επίσης ορισμένες παθήσεις ή καταστάσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων στα νύχια. Μερικά παραδείγματα είναι:
- Ο σακχαρώδης διαβήτης. Οι πάσχοντες είναι ευάλωτοι στις βακτηριακές λοιμώξεις των νυχιών
- Η προχωρημένη χρόνια νεφρική νόσος. Οι ασθενείς έχουν σε ποσοστό έως 60% εκδηλώσεις στα νύχια
- Η μεταμόσχευση οργάνων. Οι ασθενείς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης βλαβών στην ονυχαία πλάκα, εξαιτίας των ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων που παίρνουν
- Ο καρκίνος. Οι πάσχοντες εκδηλώνουν σε ποσοστό 10-60% συμπτώματα στα νύχια στη διάρκεια της αντινεοπλασματικής θεραπείας (κυρίως της χημειοθεραπείας).
Η διάγνωση
Δεδομένου ότι είναι τόσο πολλοί οι παράγοντες που μπορεί να παίξουν ρόλο στην εκδήλωση προβλημάτων στα νύχια, η διάγνωση των ονυχοπαθειών δεν είναι πάντοτε τόσο εύκολη όσο θα περίμενε κανείς. Γι’ αυτό, δεν αρχίζει ούτε τελειώνει με την κλινική εξέταση.
«Η κλινική εξέταση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στη διάγνωση των παθήσεων του δέρματος και των εξαρτημάτων του, αλλά δεν είναι η μοναδική διαγνωστική μέθοδος που έχουμε στη διάθεσή μας», τονίζει η δερματολόγος-αφροδισιολόγος δρ Σουλτάνα Βλαδένη, διευθύντρια της Α’ Πανεπιστημιακής Κλινικής του Νοσοκομείου Ανδρέας Συγγρός και μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης & Εφαρμογής των Υπερήχων στην Ιατρική και την Βιολογία (HSUMB).
Όπως εξηγεί η κυρία Βλαδένη, η κλινική εξέταση σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι αρκετή για να γίνει σωστή διάγνωση μιας ονυχοπάθειας. Γι’ αυτό τον λόγο μπορεί να χρησιμοποιηθούν πρόσθετες εξετάσεις, όπως:
- Η δερματοσκόπηση (είναι ο έλεγχος του δέρματος και των εξαρτημάτων του με ειδικό φακό)
- Απεικονιστικές μέθοδοι (όπως οι ακτινογραφίες και η μαγνητική τομογραφία)
- Εργαστηριακές εξετάσεις (π.χ. μικροβιολογικές)
- Ιστοπαθολογικές δοκιμασίες (βιοψίες)
Πότε ενδείκνυται το υπερηχογράφημα
Τα τελευταία χρόνια στις μεθόδους αυτές έχει προστεθεί η υπερηχογραφία. Το υπερηχογράφημα μπορεί να αποκαλύψει με λεπτομέρεια την ανατομία της ονυχαίας μονάδας και τις παθολογίες της που δεν φαίνονται ή δεν μπορούν να αξιολογηθούν πλήρως δια γυμνού οφθαλμού.
Αν και η χρήση της υπερηχογραφίας δεν είναι ακόμα διαδεδομένη, έχει την δυνατότητα να υποκαταστήσει τη βιοψία, διότι επιτρέπει την αναίμακτη και λεπτομερή οπτική αξιολόγηση των ιστών κάτω από το νύχι.
Το υπερηχογράφημα ονύχων είναι επίσης ουσιώδες κατά τον προεγχειρητικό σχεδιασμό, όταν πρέπει να εκτιμηθεί με ακρίβεια το πάχος μιας βλάβης κάτω από το νύχι και να γίνει σωστός προγραμματισμός της χειρουργικής επέμβασης. Το υπερηχογράφημα μπορεί ακόμα να χρησιμοποιηθεί στην απεικόνιση υπονύχιων όγκων και κύστεων.
«Το τελευταίο είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι οι κακοήθεις όγκοι των ονύχων συχνά δεν διαγιγνώσκονται εξ αρχής σωστά», τονίζει η κυρία Βλαδένη. «Παραδείγματος χάριν, στο υπονύχιο μελάνωμα, ο μέσος χρόνος από το πρώτο σύμπτωμα έως τη σωστή διάγνωση είναι σχεδόν 2 χρόνια, σύμφωνα με πολλές μελέτες. Έχει υπολογιστεί, ότι η καθυστέρηση αυτή είναι υπεύθυνη, τουλάχιστον εν μέρει, για το χαμηλό ποσοστό δεκαετούς επιβίωσης της νόσου, που είναι 43%».
Άλλες ονυχοπάθειες που αξιολογούνται
Μερικές άλλες παθήσεις που μπορούν να αξιολογηθούν με το υπερηχογράφημα είναι:
- Η είσφρυση των ονύχων (όταν το νύχι μεγαλώνει μέσα στους ιστούς)
- Η ονυχομάδηση (ουσιαστικά είναι η απώλεια του νυχιού)
- Η ονυχόλυση (είναι η σταδιακή, ανώδυνη αποκόλληση του νυχιού)
- Η παρωνυχία (είναι οξεία μόλυνση στο νύχι)
- Η υπονύχια «μυρμηγκιά»
- Οι ονυχαίες εκδηλώσεις των συστηματικών νοσημάτων
«Τα νύχια έχουν λειτουργική και αισθητική σημασία. Ο έλεγχός τους με επεμβατικές μεθόδους, όπως η βιοψία, δεν γίνεται δεκτός με θετικό τρόπο από τους περισσότερους ασθενείς. Πόσο μάλλον που μπορεί να έχει και εμφανείς αρνητικές επιπτώσεις, λόγω του σχηματισμού ουλής», υπογραμμίζει η κυρία Βλαδένη. «Η ανάγκη για μη επεμβατικές μεθόδους είναι επομένως μεγάλη. Αρχικά το κενό αυτό ήρθε να καλύψει η μαγνητική τομογραφία. Επειδή, όμως, απαιτεί εξειδικευμένο, υψηλού κόστους εξοπλισμό, δεν είναι ευρέως διαθέσιμη».
Η εξέταση με υπερήχους είναι μία κατάλληλη και πιο προσιτή εναλλακτική λύση, προσθέτει. «Η ονυχαία μονάδα αποτελείται από καλά οριζόμενους, διαφορετικής πυκνότητας ιστούς, οι οποίοι απεικονίζονται με σαφήνεια στο υπερηχογράφημα. Με τη βοήθειά του μπορεί να μετρήσουμε με ακρίβεια ακόμα και το πάχος και τον όγκο της ονυχαίας πλάκας, καθώς και να περιγράψουμε με σαφήνεια την ανατομία του νυχιού», τονίζει.
Τα πλεονεκτήματα
Οι δυνατότητες αυτές έχουν πολλά πλεονεκτήματα για τους ασθενείς. «Με τα υπερηχογραφήματα ονύχων καθίσταται πιο ακριβής η διάγνωση. Και αυτό, διότι υπάρχει δυνατότητα σύγκρισης του φυσιολογικού με το παθολογικό νύχι», εξηγεί η ειδικός. «Μπορούμε επίσης να αξιολογούμε αντικειμενικά την πορεία της θεραπείας που προτείνουμε στους ασθενείς μας. Μπορούμε ακόμα να πραγματοποιούμε την εξέταση όσο συχνά χρειάζεται, με απόλυτη ασφάλεια για τον ασθενή, αφού χρησιμοποιούνται υπέρηχοι και κανενός είδους ακτινοβολία ή πεδίο. Αρκεί ο γιατρός που θα εκτελεί την εξέταση να διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό και την εξειδίκευση για την ορθή ερμηνεία της».